Πάντοτε νά θυμᾶσαι μέ ἀγάπη τόν Θεό σου καί τήν ἀγάπη Του γιά μᾶς. Ὅλα ὅσα βλέπεις στόν οὐρανό καί στή γῆ, στόν τόπο τῆς κατοικίας σου, σέ «ξύνουν», γιά νά θυμᾶσαι τόν Κύριό σου καί τήν ἀγάπη Του, πού μέσα Της κλείνει κι ἐμᾶς.
Κάθε πλάσμα τοῦ Θεοῦ φανερώνει τήν ἀγάπη Του σ’ ἐμᾶς. Βλέποντας λοιπόν καί ἀπολαμβάνοντας τά δημιουργήματά Του, λέγε μέσα σου:
«Αὐτό εἶναι ἔργο τῶν χειρῶν τοῦ Θεοῦ μου καί ἔχει δημιουργηθεῖ γιά χάρη μου.
Αὐτοί οἱ φωστῆρες τοῦ οὐρανοῦ, ὁ ἥλιος, τό φεγγάρι καί τά ἄλλα ἀστέρια εἶναι δημιουργήματα τοῦ Κυρίου μου, γιά νά φωτίζουν ὅλη τήν οἰκουμένη κι ἐμένα.
Αὐτή ἡ γῆ πού πάνω της ζῶ, πού δίνει τούς καρπούς της σέ μένα καί στά ζῶα μου, αὐτή, μαζί μέ ὅ,τι ἔχει, εἶναι τοῦ Κυρίου μου δημιούργημα.
Αὐτό τό νεράκι πού ποτίζει ἐμένα καί τά ζῶα μου, εἶναι τοῦ Κυρίου μου ἀγαθό.
Αὐτά τά ζῶα πού μοῦ δουλεύουν, εἶναι δημιουργήματα τοῦ Κυρίου μου καί τά ἔθεσε στήν ὑπηρεσία μου.
Αὐτό τό σπίτι, ὅπου κατοικῶ, εἶναι δῶρο τοῦ Θεοῦ καί μοῦ τό ἔδωσε γιά τήν ἀνάπαυσή μου.
Αὐτή ἡ τροφή πού τρώγω, εἶναι ἀγαθό τοῦ Θεοῦ καί μοῦ τή δίνει γιά ἐνίσχυση καί παρηγοριά τῶν ἀδυναμιῶν τοῦ σώματός μου.
Αὐτό τό ροῦχο πού φοράω, μοῦ τό ἔδωσε ὁ Κύριος καί Θεός μου γιά νά καλύψω τό γυμνό μου σῶμα.
Αὐτή ἡ μορφή τοῦ Χριστοῦ, εἶναι ἡ μορφή τοῦ Σωτήρα μου, πού κατέβηκε στόν πάμπτωχο κόσμο γιά χάρη μου, γιά νά σώσει ἐμένα πού ἤμουν ‘’ἀπολωλός’’. Ὑπέφερε καί πέθανε γιά μενα, κι ἔτσι μέ ἐξαγόρασε ἀπό τήν ἁμαρτία, τόν διάβολο, τόν θάνατο, τόν ἅδη. Προσκυνῶ τήν ἀνέκφραστη φιλανθρωπία Του!
Αὐτή ἡ μορφή τῆς Θεοτόκου, εἶναι ἡ μορφή τῆς Ὑπεραγίας Κόρης, πού γέννησε ‘’ἀσπόρως’’ τόν Κύριό μου καί Θεό Ἰησοῦ Χριστό. ‘’Εὐλογημενη Σύ ἐν γυναιξί’’ ἡ μητέρα, πού γέννησες ‘’ἐν σαρκί’’ τόν Θεό, ‘’καί εὐλογημένος ὁ καρπός τῆς κοιλίας Σου’’ (Λουκ. 1, 42). ‘’Μακάρια ἡ κοιλία ἡ βαστάσασα’’ τόν Κύριο καί Θεό μου ‘’καί μαστοί οὕς ἐθήλασε’’ (Λουκ. 11, 27).
Αὐτή ἡ μορφή τοῦ Προδρόμου, εἶναι ἡ μορφή τοῦ μεγάλου ἐκείνου προφήτη πού ἔστειλε ὁ Θεός ‘’πρό προσώπου’’ τοῦ Κυρίου μου Ἰησοῦ Χριστοῦ. Αὐτός ἀνήγγειλε στούς ἀνθρώπους τήν ἔλευσή Του, λέγοντας, ‘’Ἴδε ὁ ἀμνός τοῦ Θεοῦ ὁ αἵρων τήν ἁμαρτίαν τοῦ κόσμου’’ (Ἰω. 1, 29), καί τέλος ἀξιώθηκε νά Τόν βαπτίσει στά νερά τοῦ Ἰορδάνη.
Αὐτή ἡ μορφή τοῦ Ἀποστόλου, εἶναι ἡ μορφή τοῦ μαθητή τοῦ Κυρίου μου πού συναναστράφηκε μαζί Του, Τόν ἄκουσε νά διδάσκει, Τόν εἶδε νά θαυματουργεῖ καί ἀργότερα νά βασανίζεται γιά τή σωτηρία τοῦ κόσμου, ν’ ἀνασταίνεται ἀπό τόν τάφο καί ν’ ἀνεβαίνει στόν οὐρανό.
Αὐτή ἡ μορφή τοῦ μάρτυρα, εἶναι ἡ μορφή τοῦ ἥρωα ἐκείνου πού ἀντιστάθηκε ‘’μέχρις αἵματος’’ γιά τήν τιμή τοῦ Χριστοῦ μου, καί πού γιά τό ὄνομά Του δέν λυπήθηκε οὔτε τήν ἴδια του τή ζωή. Κι ἔτσι, μέ τή σπονδή τοῦ αἵματός του, στερέωσε τήν ἱερότατη καί μόνη ἀληθινή πίστη μας.
Αὐτός ὁ ἱερός λόγος πού ἀκούω, ἡ Ἁγία Γραφή, εἶναι ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ, εἶναι λόγια ἀπό τό στόμα Του. Τά χείλη τοῦ Κυρίου μου τά εἶπαν. Καί τώρα, μές ἀπ’ αὐτά, ὁ Θεός μοῦ λέει: ‘’Ἀγαθός ὁ νόμος τοῦ στόματός μου ὑπέρ χιλιάδας χρυσίου καί ἀργυρίου’’ (Ψαλ. 118, 72). Κύριε δός μου αὐτιά, γιά ν ἀκούω τόν λόγο Σου!
Αὐτός ὁ ἅγιος οἶκος, ἡ ἐκκλησία, ὅπου βρίσκομαι, εἶναι ναός τοῦ Θεοῦ, μέσα στόν ὁποῖο προσφέρεται ὁμαδική λατρεία καί δοξολογία πρός τόν Κύριό μου ὑπέρ τῶν πιστῶν ἀδελφῶν μου.
Αὐτές οἱ ψαλμωδίες, οἱ ὑμνωδίες καί οἱ κοινές προσευχές εἶναι οἱ ἦχοι μέ τούς ὁποίους ὕμνοι, εὐχαριστίες, αἶνοι καί δοξολογίες ἀναπέμπονται στό ἅγιο ὄνομα τοῦ Θεοῦ μου.
Αὐτός ὁ ἁγιασμένος, ἄνθρωπος, ὁ ἐπίσκοπος ἤ ὁ ἱερέας, εἶναι ὁ πλησιέστερος ὑπηρέτης τοῦ Θεοῦ μου, πού Τοῦ στέλνει προσευχές γιά μένα τόν ἁμαρτωλό καί γιά ὅλο τόν κόσμο.
Αὐτός ὁ ἄνθρωπος πού κηρύσσει τόν θεῖο λόγο, εἶναι ὁ ἀπεσταλμένος τοῦ Θεοῦ μου καί φανερώνει σ’ ἐμένα καί στούς ἄλλους ἀνθρώπους τόν δρόμο τῆς σωτηρίας.
Αὐτός δίπλα μου – ὁ κάθε ἄνθρωπος – εἶναι ὁ ἀδελφός μου. Εἶναι τό πιό ἀγαπημένο δημιούργημα τοῦ Κυρίου μου, πού πλάστηκε – ὅπως κι ἐγώ – ἁμάρτησε, ἀλλά ἐξαγοράστηκε – ὅπως κι᾿ ἐγώ – μέ τό αἷμα τοῦ Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ, τοῦ Σωτήρα μου, καί καλέστηκε μέ τόν θεῖο λόγο στήν αἰώνια ζωή. Πρέπει νά τόν ἀγαπάω, ἀφοῦ εἶναι τό ἀγαπημένο δημιούργημα τοῦ Θεοῦ μου. Νά τόν ἀγαπάω σάν τόν ἴδιο τόν ἑαυτό μου. Νά μήν τοῦ κάνω αὐτό πού δέν θά ἤθελα νά γίνει στόν ἑαυτό μου, ἀλλά ἐκεῖνο πού θά ἤθελα· γιατί καί ὁ Θεός μου ἔτσι μέ πρόσταξε».
Τέλος, ἀδελφέ μου, κάθε γεγονός καί κάθε πράγμα μπορεῖ καί πρέπει νά ξυπνάει μέσα σου τήν ἀνάμνηση καί τήν ἀγάπη πρός τόν Κύριό σου, δείχνοντάς σου συγχρόνως καί τή δική Του ἀγάπη γιά σένα. Γιατί ἀκόμα κι αὐτή ἡ τιμωρία ἤ ἡ δοκιμασία, πού συχνά μᾶς στέλνει, προέρχεται ἀπό τήν ἀγάπη Του γιά μᾶς, καθώς τό τονίζει καί ἡ Γραφή: «Ὅν ἀγαπᾶ Κύριος παιδεύει» (Παρ. 3, 12).
Μνημόνευε λοιπόν παντοῦ, σέ κάθε περίσταση καί σέ κάθε πράγμα, τό ὄνομα τοῦ Κύριου καί Θεοῦ σου. Πρόσεχε νά μήν ξεχνᾶς τόν εὐεργέτη σου, ὅταν ἀπολαμβάνεις τίς εὐεργεσίες Του, γιά νά μήν Τοῦ φανεῖς ἀχάριστος· γιατί ἡ λησμοσύνη πρός τόν εὐεργέτη εἶναι φανερό σημεῖο ἀχαριστίας.
Καί μήν ξεχνᾶς πώς ἡ μεγαλύτερη, ἡ ὕψιστη εὐεργεσία Του, σ’ ἐμᾶς εἶναι ὅτι ὁ Χριστός, ὁ μονογενής Υἱός Του, ἀπό ἄκρα συγκατάβαση ἦρθε στή γῆ, καί μέ τό τίμιο αἷμα Του καί τά παθήματά Του μᾶς ἐξαγόρασε ἀπό τόν διάβολο, τόν ἅδη καί τό θάνατο. Ἔτσι, μέ τό ἀκατάλυτο ἔργο Του, ἀνοίχθηκε γιά τό ἀνθρώπινο γένος ἡ πηγή τοῦ θείου ἐλέους.
Πρέπει λοιπόν κι ἐμεῖς πάντοτε ν᾿ ἀτενίζουμε μέ πίστη σ᾿ αὐτό τό μεγάλο καί ἀκατάληπτο στό νοῦ ἔργο τοῦ Θεοῦ καί νά τό θυμόμαστε διαρκῶς. Καί τόν Θεό, πού ἀγάπησε τόσο πολύ ἐμᾶς, τούς ἀνάξιους, νά Τόν εὐγνωμονοῦμε ἀπό τά βάθη τῆς καρδιᾶς μας· νά προσκυνοῦμε, νά ὑμνοῦμε, νά εὐχαριστοῦμε καί νά δοξάζουμε τό ἅγιο ὄνομά Του μέ τήν καρδιά καί τά χείλη:
«Εὐλογητός Κύριος ὁ Θεός τοῦ Ἰσραήλ, ὅτι ἐπεσκέψατο καί ἐποίησε λύτρωσιν τῷ λαῷ αὐτοῦ, καί ἤγειρε κέρας σωτηρίας ἡμῖν ἐν τῷ οἴκῳ Δαβίδ τοῦ παιδός αὐτοῦ» (Λουκ. 1, 68-69).
Γιά νά θυμᾶσαι τήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ!
Ἁγίου Τύχωνος τοῦ Ζαντόνσκ