Ήταν γύρω στο 450 μ.Χ., όταν ένας βυζαντινός στρατιώτης, Λέοντας στο όνομα, έκανε βόλτες σε ένα δασάκι στα μέρη της βασιλεύουσας, όταν ξάφνου βλέπει μπροστά του έναν τυφλό άνθρωπο να του ζητάει λίγο νερό για να σβήσει τη δίψα του. Ο Λέοντας προθυμοποιήθηκε να του βρει και να του φέρει νερό. Έψαξε λοιπόν, στο δάσος για να βρει νερό αλλά μάταια και έτσι, επέστρεψε λυπημένος. Τότε άκουσε μια γυναικεία φωνή να του λέει: «Δεν χρειάζεται Λέων να αγωνιάς, και να στεναχωριέσαι. Το νερό είναι δίπλα σου». Και πάλι ακούει τη φωνή την άγνωστη να τον προστάζει: «Λέων βασιλιά, πάρε από το νερό αυτό και δώσε να πιει να ξεδιψάσει ο τυφλός άνθρωπος και κάτι ακόμα· άλειψε με αυτό τα μάτια του και αμέσως θα καταλάβεις ποια είμαι εγώ που σου μιλώ».
Έτσι πράγματι έπραξε ο Λέοντας και αμέσως ο τυφλός ανέβλεψε. Αλλά ταυτόχρονα άνοιξαν και τα μάτια του Λέοντα, ο οποίος κατάλαβε πως εκείνη η φωνή που του μιλούσε ήταν της Παναγίας, που έκανε αυτό το θαύμα και του μίλησε. Επίσης, σε Εκείνην τη Μεγαλόχαρη, οφείλεται και το μεγάλο θαύμα της θεραπείας του τυφλού. Ακόμη, θαύμα αξιοθαύμαστο ήταν και η εύρεση της πηγής του σωτήριου αυτού νερού. Αλλά θαύμα ήταν και η επαλήθευση της προσφώνησης από την Παναγία, του Λέοντα, ως βασιλιά. Διότι πράγματι ο Λέων, το 486 μ.Χ. ανέβηκε στον θρόνο της Βυζαντινής αυτοκρατορίας ως Λέων ο Α΄ ο Θράξ, ο επονομαζόμενος και Μακέλλης (457-474), και τον οποίο η Αγία Εκκλησία μας ως Άγιο τον τιμά στις 20 του Ιανουαρίου. Ο Λέων, ως αυτοκράτορας πλέον, θα αναγείρει επί της θαυματουργής πηγής, θαυμάσιο Ναό αφιερωμένο στην Παναγία τη Ζωοδόχο Πηγή, για να θυμίζει τις δωρεές της Θεοτόκου προς εκείνον, αλλά και όλες τις μεγάλες ευεργεσίες της προς το γένος των ανθρώπων.
Στη θαυματουργή πηγή αυτού του ιερού Ναού, βρήκε τη γιατρειά και ο αυτοκράτορας Ιουστινιανός ο Α΄, ο Λέοντας ο ΣΤ΄ ο Σοφός, η γυναίκα του, αγία βασίλισσα Θεοφανώ, ο Ρωμανός Α΄ ο Λεκαπηνός και η γυναίκα του, ο Πατριάρχης Στέφανος (886-912), ο Πατριάρχης Ιεροσολύμων Ιωάννης (964-966), αλλά και πλήθος ακόμη, άρχοντες και απλοί άνθρωποι εκεί γιατρεύτηκαν. Μέχρι και νεκρό ανέστησε το αγιασμένο νερό της Ζωοδόχου Πηγής.
Το Ναό της Ζωοδόχου Πηγής, γκρέμισαν οι Τούρκοι για να φτιάξουν με τα υλικά του το τέμενος του Σουλτάνου Βαγιαζήτ. Οι Χριστιανοί στη θέση αυτή έχτισαν ένα παρεκκλήσι και αργότερα ένα πιο μεγάλο Ναό (1835). Αυτού του ιερού Ναού της Υπεραγίας Θεοτόκου της Ζωοδόχου Πηγής, τα εγκαίνια εορτάζει η Εκκλησία μας την Παρασκευή της Διακαινησίμου εβδομάδος.
Ο Ναός αυτός έμεινε γνωστός στην ιστορία ως το αγίασμα του «Μπαλουκλί». «Μπαλούκ» στα τουρκικά σημαίνει ψάρι και η παράδοση μας λέει πως εκεί δίπλα στο αγίασμα, στις 23 Μαΐου 1453 ένας καλόγερος τηγάνιζε ψάρια, όταν κάποιος του έφερε την είδηση πως πήραν την Πόλη οι Τούρκοι. Ο καλόγερος απάντησε πως μόνο αν τα ψάρια που τηγάνιζε έφευγαν από το τηγάνι και έπεφταν μέσα στο αγίασμα θα πίστευε ότι έγινε κάτι τέτοιο. Και πραγματικά τα ψάρια ζωντάνεψαν και έπεσαν μέσα στην πηγή του αγιάσματος. Μέχρι σήμερα, μέσα στη δεξαμενή της Ζωοδόχου Πηγής διατηρούνται επτά ψάρια και μάλιστα σαν να είναι μισοτηγανισμένα από τη μια πλευρά.
Πέρα όμως από θρύλους και παραδόσεις, η Παναγία μητέρα του Χριστού και μητέρα πάντων των χριστιανών, παραμένει για όλους μας η Πηγή της Ζωής, καθότι Εκείνη έφερε τη Ζωή, το Χριστό στον κόσμο, την ελπίδα και προστασία μας.
Τσαγκάρη Παναγιώτη
Θεολόγου
Ἀπολυτίκιον. Ηχος α´.
«῾Ο ναός σου, Θεοτόκε, ἀνεδείχθη παράδεισος, ὡς ποταμούς ἀειζώους, ἀναβλύζων ἰάματα· ᾧ προσερχόμενοι πιστῶς, ὡς Ζωοδόχου ἐκ Πηγῆς, ῥῶσιν ἀντλοῦμεν, καί ζωήν τήν αἰώνιον· πρεσβεύεις γάρ σύ, τῷ ἐκ σοῦ τεχθέντι Σωτῆρι Χριστῷ, σωθῆναι τάς ψυχάς ἡμῶν».