«Συζούμε! Τι κακό κάνουμε; Θέλει η κοπέλα μου, θέλω κι εγώ!»

 

Κάποτε ήλθε για εξομολόγηση στους Τρεις Ιεράρχες στον π. Επιφάνιο Θεοδωρόπουλο ένας φοιτητής, μέλος γνωστής χριστιανικής νεολαίας. Εκεί άρχισε μια συζήτηση για διάφορα θέματα, αλλά κυρίως για τα σαρκικά.

– Γιατί πάτερ Επιφάνιε να απαγορεύεται αυτό και κείνο και το άλλο, όταν πραγματοποιούνται από «ειλικρινή αγάπη», ερωτούσε ο νέος για τα διάφορα σαρκικά παραπτώματα; Γιατί να μην επιτρέπονται οι «δεσμοί» των νέων αγοριών και κοριτσιών;

Η συζήτησις ήταν μακρά και κοπιώδης, διότι ο νέος δεν δεχόταν να αντιληφθεί την πραγματικότητα, ότι δηλαδή ο Χριστός αναζητά καθαρότητα βίου εις κάθε τομέα, προ πάντων δε εις τον σαρκικό. Μας ξεκαθαρίζει με σαφήνεια ότι και το παραμικρό βλέμμα με σκοπό την επιθυμία της σαρκός αποτελεί μοιχεία μέσα εις την καρδία.

– Άκουσε παιδί μου, θεωρώ πιο τίμιο να αποδεχθείς ότι δεν διαθέτεις τη δύναμη να απαλλαγείς από αυτό το πάθος και να ζητήσεις να σε ελεήσει ο Θεός, παρά να ισχυρίζεσαι ότι αυτό δεν είναι αμαρτία. Πρόσεχε, αυτό αποτελεί τραγικό λάθος σου!

Μάλιστα, διαπράττεις κάτι πολύ χειρότερο από την αμαρτία της πορνείας! Μετατρέπεις το πάθος σου σε κάτι καλό και το κάνεις σημαία. Τροποποιείς το μεγάλο ατόπημα και προσπαθείς να το διαδώσεις και στους άλλους. Φρονώ πως δεν αμαρτάνεις πλέον από αδυναμία, αλλά από ιδεολογία. Αυτή η κατάσταση παγιώνει την ασθένειά σου σε αθεράπευτο και θανατηφόρο πνευματικό νόσημα. Δυστυχώς τα πάθη δημιουργούν τη δική τους παράλογη και αθεράπευτη λογική.

Είναι σε όλους γνωστό ότι η διαστροφή του Νόμου του Θεού συντελείται με πολλούς τρόπους.

α) Ένας από αυτούς είναι η αλλαγή του ορισμού της λέξεως «αμαρτία». «Αμαρτία», ισχυρίζονται με πονηρία, υπάρχει μόνον όταν διαπράττω κακό σε κάποιον. Αν ίσχυε ο συγκεκριμένος ορισμός, τότε πλήθος πράξεων που είναι βαρύτατες δεν θα εθεωρούντο αμαρτίες. Παράδειγμα τρανταχτό, τα ναρκωτικά, η ομοφυλοφιλία, το κάπνισμα, τα ποτά, η διαφθορά και όλα γενικώς τα σαρκικά αμαρτήματα, δεν θα ήταν αμαρτία, καθότι υποτίθεται ότι δεν προκαλούν κακό σε τρίτα πρόσωπα.

β) Τα ίδια τα διεφθαρμένα άτομα διατυπώνουν μια ακόμα πονηρά άποψη, ώστε να αιτιολογήσουν την απνευμάτιστη ζωή τους: «Δεν πρέπει να κάνουμε κάτι, εάν δεν το νιώθει η καρδιά μας!».

Με βάση αυτή τη συλλογιστική, ο άνθρωπος δεν προσεύχεται, δεν εκκλησιάζεται, δεν νηστεύει, δεν διαβιώνει ηθικά, εφόσον δεν το νιώθει ως επιτακτική ανάγκη μέσα του. Μα, άνθρωπέ μου, και εις στο σχολείο δεν νιώθει κανείς ότι πρέπει να φοιτήσει, αλλά είναι υποχρεωμένος να το πράξει, διότι διαφορετικά θα παραμείνει αγράμματος. Προφανέστατα, λοιπόν, το επιχείρημα του «τί νιώθει η καρδία», αποτελεί καταστρεπτικό στοιχείο του πεπτωκότος ανθρώπου.

γ) Εάν δεν αντιλαμβάνομαι, δεν καταλαβαίνω την προσευχή, τότε δεν προσεύχομαι.

Απαντούμε με τον εξής τρόπο: Ο καθηγητής κρατά στα χέρια του το γραπτό που εσύ παρέδωσες μαθαίνοντας το μάθημα «παπαγαλία». Και όμως, αυτός σε βαθμολογεί με άριστα, καθότι κατέβαλες κόπο για να το αποστηθίσεις. Έτσι ενεργεί και ο Θεός (ευλογεί τον κόπο και την προσπάθειά σου).

Ακόμη και όταν προσευχόμαστε, αλλά δεν καταφέρνουμε να κατανοούμε σωστά το περιεχόμενο. Εκείνος αποδέχεται ευχαρίστως την πρόθεση, τη διάθεση, την απόφαση, τον κόπο, την προσφορά του χρόνου και ολόκληρου του εαυτού μας προς Αυτόν. Τα παραλαμβάνει και τα επιμετρά με το πλήθος των οικτιρμών Του. Τα επευλογεί κατά το μέγα έλεός Του και την άπειρο αγάπη Του.

Επιπλέον, διατυπώνουν το κατάπτυστο επιχείρημα: «Κάνε ό,τι σου επιτάσσει η καρδιά σου. Αυτή να ακούς, και κανέναν άλλο».

Αυτή η συλλογιστική καταλήγει εις μεγάλη ανηθικότητα. Μήπως «υπακούοντας στην καρδιά σου», δηλαδή στα σαρκικά πάθη, μπορείς ελεύθερα να πορνεύεις, να απατάς τη σύζυγό σου, να διαλύεις τον γάμο σου κ.τ.λ.; Μα, άνθρωπέ μου, και η σύζυγός σου ενδεχομένως να νιώθει ότι «η καρδία της συγκινείται από τον γείτονα!». Είναι μήπως ελεύθερη να αμαρτήσει; Ασφαλώς όχι!

Αυτά και άλλα πολλά πονηρά επιχειρήματα προβάλλει ο διάβολος, για να σπρώξει τον άνθρωπο μέσα στα φοβερά τα δίκτυα του. Και δυστυχώς, πολλοί χριστιανοί, συνεργούσης και της σαρκός, συλλαμβάνονται από την πονηρά παγίδα. Υιοθετούν αυτές τις καταστρεπτικές απόψεις. Αυτές που τις εισήγαγε ο εχθρός διαστρέφοντας τη λογική τους με πολλή τέχνη και μαεστρία. Στο τέλος, βεβαίως, το αποτέλεσμα επέρχεται τραγικό και καταστρεπτικό για την πορεία και την ευτυχία του ανθρώπου.

Εν κατακλείδι σημειώνουμε τα εξής:

– Ο δρόμος προς την υγεία περνάει μέσα από την προσεκτική εφαρμογή των ιατρικών εντολών και τη λήψη των κατάλληλων φαρμάκων.

– Ο δρόμος προς την ασφαλή οικοδομή διέρχεται μέσα από την προσεκτική εκτέλεση των σχεδίων του μηχανικού.

– Και φυσικά, ο δρόμος προς την ευτυχία διέρχεται μέσα από την ακριβή και προσεκτική εφαρμογή όλων των εντολών του Θεού. Και φυσικά και όλων εκείνων που αναφέρονται στην αγνότητα, την εγκράτεια και τον πόλεμο του σαρκικού φρονήματος.

π. Επιφανίου Θεοδωροπούλου, Μαθητεία στις πηγές, εκδ. Υπακοή.