Κάποτε, ἕνας ἄρχοντας τῆς τσαρικῆς αὐλῆς, πῆγε νά συμβουλευτεῖ ἕναν περίφημο τότε γιά τήν ἀρετή του, ἱερέα τῆς Πετρούπολης:
-Πάτερ, πές μου, τί νά κάμω; Ἔχω πολλούς ἐχθρούς. Μέ μισοῦν «ματαίως»· χωρίς κανένα λόγο. Μέ συκοφαντοῦν στόν Τσάρο. Κινδυνεύω νά χάσω τή δουλειά μου. Ἂν ὁ Τσάρος πεισθῆ καί μέ ἀπολύσει, ποῦ θά σταθῶ; Πῶς θά ζήσω; Σᾶς παρακαλῶ, συμβουλέψετέ με. Τί νά κάμω;
-Νά προσεύχεσαι. Γιά ὅλους. Καί περισσότερο γιά αὐτούς πού ξεσηκώθηκαν ἐναντίον σου. Καί στό σπίτι. Ἀλλά καί στήν Ἐκκλησία, στή θεία Λειτουργία. Ἔχει μεγάλη σημασία αὐτό.
-Καί τί θά βγεῖ μέ αὐτό, πάτερ; εἶπε πικραμένος.
-Θά τό ἰδεῖς. Τά «ψίχουλα», οἱ μαργαρίτες -οἱ μερίδες πού βγάζει ὁ ἱερέας στήν προσκομιδή, ὅταν διαβάζει ὀνόματα- συμβολίζουν τίς ψυχές τῶν ἀνθρώπων· ζώντων καί κεκοιμημένων. Καί κάποια στιγμή, αὐτές τίς μερίδες ὁ παπᾶς τίς ρίχνει μέσα στό ἅγιο ποτήριο, μέ τά λόγια: «Ἀπόπλυνε, Κύριε, τά ἁμαρτήματα τῶν ἐνθάδε μνημονευθέντων δούλων σου, τῷ Αἵματί Σου τῷ Ἁγίῳ». Δηλαδή παρακαλεῖ τόν Χριστό νά ξεπλύνει μέ τό Αἷμα Του τίς ψυχές τῶν ἀνθρώπων πού μνημόνευσε.
Καί πρόσθεσε:
– Γι᾿ αὐτό, ἄν θέλεις, ἄκουσέ με. Γράψε τά ὀνόματα ἐκείνων πού σέ ἐπιβουλεύονται σέ ἕνα χαρτί καί δῶσε τα στόν ἱερέα, νά τά μνημονεύει στή λειτουργία· καί θά τό ἰδεῖς!
Ἀπό τότε πέρασαν μιά, δυό, τρεῖς ἑβδομάδες. Μετά ἀπό ἕνα μήνα, νάτος, πάλι στόν παπᾶ. Καί πέφτοντας μπροστά στά πόδια του, ἐξομολογήθηκε:
– Θαῦμα, πάτερ! Θαῦμα! Θαῦμα! Δέν θά τό πιστέψετε! Ἔκανα αὐτό πού μοῦ εἴπατε. Καί, νά! Αὐτοί πού μέχρι τώρα μέ μισοῦσαν, καί ἤθελαν τό κακό μου, τώρα μοῦ συμπεριφέρονται μέ τέτοιο σεβασμό, μοῦ δείχνουν τέτοια ἀγάπη πού δέν ξέρω, πῶς νά τό ἐξηγήσω. Τό στόμα τους, πού πρῶτα ἦταν ὅλο χολή, τώρα στάζει μέλι. Ὅπου καί νά σταθοῦν, μόνο καλές κουβέντες λένε γιά μένα!
Καί ὁ σεβάσμιος γέροντας συμπέρανε:
-Εἶδες, λοιπόν! Σοῦ τό ἔλεγα. Ἄφησε τό θέμα σου στό Θεό καί θά τό ἰδεῖς. Τώρα τό βλέπεις, ὁλοκάθαρα, πόσο ὁ Θεός φροντίζει γιά μᾶς. Πάντοτε λοιπόν, καί σύ «ἐν ψαλτηρίῳ» νά τό ἀνοίγεις τό κάθε σου πρόβλημα. Νά προσεύχεσαι. Ἰδιαίτερα γιά «τούς ἐχθραίνοντάς σοι ματαίως» (Ψαλμ. 3,8)· δηλαδή γιά ἐκείνους πού, χωρίς κανένα λόγο, σέ ἐπιβουλεύονται. Καί ὁ Θεός, θα τούς κάνει φίλους σου.
Ἅγιος Βαρσανούφιος