Γράφει ο άγιος Μάξιμος ο ομολογητής: «Ο ανθρωπάρεσκος ενδιαφέρεται μόνο για την εξωτερική συμπεριφορά, και βέβαια και για τους λόγους του κόλακα. Θέλει με τη συμπεριφορά του να κλέβει την όραση, και με τον κόλακα την ακοή εκείνων που ευχαριστούνται ή και καταπλήσσονται μόνο από όσα ακούνε και όσα βλέπουν και που μόνον με την αίσθηση ορίζουν την αρετή. Λέμε λοιπόν ότι ανθρωπαρέσκεια είναι η επίδειξη που κάνει κάποιος της δήθεν αρετής του με πράξεις και λόγους».
Να λοιπόν ποια είναι η μεγάλη αυτή πνευματική ασθένεια της ανθρωπαρέσκειας. Αυτή η έννοια μας να αρέσουμε στους άλλους.
Είναι φοβερό πάθος αυτό. Θέλουμε με εξωτερικές κινήσεις να αποσπούμε επαίνους, την καλή γνώμη των άλλων.
Πολλές φορές μέσα στους κόλπους της Εκκλησίας εμφανίζεται αυτή η φοβερή μάστιγα. Άνθρωποι που κάνουνε έναν πνευματικό αγώνα, γλυκαίνονται από την αναγνώριση του κόσμου. Ξεχνούν γιατί κάνουνε τον αγώνα τους. Ξεχνούν την πηγή των αρετών τους που είναι ο Θεός. Και έτσι εστιάζουν στον εαυτό τους, σε ένα αυτοείδωλο που θέλουν να δημιουργήσουν για να αποκομίσουν μια «εκκλησιαστική» καταξίωση.
Η πνευματική ζωή κρύβει πολλούς κινδύνους. Πολλές παγίδες προέρχονται από τον μισόκαλο διάβολο που θέλει την αιώνια καταστροφή μας. Όμως οι περισσότερες παγίδες στήνονται από εμάς τους ιδίους, που αποπροσανατολιζόμαστε από τον έναν και μοναδικό μας στόχο που είναι ο Χριστός. Στόχος μας παύει να είναι η καλλιέργεια μιας βαθιάς σχέσης με τον Κύριο. Στόχος μας γίνεται το να κτίσουμε ένα καλό όνομα μέσα στην κοινωνία, μέσα στην Εκκλησία. Γίνεται αυτοσκοπός η διατήρηση της «έξωθεν καλής μαρτυρίας». Εσωτερική εργασία δεν γίνεται. Κρατούμε μόνο όσα φαίνονται προς τα έξω. Κάνουμε μόνο όσα επιβεβαιώνουν την ηθική μας στα μάτια των άλλων. Θεός μας πλέον γίνεται η άποψη των άλλων. Δεν υπάρχει προσευχή, δεν υπάρχει μετάνοια, δεν υπάρχει κατάνυξη. Δεν υπάρχει πραγματική αρετή. Το μόνο που υπάρχει είναι ένα αδυσώπητο κυνηγητό εξωτερικών πράξεων και λόγων μόνο και μόνο για εντυπωσιασμό των άλλων.
Δεν ζούμε ενάρετη ζωή αλλά υποκρινόμαστε ότι τη ζούμε. Η ανθρωπαρέσκεια είναι μια κατάσταση κατά την οποία ο άνθρωπος επιλεκτικά διαλέγει τι θα πει, τι θα φάει, πώς θα ντυθεί, με ένα και βασικό κριτήριο· να ανέβει στην εκτίμηση των άλλων. Ο άνθρωπος υποδουλώνεται σε συμπεριφορές για να πετύχει τον σκοπό του. Φοβάται να εκφραστεί ελεύθερα, να κινηθεί όπως νιώθει, διότι υπάρχει πάντα ένας φόβος. Ο φόβος «τι θα πει ο κόσμος». Ο φόβος ότι μπορεί να χάσει την έγκριση των άλλων. Και έτσι ευνουχίζει τη ζωή του, την προσωπικότητά του. Και αν όλα αυτά συμβαίνουν μέσα στους κόλπους της Εκκλησίας κατά την διάρκεια ενός πνευματικού αγώνα, που δυστυχώς καταλήγει ένα αγώνας πονηρίας και υποκρισίας, φανταστείτε τι γίνεται και γενικότερα στις σχέσεις των ανθρώπων μέσα στην καθημερινότητα της ζωής.
Αρχιμ. Παύλος Παπαδόπουλος