Τήν παραμονή τῆς Κυριακῆς τῆς Ἀπόκρεω ἡ Ἐκκλησία μᾶς καλεῖ σέ μιά παγκόσμια ἀνάμνηση ὅλων «τῶν ἀπ’ αἰῶνος κοιμηθέντων εὐσεβῶς, ἐπ’ ἐλπίδι ἀναστάσεως ζωῆς αἰωνίου». Αὐτή πραγματικά εἶναι ἡ μεγάλη ἡμέρα τῆς Ἐκκλησίας κατά τήν ὁποία προσευχόμαστε γιά τά κοιμηθέντα μέλη της. Γιά νά καταλάβουμε τό νόημα πού ὑπάρχει στή σχέση τῆς Μεγάλης Σαρακοστῆς καί τῆς προσευχῆς γιά τούς κοιμηθέντες θά πρέπει νά θυμηθοῦμε ὅτι μέσα στήν Ἐκκλησία βιώνουμε τό μυστήριο τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ.
Ἡ νέα ζωή πού μᾶς ἔδωσε ὁ Χριστός καί πού μεταβιβάζεται σέ μᾶς διά τῆς Ἐκκλησίας εἶναι πάνω ἀπ’ ὅλα μιά ζωή συνδιαλλαγῆς, «συναγωγῆς εἰς ἑνότητα ὅλων τῶν διεσκορπισμένων», ἡ ἀποκατάσταση τῆς θραυσμένης ἀπό τήν ἁμαρτία ἀγάπης. Ἀλλά πῶς εἶναι δυνατό ν’ ἀρχίσουμε ποτέ τήν ἐπιστροφή μας στό Θεό καί τή συμφιλίωσή μας μ’ Αὐτόν, ἄν ἀπό μέσα μας δέν ξαναγυρίσουμε στή μοναδική καινή ἐντολή τῆς ἀγάπης; Ζητᾶμε ἀπό τό Θεό νά θυμηθεῖ αὐτούς πού καί μεῖς θυμόμαστε καί τούς θυμόμαστε ἀκριβῶς γιατί τούς ἀγαπᾶμε. Προσευχόμενοι γι’ αὐτούς τούς συναντᾶμε ἐν Χριστῷ, ὁ ὁποῖος Ἀγάπη ἐστίν καί πού – ἀκριβῶς ἐπειδή εἶναι ἀγάπη – ξεπερνάει τό θάνατο πού εἶναι ἡ τελική νίκη τοῦ χωρισμοῦ καί τῆς ἔλλειψης τῆς ἀγάπης. Μέσα στό Χριστό δέν ὑπάρχουν ζωντανοί καί πεθαμένοι γιατί ὅλοι εἶναι ζῶντες ἐν Χριστῷ. Αὐτός εἶναι ἡ ζωή καί αὐτή ἡ Ζωή εἶναι τό φῶς τοῦ ἀνθρώπου. Ἀγαπώντας τό Χριστό ἀγαπᾶμε ὅλους ἐκείνους πού βρίσκονται ἐν Αὐτῷ.
Τό μυστήριο τοῦ θανάτου: Ὁ θάνατος παραμένει ἕνα σκάνδαλο ἀλλά καί ὁ ἔσχατος ἐχθρός σύμφωνα μέ τόν Ἀπόστολο Παῦλο (Α΄ Κορ. 15, 26). Ὅμως ὅλη ἡ Ἀκολουθία εὐωδιάζει ἀπό τή χαρά καί τό μήνυμα τῆς Ἀνάστασης. Ἄς σταθοῦμε γιά λίγο σέ μιά καταπληκτική περιγραφή τοῦ ἁγίου Θεοδώρου τοῦ Στουδίτου γιά τό τέλος τῆς ζωῆς μας: «Χριστέ, πανσόφως Σύ προώρισας, ἑκάστου τέλος ζωῆς, τόν ὅρον καί τόν τρόπον… δι’ οὕς ἐκάλυψεν τάφος ἐν πάσῃ χώρᾳ» (Ὄρθρος, Ὠδή α΄). Παράλογο θά ἔλεγε κανείς. Πῶς εἶναι δυνατόν ὁ ἱερεύς νά δίδει προτεραιότητα στό τέλος καί στή συνέχεια νά μιλᾶ γιά ὅρο; Ἐδῶ ὅμως ὁ τρόπος λαμβάνει ὅλη τή σημασία του. Ὁ Θεός ὁρίζει στόν κάθε ἄνθρωπο μιά ἀποστολή, ἡ ὁποία θά λέγαμε ἔχει ὁριοθετηθεῖ. Ἀλλά τό περιεχόμενό της, ὁ τρόπος αὐτῆς τῆς ζωῆς ἔχουν ἀφεθεῖ στήν ἀπεριόριστη έλευθερία τοῦ ἀνθρώπου.
Γιατί προσευχόμαστε γιά τούς κεκοιμημένους: Ποιό εἶναι τό νόημα τῶν προσευχῶν μας γιά τούς κεκοιμημένους; Μήπως ζητοῦμε ἀπό τό Θεό νά κάνει κάποια ἀδικία; Βεβαίως ὄχι. Μέ τήν προσευχή μας ἀποδεικνύουμε ὅτι οἱ κεκοιμημένοι δέν ἔζησαν μάταια. Μαρτυροῦμε, ὅτι μαζί μέ τά πολλά λάθη πού ἔκαμαν στή ζωή τους, βοήθησαν νά φυτευτεῖ ὁ σπόρος τῆς ἀγάπης. Προσευχόμαστε γι’ αὐτούς μέ ἀγάπη καί εὐγνωμοσύνη καί θυμόμαστε τήν παρουσία τους ἀνάμεσά μας. Ἡ προσευχή μας γι’ αὐτούς πρέπει νά στηρίζεται καί ἀπό τίς πράξεις μας, τή φιλάνθρωπη διάθεση καί τήν ἐλεημοσύνη. Ἐάν στή ζωή μας δέν καρποφορεῖ ὁ σπόρος πού αὐτοί ἔσπειραν μέσα μας, τότε οἱ προσευχές μας γι’ αὐτούς θά ΄ναι ἀληθινά ἀδύναμες. Πρέπει νἄμαστε σέ θέση νά λέμε: «Κοίταξε, Χριστέ μου, αὐτός ὁ ἄνθρωπος ἔζησε καί μ’ ἔκανε νά τόν ἀγαπήσω, μοὔδωσε παραδείγματα ν’ ἀκολουθήσω καί τα’ ἀκολουθῶ». Καί θἄρθει ἡ μέρα πού θά μποροῦμε νά λέμε: «Ὅ,τι καλό βλέπεις στή ζωή μου δέν εἶναι δικό μου. Ἐκεῖνος μοῦ τὄδωσε, πάρε το καί ἄς εἶναι αὐτό προσφορά στήν αἰώνια μνήμη του καί στή συγχώρεσή του».
Ἡ ζωή τοῦ καθενός μας δέν λήγει μέ τόν θάνατό μας πάνω στή γῆ καί τή γέννησή μας στόν ἄλλο κόσμο. Ἡ παρουσία μας σφραγίζει ὅποιον συναντήσουμε. Αὐτή ἡ εὐθύνη συνεχίζεται καί μετά θάνατον κι ἔτσι οἱ ζωντανοί συνδέονται μέ τούς κεκοιμημένους γιά τούς ὁποίους καί προσεύχονται. Ἡ προσευχή μας γι’ αὐτούς εἶναι οὐσιαστική γιατί ἐκφράζει τήν πληρότητα τῆς κοινῆς μας ζωῆς.
Προσευχές γιά τούς κεκοιμημένους:
Μνήσθητι Κύριε τῶν ἐπ’ ἐλπίδι ἀναστάσεως ζωῆς αἰωνίου κεκοιμημένων πατέρων καί ἀδελφῶν ἡμῶν, καί πάντων τῶν ἐν εὐσεβείᾳ καί πίστει τελειωθέντων, καί συγχώρησον αὐτοῖς πᾶν πλημμέλημα ἑκούσιόν τε καί ἀκούσιον, ἐν λόγῳ, ἤ ἔργῳ, ἤ κατά διάνοιαν πλημμεληθέν ὑπ’ αὐτήν.
Καί κατασκήνωσον αὐτούς ἐν τόποις φωτεινοῖς, ἐν τόποις χλοεροῖς, ἐν τόποις ἀναψύξεως, ἔνθα ἀπέδρα λύπη, πᾶσα ὀδύνη, καί στεναγμός, ὅπου ἡ ἐπισκοπή τοῦ ποσώπου σου εὐφραίνει πάντας τούς ἀπ’ αἰῶνος Ἁγίους σου.
Χάρισαι αὐτοῖς τήν Βασιλείαν σου, καί τήν μέθεξιν τῶν ἀφράστων καί αἰωνίων σου ἀγαθῶν, καί τῆς σῆς ἀπεράντου καί μακαρίας ζωῆς τήν ἀπόλαυσιν.