Η διδασκαλία της Εκκλησίας, σύμφωνα με την οποία οι εικόνες αποτελούν ένα αδιάσπαστο στοιχείο του χριστιανικού Ευαγγελίου, αμέσως με την έναρξή του εκφράζεται επίσης στην παράδοση, η οποία βεβαιώνει ότι η πρώτη εικόνα του Χριστού εμφανίσθηκε κατά τη διάρκεια της ζωής Του στη γη. Στη Δύση, αυτή η εικόνα εκαλείτο «το Άγιο Μανδήλιο», ενώ στην Ανατολή καλείται «Αχειροποίητος», η εικόνα που δεν έγινε από χέρι ανθρώπου.
Σύμφωνα με αυτήν την παράδοση, ο ίδιος ο Χριστός έστειλε την εικόνα Του στον Άβγαρο τον Ε’ Ukhama, Πρίγκιπα της Οσροηνής, μιας μικρής χώρας ανάμεσα στον Τίγρη και τον Ευφράτη, που βρισκόταν την εποχή εκείνη ανάμεσα στη Ρωμαϊκή και την Παρθική Αυτοκρατορία. Πρωτεύουσά της ήταν η πόλη Έδεσσα, η σημερινή Orfu ή Rogais. Πρέπει να αναφερθεί ότι το χρονικό της πόλης αυτής αναφέρει την ύπαρξη χριστιανικού ναού, ο οποίος εθεωρείτο αρχαίος το έτος 201, όταν καταστράφηκε από πλημμύρα. Το βασίλειο της Έδεσσας ήταν η πρώτη πολιτεία στον κόσμο που έγινε χριστιανική πολιτεία μεταξύ του 170 και του 214, υπό την ηγεμονία του Αβγάρου του Θ’ (Ουσπένσκυ Λεωνίδας).
Διαβάζουμε λοιπόν στην «Εκκλησιαστική Ιστορία» του Ευσεβίου Καισαρείας τα εξής για τον Άβγαρο (ή Αυγαρο): «Ο Άβγαρος του Ουχάμα, τοπάρχης, προς τον Ιησού, τον αγαθό σωτήρα, που εμφανίστηκε στην Ιερουσαλήμ, χαίρε. Άκουσα σχετικά με σένα και με τις θεραπείες σου, πως πραγματοποιούνται δίχως φάρμακα και βότανα. Όπως λένε, κάνεις τυφλούς να βλέπουν, χωλούς να περπατούν, καθαρίζεις λεπρούς, βγάζεις ακάθαρτα πνεύματα και δαίμονες, θεραπεύεις όσους βασανίζονται από ανίατες αρρώστιες, ανασταίνεις νεκρούς. Έχοντας λοιπόν ακούσει όλα αυτά για σένα, σκέφτηκα ότι ένα από τα δύο συμβαίνει· ή είσαι εσύ ο ίδιος Θεός που κατέβηκες από τον ουρανό και πράττεις αυτά ή είσαι ο υιός του Θεού. Γι’ αυτό λοιπόν σου έγραψα, για να σε παρακαλέσω να έρθεις σε μένα και να θεραπεύσεις το βάσανο που έχω. Άκουσα άλλωστε ότι οι Ιουδαίοι αγανακτούν εναντίον σου και θέλουν να σε κατηγορήσουν. Έχω μια πολύ μικρή, αλλά σεμνή πόλη, που είναι αρκετή και για τους δυο μας».
Ο Ιησούς στην απαντητική του επιστολή συγχαίρει τον Άβγαρο για την πίστη του: «Άβγαρε, μακάριος είσαι, γιατί πίστεψες σε μένα χωρίς να με έχεις δει. Γιατί έχει γραφτεί για μένα ότι ‘’όσοι με έχουν δει δεν θα πιστέψουν σε μένα’’ και ‘’ώστε εκείνοι που δεν θα με έχουν δει, αυτοί να πιστέψουν και θα ζήσουν’’. Όσον αφορά αυτά που γράφεις, το να έρθω κοντά σου δηλαδή, πρέπει να ολοκληρώσω όλα εκείνα για τα οποία έχω σταλεί εδώ και μετά την ολοκλήρωση να αναληφθώ προς Εκείνον που με έστειλε. Και αφού αναληφθώ, θα σου στείλω κάποιον από τους μαθητές μου για να σε θεραπεύσει και να δώσει ζωή σε εσένα και στους δικούς σου».
Στο Μηναίο του Αυγούστου γράφονται τα εξής: «Ο βασιλιάς της Έδεσσας, Άβγαρος, ήταν λεπρός. Άκουσε για τα θαύματα του Χριστού και έστειλε προς Αυτόν τον αρχειοφύλακά του, Ανανία, με επιστολές στις οποίες παρακαλούσε τον Χριστό να πάει στην Έδεσσα να τον θεραπεύσει. Ο Ανανίας ήταν ζωγράφος, γι’ αυτό ο Άβγαρος τον επιφόρτισε να φτιάξει το πορτραίτο του Σωτήρα σε περίπτωση που ο Χριστός αρνείτο να πάει. Ο Ανανίας βρήκε τον Χριστό περιστοιχισμένο από ένα μεγάλο πλήθος και δεν μπορούσε να τον πλησιάσει. Γι’ αυτό ανέβηκε σ’ ένα βράχο από όπου μπορούσε να τον βλέπει καλύτερα. Προσπάθησε να φτιάξει ένα πορτραίτο του Σωτήρα, αλλά δεν μπορούσε ‘’εξ αιτίας της απερίγραπτης δόξας του προσώπου Του, το οποίο άλλαζε δια της χάριτος’’.
Βλέποντας ότι ο Ανανίας ήθελε να φτιάξει το πορτραίτο Του, ο Χριστός ζήτησε νερό, νίφτηκε, σκούπισε το πρόσωπο Του σ’ ένα κομμάτι λινό ύφασμα, και τα χαρακτηριστικά του έμειναν αποτυπωμένα σ’ αυτό το λινό ύφασμα. Είναι γι’ αυτό που η εικόνα αυτή είναι επίσης γνωστή με το όνομα Μανδήλιον (η ελληνική λέξη μανδήλιον προέρχεται από τη σημιτική λέξη mindil). Ο Χριστός το έδωσε στον Ανανία, και του είπε να το πάρει, με μία επιστολή, στο πρόσωπο που τον είχε στείλει. Στην επιστολή, ο Χριστός αρνείτο να πάει ο ίδιος στην Έδεσσα, επειδή είχε μια αποστολή να εκπληρώσει. Υπόσχετο στον Άβγαρο ότι, όταν θα εκπληρώνετο αυτή η αποστολή, θα έστελλε ένα από τους μαθητές Του προς αυτόν.
Όταν ο Άβγαρος πήρε το πορτραίτο, θεραπεύθηκε. Ο Άγιος Θαδδαίος, ένας από τους εβδομήκοντα, πήγε στην Έδεσσα και θεράπευσε τον βασιλιά πλήρως, προσηλυτίζοντάς τον στον χριστιανισμό. Πάνω στο θαυματουργό πορτραίτο του Χριστού, ο Άβγαρος έγραψε αυτά τα λόγια: ‘’Ω Χριστέ Θεέ, αυτός που ελπίζει σε Σένα δεν θα πεθάνει’’. Αφαίρεσε ένα είδωλο από το κοίλωμά του πάνω από μία πύλη της πόλης και το αντικατέστησε με την αγία εικόνα.
Ο Άβγαρος έκανε πολλά για τη διάδοση του χριστιανισμού στους υπηκόους του. Αλλά ο δισέγγονός του επέστρεψε στην ειδωλολατρία και ήθελε να καταστρέψει την εικόνα του Αγίου Μανδηλίου. Γι’ αυτό ο Επίσκοπος της πόλης την εντείχισε στο κοίλωμα, αφού προηγουμένως τοποθέτησε μία αναμμένη κανδήλα μπροστά της. Έτσι η εικόνα διασώθηκε».
Πριν τον 5ο αιώνα, οι αρχαίοι συγγραφείς δεν κάνουν καμιά αναφορά στην εικόνα του αγίου Μανδηλίου. Η πρώτη φορά που γίνεται αναφορά σ’ αυτό είναι τον 5ο αιώνα, σε ένα κείμενο γνωστό ως «Το Δόγμα του Addai». Ο Addai ήταν επίσκοπος της Έδεσσας (†541) και στο έργο του, αν αυτό το έργο είναι αυθεντικό, αναμφίβολα χρησιμοποίησε είτε κάποια τοπική παράδοση είτε κείμενα τα οποία εμείς δεν γνωρίζουμε.
Ο πιο παλαιός αδιαμφισβήτητος συγγραφέας που αναφέρει την εικόνα που στάλθηκε στον Άβγαρο είναι ο Ευάγριος (6ος αιώνας) στο έργο του «Εκκλησιαστική Ιστορία» και ονομάζει το πορτραίτο «η εικόνα που κατασκευάσθηκε από τον Θεό». Όταν ο Πέρσης βασιλιάς Χοσρόης πολιόρκησε την Έδεσσα, ο Επίσκοπος Ευλάλιος κατόπιν οράματος ανακάλυψε το μέρος του κοιλώματος όπου ήταν κρυμμένη η εικόνα. Την απεκάλυψε και είδε την κανδήλα να καίει ακόμη μπροστά της. Με τη χάρη της εικόνας, η πόλη σώθηκε. Η εικόνα όχι μόνο ήταν ανέπαφη, αλλά είχε επίσης εκτυπωθεί στην εσωτερική πλευρά της πλάκας που την απέκρυβε. Η αρχική εικόνα, δηλαδή το λινό ύφασμα πάνω στο οποίο το πρόσωπο του Κυρίου αποτυπώθηκε, διατηρήθηκε στην Έδεσσα για πολύ καιρό, σαν ο πιο πολύτιμος θησαυρός της πόλης.
Το 630 μ.Χ. οι Άραβες κατέλαβαν την Έδεσσα, αλλά δεν απαγόρευσαν την προσκύνηση του Αγίου Μανδηλίου, το οποίο ήτο πολύ γνωστό στη Δύση και προς τιμή του οποίου, τον 8ο αιώνα, οι Χριστιανοί σε πολλές χώρες καθιέρωσαν εορτή, ακολουθώντας το παράδειγμα της Εκκλησίας της Εδέσσης.
Κατά την περίοδο της εικονομαχίας, ο άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός αναφέρει τη θαυματουργό εικόνα και το 787 μ.Χ. οι Πατέρες της εβδόμης Οικουμενικής Συνόδου αναφέρονται σ’ αυτήν πολλές φορές. Ο Λέων, αναγνώστης στον καθεδρικό της Αγίας Σοφίας στην Κωνσταντινούπολη, που ήταν παρών στην έβδομη Οικουμενική Σύνοδο, διηγείται πως ο ίδιος προσκύνησε το Άγιο Μανδήλιο κατά την παραμονή του στην Εδεσσα.
Το 944 μ.Χ. οι βυζαντινοί αυτοκράτορες Κωνσταντίνος Πορφυρογέννητος και Ρωμανός ο Α΄ αγόρασαν την αγία εικόνα από την Έδεσσα αντί 200 Σαρακηνών αιχμαλώτων και 12.000 αργυρών δηναρίων, με την υπόσχεση ότι τα αυτοκρατορικά στρατεύματα ουδέποτε θα ενοχλούσαν την Έδεσσα και τις γύρω περιοχές. Ακολούθησε λαϊκή εξέγερση. Εν τούτοις το Άγιο Μανδήλιο μεταφέρθηκε με πομπή στην Κωνσταντινούπολη και τοποθετήθηκε στην εκκλησία της Παρθένου του Φάρου. Ο Αυτοκράτορας Κωνσταντίνος Πορφυρογέννητος την εξύμνησε σε κήρυγμά του σαν την προστάτιδα της Αυτοκρατορίας. Αυτό το γεγονός, τιμάται από την Εκκλησία μας στις 16 Αυγούστου.
«Η εικόνα η ‘’αχειροποίητος’’ είναι πρωτίστως ο ίδιος ο Χριστός, ο σαρκωθείς Λόγος αποκαλυφθείς δια ‘’τοῦ ναοῦ τοῦ σώματος αὐτοῦ’’ (Ιω. 2, 21). Είναι γι’ αυτό που η εικόνα του Χριστού αποτελεί μία αδιάψευστη μαρτυρία της θείας ενσαρκώσεως. Δεν είναι μία εικόνα που δημιουργήθηκε σύμφωνα με μια ανθρώπινη επινόηση. Αντιπροσωπεύει το αληθινό πρόσωπο του Υιού του Θεού που έγινε άνθρωπος και προέρχεται, σύμφωνα με την παράδοση, από μία άμεση επαφή με το πρόσωπό Του. Είναι αυτή η πρώτη εικόνα του Θεού που έγινε άνθρωπος που τιμά η Εκκλησία την ημέρα του Αγίου Μανδηλίου» (Ουσπένσκυ Λεωνίδας).
Του πρωτ. Δημητρίου Αθανασίου