Ἕνα ζωντανό θαῦμα τῆς Παναγίας ἔζησαν στόν Ἑλληνοϊταλικό πόλεμο οἱ στρατιῶτες τοῦ 51ου ἀνεξαρτήτουτάγματος, μὲ διοικητή τὸν ταγματάρχῃ Πετράκη, στήν κορυφογραμμή τοῦ Ῥοντένη, δεξιὰ τῆς θρυλικῆς Κλεισούρας.
Κάθε βραδύ, ἀπό τίς 22-1-41 και ἔπειτα, στίς 9:20 ἀκριβῶς, τὸ βαρύ ἰταλικό πυροβολικό ἄρχιζε βολή ἐναντίοντοῦ τάγματος Πετράκη καὶ τοῦ δρόμου, ἂπ’ ὄπου περνοῦσαν τὰ μεταγωγικά. Πέρασαν ἡμέρες καὶ τὸ κακὸ συνεχιζόταν, δημιουργώντας ἐκνευρισμὸ καὶ ἀπώλειες.
Τολμηροὶ ἀνιχνευτὲς τῶν ἐμπροσθοφυλακῶν καὶ ἀεροπόροι ἐξαπολύθηκαν μέχρι βαθιὰ στίς ἰταλικὲς γραμμές, ἀλλὰ ἐπέστρεψαν ἄπρακτοι. Δέν μποροῦσαν νά ἐντοπίσουν τὰ ἰταλικὰ πυροβόλα, ἴσως γιατὶ οἱ Ἰταλοὶ κάθε βραδὺ τὰ μετακινοῦσαν. Ἦταν ὅμως ἀπολύτη ἀνάγκη νά ἐντοπισθοῦν οἱ ἐχθρικὲς θέσεις. Ἕνα βράδυ τοῦ Φεβρουαρίου ἀκούστηκαν πάλι οἱ ὁμοβροντίες τῶν ἰταλικῶν κανονιῶν.
– Παναγία μου! φώναξε τότε ὁ ταγματάρχης ἐντελῶς αὐθόρμητα. Βοήθησέ μας! Σῶσε μας ἂπ’ αὐτοὺς τοὺς δαίμονες.
Ἀμέσως στὸ βάθος πρόβαλε ἕνα φωτεινὸ σύννεφο. Σιγά-σιγά σχημάτισε κάτι σὰν φωτοστέφανο. Καὶ κάτω ἂπ’ αὐτὸ μερικὰ ἀσημένια συννεφάκια σχημάτισαν τή μορφὴ τῆς Παναγίας, ἡ ὁποία ἄρχισε νά γέρνει πρὸς τή γή καὶ στάθηκε σ’ ἕνα φάραγγι, ἀνάμεσα σὲ δύο ὑψώματα τοῦ Μπούμπεση. Τὸ ὅραμα τὸ εἶδαν ὅλοι στό τάγμα καὶ ῥίγησαν.
– Θαῦμα! βροντοφώναξε ὁ ταγματάρχης.
– Θαῦμα! ἐπανέλαβαν οἱ στρατιῶτες καὶ σταυροκοπήθηκαν.
Ἀμέσως ἔφυγε ἕνας σύνδεσμος μὲ σημείωμα τοῦ Πετράκη γιά τὴν πυροβολαρχία τοῦ Τζήμα. Σὲ δέκα λεπτὰ βρόντησαν τὰ ἑλληνικὰ κανόνια καὶ σὲ εἴκοσι ἐσίγησαν τὰ ἰταλικά. Οἱ ὀβίδες μας εἶχαν πετύχει ἀπόλυτα τὸν στόχο.