Η Τίνα ήταν διαρκώς θυμωμένη με τον άνδρα της, γιατί κάθε φορά καθυστερούσε να έρθει το βράδυ στο σπίτι. Με κόπο προσπαθούσε να διατηρήσει το φαγητό ζεστό, τα παιδιά πεινούσαν και καυγάδιζαν, και το καθυστερημένο συμμάζεμα της κουζίνας μετά το φαγητό της χαλούσε όλη τη βραδιά. Η Τίνα αγαπούσε τον προγραμματισμό κι αυτή η κατάσταση την ενοχλούσε πολύ.
Τα πράγματα άλλαξαν όταν άλλαξε και αυτή τακτική. Άρχισε να σερβίρει το φαγητό στην ώρα του, είτε είχε έρθει ο άνδρας της είτε όχι. Εκείνος κατέληγε να βρίσκει το φαΐ του κρύο και έπρεπε μόνος του να το ζεστάνει και να καθίσει μόνος του να φάει. Δεν πέρασαν λίγες μέρες και ο άνδρας της τα κατάφερνε να έρχεται στην ώρα του κάθε βράδυ!
Τα όρια της Τίνας, να σερβίρει το φαγητό στην κανονική ώρα και να τρώει μαζί με τα παιδιά, τη βοηθούσαν να μη νιώθει πληγωμένη και αγχωμένη όπως πριν. Το πρόγραμμά της κυλούσε κανονικά, τα παιδιά είχαν βρει τη σειρά τους και δεν χρειαζόταν πια να θυμώνει.
Μια αμερικάνικη παροιμία λέει: «Μη θυμώνεις, καλύτερα εκδικήσου!». Κάτι τέτοιο, όμως, δεν θα ωφελούσε σε τίποτε. Γι’ αυτό και προτιμούμε να αλλάξουμε την παροιμία: «Μη θυμώνεις, καλύτερα βάλε όρια!».
Όρια ζωής, σσ. 160-161, εκδ. «Η έλαφος», Αθήνα 2008.