Όποιος ποτέ δεν τρόμαξε από τον ίδιο τον εαυτό του, αυτός δεν ξέρει για τον φόβο. Αφού όλα τα εξωτερικά τέρατα, τα οποία τρομάζουν τον άνθρωπο, βρίσκονται μέσα του, και μάλιστα, στην ανόθευτη ουσία τους.
Υπάρχει κάποια άβυσσος μέσα μας, πάνω από την οποία όταν ο άνθρωπος μια φορά σκύψει παραμένει έως τον θάνατο θαμπωμένος και τρομαγμένος. Όλοι οι κόσμοι μπορούν να χωρέσουν σ’ αυτήν την άβυσσο και να μην την γεμίσουν. Και παρόλες τις ονομασίες μας αυτή η άβυσσος -ψυχή, νους, θέληση, αισθήματα, επιτεύγματα, πάθη, εσωτερικός άνθρωπος- αυτή η συνείδηση της αβύσσου παραμένει ανείπωτη, ανεπίλεκτη, και ακατονόμαστη.
Ο άνθρωπος εκτείνεται μέχρι εκεί όπου εκτείνεται η πείνα του. Η έκταση ενός άγριου πάει έως το βλέμμα των ματιών του. Η έκταση ενός πνευματικού ανθρώπου που έχει ανώτερες αναζητήσεις, πάει πέρα από τα όρια ολόκληρου κόσμου. Ας μεταμορφωθεί όλο το σύμπαν σ’ ένα τραπέζι και όλα τα δώρα του ας στρωθούν σ’ αυτό το τραπέζι- ένας πνευματικός άνθρωπος θα σηκωθεί από αυτό. Επειδή είναι «θείο δώρο» για τους πνευματικούς ζητιάνους, αυτό το στολισμένο με κάθε λαμπρότητα εορταστικό σύμπαν.
Το σύμπαν δεν υπάρχει για να χορτάσει την πείνα, αλλά για να την προκαλέσει. Πώς μπορεί αυτό να χορτάσει την πείνα ενός πνευματικού ανθρώπου; Πώς μπορεί το σύμπαν να χορτάσει εκείνον που αυτό το ίδιο του προκάλεσε την πείνα;
Αγ. Νικολάου Βελιμίροβιτς, Στοχασμοί περί καλού και κακού, σσ. 32-33.