Τὴν Ε΄ Κυριακὴ τῶν Νηστειῶν τιμᾶται ἡ Ὁσία Μαρία Αἰγυπτία, ἡ ὁποία κοιμήθηκε εἰρηνικὰ τὴν 1η Ἀπριλίου. Τὸ διδακτικότατο καὶ θαυμαστὸ βίο της, ποὺ ἔγινε προσφιλὲς ἀνάγνωσμα ὄχι μόνο τῶν μοναχῶν ἀλλὰ καὶ ὅλων τῶν χριστιανῶν, διέσωσε ὁ Ἅγιος Σωφρόνιος Πατριάρχης Ἱεροσολύμων. Καὶ προβάλλεται ἡ ὁσία Μαρία ὡς πρότυπο ἀλλὰ καὶ ἔμπρακτος καρπὸς ἀσκήσεως.
Ἐκεῖνος ποὺ εἰσέρχεται στὸ στάδιο τοῦ πνευματικοῦ ἀγώνα μὲ φιλοτιμία, ἰσχυρὴ βούληση καὶ εἰλικρινῆ μετάνοια γιὰ τὸν πρότερο ἔκλυτο καὶ βορβορώδη βίο δέχεται πλούσια τὴ θεία χάρη. Φθάνει στὴ χαρισματικὴ ἀπάθεια.
Γράφεται στὸ Συναξαριστή: «Ἡ Ὁσία Μαρία ἦταν ἀπὸ τὴν Αἴγυπτον, ζήσασα δὲ πρότερον μὲ ἀκολασίαν, χρόνους δεκαεπτά, ὕστερον ἔδωκε τὸν ἑαυτόν της ἡ μακαρία εἰς ἄσκησιν καὶ ἀρετήν… Καὶ τόσον πολλὰ ὑψώθη διὰ μέσου της ἀπαθείας, ὥστε ὁπού ἐπεριπάτει ἐπάνω εἰς τὰ νερὰ καὶ τοὺς ποταμούς, χωρὶς νὰ καταβυθίζεται… Εἰς τὴν ἔρημον ἔζησεν ἡ τρισολβία χρόνους τεσσαρακονταεπτά, χωρὶς νὰ ἰδῆ ἄνθρωπον, μόνον δὲ τὸν Θεὸν εἶχε θεατήν της. Καὶ τόσον ἠγωνίσθη, ὥστε ἀπόκτησε μίαν ζωὴν ἐπὶ γῆς, ἀγγελικὴν τε καὶ ὑπὲρ ἄνθρωπον».
Ἡ ἀπάθεια στὴν ὁποία ἔφθασε ἡ Ὁσία Μαρία εἶναι φυσικὸς καρπὸς νήψης καὶ ἄσκησης. Ὁ ἀπαθὴς βιώνει τὴν κατὰ Θεὸν νηπιότητα· καθίσταται ἀτάραχος καὶ ἄφοβος, ἀφοῦ ἐνδυναμώνεται ἀπὸ τὴ χάρη τοῦ Θεοῦ. Συχνὰ δὲν αἰσθάνεται τὴν πείνα, τὴ δίψα, τὸν πόνο ἢ τὴν ἀνάπαυση. Ὁ νοῦς του εἶναι στραμμένος στὸν Θεὸ (Ὅσιος Πέτρος Δαμασκηνός). Ὁ ἀπαθὴς δουλαγωγεῖ τὸ σῶμα μὲ τὴν ἄσκηση, ἐνῶ ταυτόχρονα κόπτει τὸ «ἴδιον θέλημα» καὶ ἐγκολπώνεται τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ.
Γιὰ τοὺς ἁγίους Πατέρες ἡ ἀπάθεια δὲ νοεῖται ὡς ἀπόλυτη ψυχικὴ ἀταραξία, ὅπως ὑποστήριζαν οἱ ἀρχαῖοι Στωικοί, οὔτε ὡς νέκρωση τοῦ παθητικοῦ μέρους τῆς ψυχῆς. Ἀπάθεια εἶναι ἡ εἰρηνικὴ κατάσταση τῆς ψυχῆς, κατὰ τὴν ὁποία αὐτὴ γίνεται δυσκίνητη πρὸς τὴν κακία, διδάσκει ὁ Ἅγιος Μάξιμος Ὁμολογητής. Ὅμως ἀνάλογα μὲ τὴν πνευματικὴ ὡριμότητα τοῦ Χριστιανοῦ παρουσιάζει ὁρισμένες διαβαθμίσεις.
Διακρίνονται τέσσερα εἴδη ἀπάθειας: Ἡ πρώτη βιώνεται ἀπὸ τοὺς ἀρχάριους ὡς τέλεια ἀποχὴ ἀπὸ ἐμπαθεῖς πράξεις. Ἡ δεύτερη ὡς ὁλοκληρωτικὴ ἀποβολὴ τῶν πονηρῶν λογισμῶν ἀπὸ τὴ διάνοια. Τὸ τρίτο εἶδος ἀφορᾶ τὴν παντελῆ ἀκινησία τῆς ἐπιθυμίας πρὸς τὰ πάθη. Τέλος ὅσοι μὲ τὴ γνώση καὶ τὴ θεωρία κατέστησαν τὸν ἑαυτὸν τους διαφανῆ καθρέπτη τοῦ Θεοῦ ἔχουν ἀμόλυντο νοῦ καὶ ἀπὸ τὴν ψιλὴ φαντασία τῶν παθῶν.
Τὰ παραπάνω στάδια φαίνεται ὅτι πέρασε καὶ ἡ ὁσία Μαρία, ἡ ὁποία, ὅταν δέχθηκε τὴν κοινωνία τῶν ἀχράντων Μυστηρίων ἀπὸ τὸν Ἀββᾶ Ζωσιμᾶ, πλήρης χάριτος ἄφησε τὸν ἐπίγειο βίο καὶ εἰσῆλθε στὰ σκηνώματα τῆς ἄρρητης δόξας τοῦ Θεοῦ.
Τὸ εὔλογο ἐρώτημα ὅμως ποὺ προκύπτει εἶναι: Μήπως ὁ «ἀναχωρητικὸς» τρόπος τῆς χριστιανικῆς ζωῆς δημιουργεῖ ἀδρανεῖς καὶ ἄνευρες προσωπικότητες, πού δὲν βοηθοῦν στὴν πρόοδο τῆς κοινωνίας; Ἔστω κι ἂν ἀπαντήσει κάποιος ὅτι ὁ δρόμος τῆς ἀσκητικῆς ποὺ ἀκολούθησε ἡ Ὁσία Μαρία δὲν ἀφορᾶ ὅλους τούς χριστιανοὺς ἀλλὰ ἐλάχιστους, τὸ ἐρώτημα παραμένει.
Τὴν ἀπάντηση στὸ ἐρώτημα αὐτὸ μπορεῖ νὰ δώσει ἡ μακραίωνη ἐκκλησιαστικὴ παράδοση. Ἡ ἐσωτερικὴ ἡσυχία, ἡ νήψη, ἡ προσευχὴ καὶ ἡ ἄσκηση δὲν ἀπομακρύνουν τοπικὰ ἀλλὰ τροπικὰ τὸν χριστιανὸ ἀπὸ τὸ πνεῦμα τοῦ κόσμου. Ἐκεῖνος ποὺ ἔχει καταδαμάσει τὰ ἐνστικτώδη πάθη, ἔχει ἐλέγξει τὸ θυμικό του καὶ διαθέτει καθαρὴ καρδιὰ μπορεῖ πιὸ ἄνετα νὰ ἐπωμισθεῖ θεσμικὲς εὐθύνες καὶ νὰ προσφέρει σημαντικὸ ἔργο στὴν κοινωνία. Αὐτὸ φαίνεται καὶ ἀπὸ τὸ ὅτι πολλοὶ ἱεράρχες καὶ πατριάρχες ἔχοντας φθάσει στὴ νηπτικὴ ἀπάθεια ἀσκοῦσαν ἐπιτυχῶς σπουδαῖο ποιμαντικὸ καὶ κοινωνικὸ ἔργο. Ἔτσι τιμήθηκαν ὡς ἅγιοι, προηγούμενοι στὴ μνημόνευση ἄλλων ἁγίων καὶ ἀσκητῶν τῆς Ἐκκλησίας.
† π. Βασίλειος Καλλιακμάνης