Κάποιο βράδυ, ενώ ο όσιος Θεοδόσιος του Κιέβου (1029-1074) εργαζόταν, ήρθε ο οικονόμος της Μονής, που ονομαζόταν Αναστάσιος, και ανέφερε πως δεν υπήρχαν χρήματα για την προμήθεια του φαγητού της επόμενης μέρας!
-Όπως βλέπεις, απάντησε ατάραχα ο όσιος, τώρα είναι βράδυ και ως το ξημέρωμα έχουμε καιρό. Πήγαινε λοιπόν να προσευχηθείς. Κάνε λίγη υπομονή και ο Θεός θα μεριμνήσει.
Όταν ο υποτακτικός έφυγε, ο όσιος μπήκε στο εσωτερικό διαμέρισμα του κελιού του για να κάνει, όπως συνήθιζε, τον κανόνα του, τις καθορισμένες δηλαδή ατομικές του προσευχές. Μετά την προσευχή έρχεται πάλι ο οικονόμος και τον ενοχλεί για το ίδιο ζήτημα.
-Δεν σου είπα, απάντησε ο όσιος, να κάνεις προσευχή; Ησύχασε, και το πρωί πηγαίνεις στην πόλη και αγοράζεις με πίστωση ό,τι έχουμε ανάγκη. Αργότερα, όταν ο Θεός μας στείλει χρήματα, εξοφλούμε το χρέος. Είναι αξιόπιστος Εκείνος που λέει: «Μὴ οὖν μεριμνήσητε εἰς τὴν αὔριον, ἡ γὰρ αὔριον μεριμνήσει αὑτῆς» (Ματ. 6, 34). Ο Κύριος δεν θα μας στερήσει την ευλογία Του.
Μετά την αναχώρηση του οικονόμου, παρουσιάστηκε στο κελί του οσίου ένας φωτεινός νέος με στρατιωτική ενδυμασία. Έκανε μια υπόκλιση, άφησε στο τραπέζι ένα χρυσό νόμισμα και, χωρίς να πει τίποτε, απομακρύνθηκε. Ο όσιος σηκώθηκε και πήρε στα χέρια του το χρυσό νόμισμα, δοξολογώντας με δάκρυα στα μάτια τον Θεό. Το πρωί φώναξε τον πορτάρη για να μάθει αν μπήκε κανείς τη νύχτα στο μοναστήρι. Εκείνος τον βεβαίωσε πως η πόρτα παραμένει ακόμη κλειστή από τη δύση του ήλιου και πως κανένας δεν ήρθε. Έπειτα κάλεσε τον οικονόμο.
-Πώς λες, αδελφέ Αναστάσιε, ότι δεν έχουμε χρήματα; Με αυτό το χρυσό νόμισμα πήγαινε και αγόρασε ό,τι μας χρειάζεται.
Ο οικονόμος δεν μπόρεσε να αντιληφθεί την ευλογία του Θεού. Νόμισε πως δεν είχε ψάξει καλά και γι’ αυτό έβαλε μετάνοια, ζητώντας συγγνώμη.
-Αδελφέ, τον νουθέτησε ο όσιος, να μην απελπίζεσαι ποτέ, αλλά να είσαι δυνατός στην πίστη και κάθε σου στενοχώρια να την αναθέτεις στον Κύριο. Αυτός φροντίζει για τις ανάγκες μας! Να ετοιμάσεις μάλιστα σήμερα πλούσιο γεύμα στους αδελφούς γιατί είναι ημέρα θείας επισκέψεως. Και σαν φτωχύνουμε, ο Θεός πάλι θα φροντίσει.
Πατερικόν των Σπηλαίων του Κιέβου, Διηγήσεις από τη ζωή και τα κατορθώματα των οσίων πατέρων της Κιεβο-Πετσέρσκαγια Λαύρας, Απόδοση από τα ρωσικά, σσ. 55-56, εκδ. Ιεράς Μονής Παρακλήτου, Ωρωπός Αττικής 19955