Η αγία ένδοξος και πανεύφημος Μαρία η Μαγδαληνή υπήρξε η πιστή και αφοσιωμένη Μαθήτρια του Ιησού, η ακόλουθος της Υπεραγίας Θεοτόκου, η διακόνισσα του Κυρίου και των αποστόλων, η εκλεκτή Μυροφόρος, η ευαγγελίστρια της Αναστάσεως, η ισαπόστολος και κήρυκας της πίστεως. Σ’ αυτήν δόθηκε η χάρις να δει πρώτη μετά την Ανάσταση, μαζί με τη Θεοτόκο, τον Αναστάντα Ιησού. Αυτή μετέφερε τη χαρμόσυνη είδηση στους αποστόλους για την Ανάσταση του Κυρίου. Μέσα στα ιερά Ευαγγέλια δοξάζεται από τους αγίους τέσσερις Ευαγγελιστές, ως πρώτη μετά τη Θεοτόκο, Μαθήτρια και Μυροφόρος. Οι Πατέρες της Εκκλησίας μας τη χαρακτηρίζουν σεμνή και σοφή παρθένα με ψυχική ωραιότητα. Η αγία Μαρία η Μαγδαληνή υπήρξε ωραίο και ευγενικό παράδειγμα γυναικείας αφοσιώσεως, που φθάνει στην αυταπάρνηση και τον ηρωισμό.
*
Καταγωγή: Το όνομα «Μαρία» είναι λέξη εβραϊκή και σημαίνει η πικραθείσα, αλλά υψωθείσα και δοξασθείσα. Κατά μια άλλη ετυμολογία σημαίνει το ανατέλλον άστρο της αυγής, ο αυγερινός. Πατρίδα της ήταν η πόλη Μάγδαλα, γι’ αυτό ονομάστηκε Μαγδαληνή από τον τόπο καταγωγής της. Τα Μάγδαλα, κατά πάσα πιθανότητα, βρίσκονταν στη Γαλιλαία, στη νοτιοδυτική όχθη της λίμνης Τιβεριάδος. Καταγόταν από πλούσια και επιφανή οικογένεια. Οι γονείς της, ο Σύρος και η Ευχαριστία, ήταν εξαιρετικά ελεήμονες και φιλεύσπλαχνοι. Ζούσαν με φόβο Θεού και τηρούσαν τις εντολές του μωσαϊκού Νόμου.
Όταν άρχισε η Μαρία να μεγαλώνει, δεν θέλησε να ασχοληθεί με τα συνηθισμένα έργα των γυναικών της εποχής, δηλαδή να υφαίνει, να γνέθει και να φτιάχνει λαμπρά υφάσματα, αλλά διάλεξε να επιδοθεί στις σπουδές και πήγε κοντά σε διδάσκαλο να μάθει γράμματα. Έτσι μελέτησε όλη την Παλαιά Διαθήκη και ιδιαιτέρα αγάπησε το Ψαλτήρι και τις Προφητείες. Εντρυφώντας στα βιβλία αυτά, ανίχνευε τις προρρήσεις των Προφητών για την έλευση του Μεσσία Χριστού. Μετά τον θάνατο των γονέων της, ενώ είχε πλέον κάθε ελευθερία και εξουσία να περάσει τη ζωή της μέσα στη ραθυμία, την άνεση και την πολυτέλεια, συνέχισε να ζει με μελέτη και προσευχή. Απέρριπτε την τρυφή, την καλοπέραση και τις ηδονές. Μοίραζε τα πλούτη της και τα υπάρχοντά της σε όποιους είχαν ανάγκη. Με την ελεήμονα καρδιά της και τη γενναιόδωρη μεγαλοψυχία της, άδειαζε τα επίγεια ταμεία της και συγκέντρωνε στα ουράνια θησαυρούς άφθαρτους και αιώνιους. Διάλεξε να ακολουθήσει τον δρόμο της αγνείας και της παρθενίας. Για να διαφυλάξει την καθαρότητα του σώματος και της ψυχής, απέφευγε τις πολλές συναναστροφές και κοσμικές εκδηλώσεις. Βλέποντας αυτή την υψηλή, ενάρετη και ένθεη πολιτεία της ο εχθρός του ανθρωπίνου γένους, ο διάβολος, τη φθόνησε. Όρμησε εναντίον της με όλη του τη δύναμη. Την πολιόρκησε με τα σκοτεινά και πονηρά μηχανεύματα και τεχνάσματά του και έστειλε επτά πονηρά πνεύματα να την κυριεύσουν.
*
Τα επτά δαιμόνια: Από τα επτά πονηρά πνεύματα ο Κύριος τη θεράπευσε και τη λύτρωσε. Διότι η Μαρία πλησίασε τον Ιησού Χριστό με θερμή καρδιά και πίστη και έλαβε από τον Ιατρό των ψυχών και των σωμάτων την ίαση και τη θεραπεία (βλ. Μαρ. 16, 9 και Λουκ. 8, 1-3).
Διαβάζομε στο κατά Λουκάν άγιο Ευαγγέλιο (8,1 -3): «Και τότε, συνέβηκε στη συνέχεια ο Ιησούς να περιοδεύει κατά πόλεις και χωριά, κηρύττοντας και ευαγγελιζόμενος τη βασιλεία του Θεού. Και ήταν οι δώδεκα μαθητές μαζί του, και μερικές γυναίκες που ήταν θεραπευμένες από πνεύματα κακά και από ασθένειες, η Μαρία, που καλείται Μαγδαληνή, από την οποία είχαν εξέλθει επτά δαιμόνια, και η Ιωάννα, η γυναίκα του Χουζά, του επιτρόπου του Ηρώδη, και η Σουσάνα και άλλες πολλές, οι οποίες τους διακονούσαν από τα υπάρχοντά τους».
Στον βίο της αγίας Μαρίας της Μαγδαληνής διατυπώνεται η άποψη ότι τα επτά δαιμόνια είναι τα αντίθετα των επτά αρετών. Δηλαδή πνεύμα αφοβίας Θεού, πνεύμα ασυνεσίας, πνεύμα αγνωσίας, πνεύμα ψεύδους, πνεύμα κενοδοξίας, πνεύμα επάρσεως, πνεύμα κάλλους. Και όλα αυτά είναι αντίθετα και αντίπαλα όλων των αρετών. Γιατί κάθε αμαρτία έχει τον δαίμονά της, δηλαδή το πνεύμα που την ενεργεί.
Είναι κατασυκοφάντηση και βλάσφημος λόγος εναντίον της αγίας Μαρίας της Μαγδαληνής, η ταύτισή της με την αμαρτωλή γυναίκα του Ευαγγελίου, η οποία στο σπίτι του Φαρισαίου άλειψε τα πόδια του Ιησού με μύρα. Έχει γίνει δυστυχώς μεγάλη παρερμηνεία των περικοπών του ιερού Ευαγγελίου από ορισμένους συγγραφείς, ακόμη και εκκλησιαστικούς, διότι ταύτισαν την αγία Μαρία τη Μαγδαληνή με την αμαρτωλή γυναίκα, η οποία έπλυνε τα πόδια του Κυρίου με τα δάκρυά της και τα άλειψε με μύρο, δείχνοντας τη συντριβή της, τον σπαραγμό της καρδιάς της, και τη μετάνοιά της για τις αμαρτίες της (βλ. Λουκ. 7, 36-50).
Γι’ αυτήν μιλά ο ιερός Λουκάς ανώνυμα: «Κκαὶ ἰδοὺ γυνὴ ἐν τῇ πόλει ἥτις ἦν ἁμαρτωλός» (Λουκ. 7, 37). Στο αμέσως επόμενο κεφάλαιο (Λουκ. 8, 1-3), ο Λουκάς μιλάει για την αγία Μαρία τη Μαγδαληνή και αναφέρεται στη θεραπεία της από τον Ιησού. Αν η Μαρία η Μαγδαληνή ήταν η αμαρτωλός γυναίκα, ο άγιος Ευαγγελιστής δεν θα απέκρυπτε το όνομά της, ενώ αμέσως παρακάτω μιλάει συγκεκριμένα και ονομαστικά γι’ αυτήν και για τη θεραπεία της από τα επτά δαιμόνια. Το όνομα της αμαρτωλής και πόρνης γυναικός δεν αναγράφεται πουθενά μέσα στα ιερά Ευαγγέλια. Η αγία Μαρία η Μαγδαληνή όμως αναφέρεται συγκεκριμένα και ονομαστικά μετά τη θεραπεία της, ως μαθήτρια και ακόλουθος του Κυρίου και της Θεοτόκου Μητρός Του, ως διακόνισσα των Αποστόλων και ως πρώτη των Μυροφόρων.
Άλλωστε αν διαβάσει κανείς τα δύο κεφάλαια θα διαπιστώσει καθαρά ότι πρόκειται για δύο διαφορετικές διηγήσεις. Στην ορθόδοξη υμνολογία της Μεγάλης Εβδομάδας, γίνεται πολύ καθαρά η διάκριση μεταξύ των γυναικείων αυτών προσώπων. Της πόρνης γυναικός που άλειψε μύρα τον Κύριο, της οποίας τη μνήμη οι θειότατοι Πατέρες θέσπισαν την Αγία και Μεγάλη Τετάρτη. Και της αγίας Μαρίας της Μαγδαληνής ως Μυροφόρου και ευαγγελιστρίας της Αναστάσεως του Σωτήρος Ιησού. Η σύγχυση γύρω από το ιερό πρόσωπο της αγίας Μαρίας της Μαγδαληνής προήλθε από τη Δύση.
*
Μαθήτρια του Κυρίου και ακόλουθος της Θεοτόκου: Μετά τη θεραπεία της από τον Κύριο, η Μαρία συναισθανόμενη τη μεγάλη ευεργεσία, γεμάτη ευγνωμοσύνη για τα αγαθά που αξιώθηκε, άφησε τα πάντα και άρχισε να ακολουθεί τον Κύριο, όπως έκαναν οι μαθητές και απόστολοι.
Ενδύθηκε η μακαρία Μαρία κάθε αρετή και αγαθότητα και εγκατέλειψε τα αγαθά του κόσμου, πλούτη, δόξα, ωραιότητα. Έβλεπε τους χωλούς να θεραπεύονται, τους τυφλούς να αναβλέπουν, τα δαιμόνια να εκδιώκονται, να επιτιμώνται και να διασκορπίζονται από τον Δεσπότη Χριστό, τους παραλύτους να περπατούν. Από όλα αυτά και από τις μαρτυρίες των Γραφών καταλάβαινε ότι Αυτός είναι ο αναμενόμενος ελευθερωτής του Ισραήλ. Έτσι η μακαρία Μαρία κατενόησε πλήρως και πίστεψε ότι Αυτός είναι αληθινός Υιός του Θεού. Και Τον ακολουθούσε πιστά και αφοσιωμένα, μαζί με άλλες γυναίκες, υπηρετώντας Αυτόν και τους μαθητές Του και όσους Τον ακολουθούσαν. Τα πλούτη της, την περιουσία της, όλα τα διέθεσε στη διακονία των μαθητών και του Κυρίου (βλ. Λουκ. 8, 2). Η διακονία της αυτή έγινε αιτία να συνδεθεί στενά με τη Μαρία του Κλωπά και τη Σαλώμη (βλ. Μαρ. 15, 40). Αλλά και με τη Μητέρα Του, Θεοτόκο Παρθένο Μαριάμ, συνδέθηκε με σύνδεσμο φιλίας και αγάπης και με τους συγγενείς της (βλ. Ιω. 19, 25). Και με όλους αυτούς που ακολουθούσαν τον Χριστό, όλη τη συνοδεία των μαθητών και μαθητριών. Μάλιστα, ξεχώρισε μέσα στη συνοδεία των μαθητριών ως πρώτη μετά τη Θεοτόκο, όπως ο Πέτρος ξεχώριζε ως πρώτος μεταξύ των αποστόλων.
*
Σταύρωση του Κυρίου: Βρισκόταν στη Σταύρωση του Κυρίου (βλ. Λουκ. 23, 49) όπου μαζί με τη Θεοτόκο Μαρία και τις υπόλοιπες γυναίκες παρέμεινε μέχρι την τελευταία στιγμή, σπαράσσοντας από πόνο και αγωνία. Να πώς παρουσιάζουν πολύ παραστατικά οι άγιοι ευαγγελιστές Ματθαίος, Μάρκος και Ιωάννης την παρουσία της αγίας Μαρίας Μαγδαληνής στη Σταύρωση του Κυρίου:
«Και ήταν εκεί πολλές γυναίκες από μακριά που έβλεπαν, οι οποίες ακολούθησαν τον Ιησού από τη Γαλιλαία και τον διακονούσαν. Μεταξύ των οποίων ήταν η Μαρία η Μαγδαληνή και η Μαρία, η μητέρα του Ιακώβου και του Ιωσήφ, και η μητέρα των γιων του Ζεβεδαίου» (Ματ. 27, 55-56).
«Και ήταν και γυναίκες από μακριά που κοιτούσαν, μεταξύ των οποίων και η Μαρία η Μαγδαληνή και η Μαρία, η μητέρα του Ιακώβου του μικρού και του Ιωσή, και η Σαλώμη, οι οποίες, όταν ο Ιησούς ήταν στη Γαλιλαία, τον ακολουθούσαν και τον διακονούσαν. Ήταν επίσης και πολλές άλλες που ανέβηκαν μαζί του στα Ιεροσόλυμα» (Μαρ. 15, 40-41).
«Αφετέρου είχαν σταθεί κοντά στο σταυρό του Ιησού η μητέρα του και η αδελφή της μητέρας του, η Μαρία η γυναίκα του Κλωπά, και η Μαρία η Μαγδαληνή» (Ιω. 19, 25).
Από απόσταση παρακολουθούσαν δακρυσμένες, με πόνο και σπαραγμό ψυχής οι μαθήτριες του Ιησού μαζί με τη Θεοτόκο την πορεία του Κυρίου προς τον Γολγοθά και την ανάρτησή Του επί του Σταυρού. Παρακολουθούν το δράμα του Διδασκάλου τους και συμπαραστεκόντουσαν στη θλιμμένη Μητέρα Του. Δίπλα στον Σταυρό, μαζί με τη Θεοτόκο και τον αγαπημένο μαθητή του Κυρίου, Ιωάννη, η Μαρία ζει το αποκορύφωμα του θείου Δράματος. Εκεί, ακούει τον Κύριο να αρθρώνει τις τελευταίες Του λέξεις. Να απευθύνει τον τελευταίο Του λόγο στη Μητέρα Του, λέγοντας: «Ἴδε ὁ υἱός σου» (Ιω. 19, 26). Και στον αγαπημένο Του μαθητή Ιωάννη: «Ἰδοὺ ἡ μήτηρ σου» (Ιω. 19, 27). Και η Μαγδαληνή ξεσπά σε θρήνο που συνοδεύει τον θρήνο της Παναγίας Μητέρας, που σπαράζει και οδύρεται, ακούγοντας τον αγαπημένο Της Υιό, να αφήνει την τελευταία του λέξη «Τετέλεσται» (Ιω. 19, 30) μαζί με την τελευταία ανθρώπινη πνοή Του επάνω στον Σταυρό.
*
Μυροφόρος και ευαγγελίστρια της Αναστάσεως: Κάτω από τον Σταυρό, στέκεται η θαυμαστή Μαρία και περιμένει με δέος. Βλέπει με προσοχή τι γίνεται. Δύο κρυφοί μαθητές του Κυρίου εμφανίζονται, ο Ιωσήφ από την Αριμαθαία και ο Νικόδημος. Πήραν την άδεια από τον Πιλάτο να θάψουν το Σώμα του Κυρίου. Αποκαθήλωσαν το Πανάγιο Σώμα από τον Σταυρό, το τύλιξαν με ευλάβεια και σεβασμό στο λευκό σεντόνι. Το άλειψαν με σμύρνα και αλόη και το ενταφίασαν μέσα στο λαξευμένο καινούργιο μνήμα, σε ένα κήπο δίπλα στον Γολγοθά (βλ. Ματ. 27, 61∙ Μαρ. 15, 47∙ Λουκ. 23, 55).
Οι δύο Μαθητές, Νικόδημος και Ιωσήφ ενταφίασαν το άγιο Σώμα του Κυρίου, αφού το άλειψαν μόνον με σμύρνα και αλόη. Αρώματα δεν πρόφτασαν να βάλουν, γιατί πλησίαζε ήδη η νύχτα. Μετά τον ενταφιασμό αποχώρησαν. Οι μαθήτριες όμως δεν έφυγαν από τον Τάφο. Δεν μπόρεσαν να αποχωριστούν τον λατρευτό τους Διδάσκαλο και Σωτήρα, ακόμη και τώρα που Εκείνος είναι νεκρός. Σιγά – σιγά αρχίζει να πέφτει η νύχτα και το σκοτάδι να απλώνεται. Οι μαθητές κρύφτηκαν για τον φόβο των Ιουδαίων.
Έτσι η Μαρία η Μαγδαληνή με τις άλλες γυναίκες επέστρεψαν στα Ιεροσόλυμα και αγόρασαν τα μύρα από την Παρασκευή το βράδυ, διότι το Σάββατο υπήρχε αργία, σύμφωνα με τον μωσαϊκό Νόμο. Το βράδυ του Σαββάτου, όταν η αργία έληξε, αγόρασαν και άλλα αρώματα.
Φαίνεται από τα άγια Ευαγγέλια ότι οι Μυροφόρες ήταν πολλές και πήγαν στον Τάφο όχι μία φορά, αλλά δύο και τρεις φορές εκείνο το βράδυ του Σαββάτου. Πρώτη απ’ όλες πήγε στον τάφο του Ιησού η Θεοτόκος, έχοντας μαζί της τη Μαρία τη Μαγδαληνή, νύχτα ακόμη πολύ πριν ξημερώσει. «Και αργά τη νύχτα το Σάββατο, ενώ φώτιζε η πρώτη ημέρα μετά το Σάββατο, ήρθε η Μαριάμ η Μαγδαληνή και η άλλη Μαρία, για να δουν τον τάφο» (Ματ. 28, 1).
Η Παρθενομήτωρ έφθασε τη στιγμή που έγινε ο σεισμός, αποκυλίστηκε η πέτρα και άνοιξε ο τάφος, ενώ οι φύλακες ήταν παρόντες και συγκλονισμένοι από τον φόβο. Γι’ αυτό μετά τον σεισμό, αυτοί σηκώθηκαν και έτρεξαν αμέσως να φύγουν. Για την Παναγία πρώτα ανοίχτηκε ο ζωηφόρος εκείνος Τάφος και γι’ Αυτήν άστραψε ο άγγελος, ώστε Αυτή με το πλούσιο φως του αγγέλου όχι μόνο να δει ότι ο Τάφος ήταν άδειος, αλλά και τα εντάφια να είναι τακτοποιημένα και πολυτρόπως να μαρτυρούν την έγερση του Κυρίου.
Η θεομήτωρ Μαρία, συνοδευομένη από τις άλλες Μυροφόρες, επέστρεφε με χαρά μεγάλη για να αναγγείλει στους μαθητές το χαρμόσυνο γεγονός της Αναστάσεως. Τότε ο Ιησούς παρουσιάστηκε μπροστά τους και τις χαιρέτησε. Η Θεοτόκος, όταν συνάντησε τον Υιό της και Θεό, πρώτη από όλες τις άλλες είδε και αναγνώρισε τον Αναστάντα. Πρώτη μίλησε μαζί Του και έπιασε τα άχραντα πόδια Του. Πρώτη από όλους τους ανθρώπους, η Θεοτόκος δέχθηκε το Ευαγγέλιο της Αναστάσεως του Κυρίου.
Αλλά και η Μαρία η Μαγδαληνή ξαναπήγε μαζί με άλλες γυναίκες. Η Μαρία η Μαγδαληνή, όμως, έμεινε κοντά στον Τάφο και έκλαψε γοερά γιατί χάθηκε το Σώμα του Κυρίου της και δεν ήξερε ποιος το πήρε. Τότε παρουσιάστηκαν μπροστά της δύο Άγγελοι. Από την εμφάνιση των δύο Αγγέλων η Μαρία μένει έκπληκτη, θαμπωμένη από το παράδοξο θέαμα. «Γυναίκα, γιατί κλαις; Ποιον ζητείς;», τη ρώτησαν. Και εκείνη είπε: «Πήραν τον Κύριό μου από το μνημείο, και δεν γνωρίζω πού τον έβαλαν». Τότε, στράφηκε πίσω η Μαρία και είδε τον Ιησού! Και εκείνος τη ρώτησε: «Γυναίκα, γιατί κλαις; Ποιον ζητείς;». Εκείνη δεν Τον αναγνώρισε παρά μόνο όταν ο Ιησούς την αποκάλεσε με το όνομά της. Μετά από αυτά η Μαρία πήγε στους μαθητές και τους ανέφερε ότι είδε τον Κύριο και όλα όσα της είπε (Ιω. 20, 11-18).
Μεγάλη τιμή για τη Μαρία να αξιωθεί να δει τον Κύριο, πρώτη μετά τη Θεοτόκο. Μεγάλη τιμή να μιλήσει μαζί Του, μετά τη Θεοτόκο και να τη στείλει στους μαθητές, να μάθουν και αυτοί τη χαρμόσυνη είδηση. Έγινε έτσι η Μαρία η Μαγδαληνή απόστολος των αποστόλων, κήρυκας των μαθητών, ευαγγελίστρια των ευαγγελιστών . Ο Χριστός τη διάλεξε γι’ αυτή τη υψηλή διακονία και αποστολή.
*
Ισαπόστολος: Μετά από όλα αυτά η Μαρία η Μαγδαληνή έμεινε στα Ιεροσόλυμα, μαζί με την Υπεραγία Θεοτόκο και τις άλλες γυναίκες. Ύστερα από την Ανάληψη του Κυρίου στους Ουρανούς, όπως διαβάζομε στις Πράξεις των Αποστόλων, συνήθιζαν να συγκεντρώνονται στο υπερώο και να προσεύχονται μαζί με τους αποστόλους και όλους τους μαθητές του Κυρίου. Εκεί στα Ιεροσόλυμα, η αγία Μαρία η Μαγδαληνή επιδόθηκε σε σπουδαίο φιλανθρωπικό έργο μαζί με τη Θεοτόκο, μοιράζοντας τα πλούτη της στους φτωχούς.
Ύστερα από την επιφοίτηση του Αγίου Πνεύματος την ημέρα της Πεντηκοστής, οι απόστολοι διασκορπίσθηκαν σε διάφορους τόπους για να κηρύξουν το Ευαγγέλιο, σε όλα τα έθνη και σε όλους τους λαούς, όπου τους κατηύθυνε το Άγιο Πνεύμα. Και η μακαρία Μαρία, όπως λέει κάποια παράδοση, ξεκίνησε να φτάσει στη Ρώμη, για να ζητήσει από τον Καίσαρα Τιβέριο να αποδώσει δικαιοσύνη για τον άδικο θάνατο του Ιησού Χριστού. Ακολουθώντας τον δρόμο και τη ζωή των αποστόλων, αρχίζει τη μακρινή οδοιπορία, καταφρονώντας κόπους, εμπόδια και δυσκολίες. Καθοδόν διδάσκει και κηρύττει. Διηγείται και διακηρύττει την Ανάσταση του Κυρίου. Αφού δικάστηκαν και τιμωρήθηκαν οι σταυρωτές του Κυρίου, η μακαρία Μαρία η Μαγδαληνή κατήχησε τους πιστούς στη Ρώμη και τους στερέωσε στην πίστη. Και αφού κήρυξε στη Ρώμη, περιηγήθηκε όλη την Ιταλία και Γαλλία. Και επέστρεψε στα Ιεροσόλυμα, αφού πρώτα πέρασε από την Αίγυπτο, τη Φοινίκη, τη Συρία και την Παμφυλία. Σε όλες αυτές τις χώρες δίδασκε και κήρυττε το Ευαγγέλιο και την πίστη στον Αναστάντα Ιησού. Στα Ιεροσόλυμα παρέμεινε για μικρό διάστημα μαζί με την Υπεραγία Θεοτόκο, ως την Κοίμησή της.
Κατά την παράδοση της Εκκλησίας μας, η αγία Μαρία Μαγδαληνή μετέβη κατόπιν στην Έφεσο, όπου ζούσε και δίδασκε ο αγαπημένος μαθητής του Ιησού, ο Ιωάννης. Στην Έφεσο συναντήθηκε με τον Ιωάννη, συμμετείχε στο κήρυγμά του και έγινε βοηθός του και συμπαραστάτης του στις δοκιμασίες και στις θλίψεις του, στη φυλάκισή του και σε όλα του τα δεινά. Στην Έφεσο, η αγία, οδήγησε πολλούς στην πίστη και στην επίγνωση της αλήθειας. Ο λαός της Εφέσου την τίμησε και την ευλαβήθηκε δεόντως. Μετά τον θάνατό της το πάντιμο και πάνσεπτο σώμα της ενταφιάσθηκε οσιοπρεπώς από τον άγιο απόστολο και ευαγγελιστή Ιωάννη, σε ένα σπήλαιο κοντά στην Έφεσο, όπου αργότερα εκοιμήθηκαν οι επτά παίδες εν Έφέσω. Κατά την ώρα της ταφής, έγιναν πολλά θαύματα, καθώς και στους μετέπειτα χρόνους. Μέχρι σήμερα, η αγία δεν σταμάτησε να θαυματουργεί.
*
Το έτος 890 μ.Χ. ο βασιλεύς Λέων Στ΄ ο Σοφός (886-912), έκανε ανακομιδή του αγίου λειψάνου της και το μετέφερε από την Έφεσο στην Κωνσταντινούπολη. Μαζί με τον αδελφό του Αλέξανδρο, το έλαβε επάνω στους ώμους του και το απέθεσε με ευλάβεια στον Ναό που αυτός έκτισε επ’ ονόματι του αγίου και τετραημέρου φίλου του Χριστού Λαζάρου στην Κωνσταντινούπολη. Το άγιο λείψανο τοποθετήθηκε μάλιστα στο αριστερό μέρος του ιερού Βήματος, μέσα σε ασημένια θήκη.
Επίσης το ιερό χέρι της μυροφόρου και ισαποστόλου Μαρίας της Μαγδαληνής, βρίσκεται στην ιερά και σεβάσμια Μονή της Σιμωνόπετρας, στο Άγιο Όρος.
Η Εκκλησία μας εορτάζει τη μνήμη της αγίας Μυροφόρου και Ισαποστόλου Μαρίας Μαγδαληνής στις 22 Ιουλίου. Επίσης τη συνεορτάζει μαζί με τις άλλες Μυροφόρες άγιες Γυναίκες, την τρίτη Κυριακή μετά το Πάσχα, την Κυριακή των Μυροφόρων.