Τη δεύτερη Κυριακή του Τριωδίου διαβάζεται στις Εκκλησίες η παραβολή του ασώτου υιού, την οποία αναφέρει στο Ευαγγέλιό του ο Λουκάς από την οποία η ημέρα αυτή έλαβε το όνομά της.
Στην παραβολή του Ασώτου, ο Ιησούς Χριστός διδάσκει την αξία της συγχώρησης και το μεγαλείο της μετάνοιας, δύο από τους ακρογωνιαίους λίθους στη διδασκαλία της Εκκλησίας.
Ο Λουκάς γράφει ότι κάποτε υπήρχε ένας πατέρας που είχε δύο γιους. Ο νεώτερος, κάποια στιγμή, ζήτησε το μερίδιο της κληρονομιάς του κι έφυγε σε μακρινές χώρες, όπου σπατάλησε την περιουσία του «ζῶν ἀσώτως». Τα χρήματα κάποτε τελείωσαν και στην περιοχή έπεσε μέγας λιμός. Αναγκάστηκε να γίνει χοιροβοσκός και να προσπαθεί να χορτάσει από τα ξυλοκέρατα, που έτρωγαν τα γουρούνια.
Μέσα στη παραζάλη του θυμήθηκε την αρχοντική ζωή στο πατρικό σπίτι. Θυμήθηκε πως ακόμα και οι δούλοι του πατέρα του ζούσαν ασύγκριτα καλύτερη ζωή από τη δική του. Τότε πήρε τη μεγάλη απόφαση να γυρίσει στο σπίτι του και να ζητήσει από τον πατέρα του να τον συγχωρήσει και να τον προσλάβει ως δούλο του. Όμως, ο στοργικός πατέρας του τον δέχτηκε ως γιο του και τον περιποιήθηκε δεόντως, παρά τις διαμαρτυρίες του μεγάλου γιου του, γιατί «νεκρὸς ἦν καὶ ἀνέζησε, καὶ ἀπολωλὼς ἦν καὶ εὑρέθη».
Η «εβδομάδα του Ασώτου»: Την εβδομάδα του Ασώτου γίνεται «κατάλυση στα πάντα» όλες τις ημέρες, εκτός της Τετάρτης και Παρασκευής, οπότε ακολουθείται αυστηρή νηστεία, όπως τη Μεγάλη Τεσσαρακοστή.
Την Πέμπτη αυτής της εβδομάδας υπάρχει το έθιμο της Τσικνοπέμπτης, κατά το οποίο καταναλώνονται αφειδώς κρεατικά, μέσα σε πανηγυρικό κλίμα.
Την τελευταία ημέρα της εβδομάδας τιμώνται οι ψυχές των τεθνεώτων, στο πρώτο από τα δύο Ψυχοσάββατα, που αναγνωρίζει η Ορθόδοξη χριστιανική Εκκλησία.