Στις ιερές Ακολουθίες που τελούνται στους Ναούς μας, κατά τη διάρκεια της Μεγάλης Τεσσαρακοστής, ακούμε να διαβάζεται η ευχή του αγίου Εφραίμ του Σύρου:
«Κύριε καί Δέσποτα τῆς ζωῆς μου, πνεῦμα ἀργίας, περιεργίας, φιλαρχίας, καί ἀργολογίας μή μοι δῷς.
Πνεῦμα δέ σωφροσύνης, ταπεινοφροσύνης, ὑπομονής καί ἀγάπης χάρισαί μοι τῷ σῷ δούλῳ.
Ναί, Κύριε Βασιλεῦ, δώρησαί μοι τοῦ ὁράν τά ἐμά πταίσματα, καί μή κατακρίνειν τόν ἀδελφόν μου, ὅτι εὐλογητός εἶ εἰς τούς αἰῶνας τῶν αἰώνων. Αμήν».
Τι μας λέει, όμως, η συγκεκριμένη προσευχή;
Κύριε καί Δέσποτα τῆς ζωῆς μου: Από τον πρώτο στίχο ο πιστός, αναθέτει την πορεία και την κατάληξη της ζωής του στον Κύριο και Θεό, τον οποίο αναγνωρίζει ως μοναδικό αυθέντη του και δεσπότη του. Η δεσποτεία αυτή είναι μια ομολογία αφοσίωσης, αφιέρωσης και πλήρους εμπιστοσύνης στον Θεό και δεν περικλείει κάποιο ίχνος δουλοπρέπειας. Επιπλέον δε, υποδηλοί την ευεργετική ταπεινοφροσύνη του προσευχομένου, πού είναι βασική προϋπόθεση για μια καθαρή προσευχή και αποτελεί τέλος σύντομη ομολογία πίστεως.
Πνεῦμα ἀργίας, περιεργίας, φιλαρχίας, καί ἀργολογίας μή μοι δῷς: Είναι ο Θεός πού δίδει πονηρούς λογισμούς και πνεύμα αμαρτίας στον άνθρωπο; Σίγουρα όχι , διότι ούτε εκπειράζει τον άνθρωπο, ούτε είναι πηγή του κακού. Πλην όμως, επειδή είναι ο «Κύριος και δεσπότης της ζωής», είναι εκείνος ο οποίος παραχωρεί διάφορες καταστάσεις για την παιδαγωγία του ανθρώπου. Χωρίς το θέλημά Του, δεν συμβαίνει ούτε κάτι ωφέλιμο, ούτε επιβλαβές.
Τα πάθη αυτά που παρατίθενται συνδέονται μεταξύ τους. Έχουν να κάνουν όλα ανεξαιρέτως με την αγωνιστικότητα του πιστού και τον πειρασμό της ραθυμίας. Αργία είναι να μην επιτελεί ο πιστός πνευματικό αγώνα, κόπους και έργα προς σωτηρία δική του και ωφέλεια των άλλων. Περιέργεια είναι η δειλία και μικροψυχία. Δηλαδή ο πιστός, πριν από τον αγώνα, να περιεργάζεται κάθε δυσκολία, να δειλιά και να πέφτει σε απελπισία. Η φιλαρχία είναι η φιλοπρωτία. Ο πιστός οφείλει να είναι διάκονος του πλησίον και όχι να ζητά να εξουσιάζει και να ξεχωρίζει. Αργολογία, είναι η φλυαρία, το πονηρό ρήμα, η κατάκριση, η καταλαλιά, αλλά και κάθε ρήμα, που δεν είναι ούτε ωφέλιμο, ούτε βλαβερό, αλλά είναι ουδέτερο και ανώφελο. Η αργολογία γεννάται κατά τον απόστολο Παύλο, στους ανθρώπους που δεν εργάζονται, αλλά περιεργάζονται και διέρχονται τα σπίτια των χριστιανών, καταλαλώντας και ζώντας εις βάρος τους.
Πνεῦμα δέ σωφροσύνης, ταπεινοφροσύνης, ὑπομονής καί ἀγάπης χάρισαί μοι τῷ σῷ δούλῳ: Την προσευχή για την αποφυγή των παθών, διαδέχεται μία έκκληση για δωρεά αρετών. Οι αρετές είναι δοσμένες από τον Θεό και όχι ατομικά επιτεύγματα.
Σωφροσύνη είναι η εγκράτεια νου και σώματος, πού επιτυγχάνεται με άσκηση. Ταπεινοφροσύνη είναι η πλήρης εξάρτηση από τον Θεό, η υποταγή του θελήματός μας. Η υπομονή και η αγάπη νικούν κάθε αίσθημα φιλοπρωτίας και αργολογίας, θέτουν τον χριστιανό διάκονο και έσχατο των αδελφών του, συντηρούν την ταπεινοφροσύνη και τη χαρά και τον οδηγούν στην τελειότητα.
Ναί, Κύριε Βασιλεῦ, δώρησαί μοι τοῦ ὁράν τά ἐμά πταίσματα, καί μή κατακρίνειν τόν ἀδελφόν μου, ὅτι εὐλογητός εἶ εἰς τούς αἰῶνας τῶν αἰώνων: Και πάλι μια αποδοχή και ομολογία της βασιλείας και της κυριότητας του Θεού στις ζωές μας, ο Οποίος είναι ευλογητός. Δηλαδή άξιος δόξας και ευχαριστίας, για τα χαρίσματα που μας παρέχει, αλλά και γιατί είναι σίγουρο και ασφαλές πως θα εισακούσει την προσευχή της τεταπεινωμένης μας ύπαρξης. Η κατάκριση του αδελφού γεννάει τη σύγκριση, την υπερηφάνεια και το μίσος. Αντίθετα, ο αυτοέλεγχος και η αυτομεμψία ταπεινώνουν τον άνθρωπο, τον κάνουν αληθινά σοφό και του δίνουν τη διάκριση να βλέπει τον Θεό, τον εαυτό του και τους γύρω του πολύ καθαρά.