Όταν εγώ έχω ψωμί να φάω, ενώ εσύ δεν έχεις και σου δώσω κομμάτι και εσένα τότε φανερώνω πως σ’ αγαπώ. Άμα φάω όλο το ψωμί και εσύ πεινάς, τι φανερώνω; Πως η αγάπη που έχω σε σένα είναι ψεύτικη.
Έχω δύο ποτήρια κρασί να πιώ, εσύ δεν έχεις και δώσω και σένα απ’ αυτό και πιείς, τότε φανερώνω πως σ’ αγαπώ. Άμα όμως δεν σου δώσω, είναι κάλπικη η αγάπη.
Είσαι λυπημένος. Πέθανε η μητέρα σου, ο πατέρας σου και έρχομαι να σε παρηγορήσω, τότε είναι αληθινή η αγάπη μου. Άμα, όμως, εσύ κλαις και θρηνείς και εγώ τρώω, πίνω και χορεύω, ψεύτικη είναι η αγάπη μου.
Το αγαπάς εκείνο το φτωχό παιδί; Αν το αγαπάς, του παίρνεις ένα πουκάμισο που είναι γυμνό, να παρακαλά και εκείνο για την ψυχή σου.
Δεν είναι έτσι Χριστιανοί μου; Με ψεύτικη αγάπη δεν πηγαίνουμε στον παράδεισο.
Άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός