Στίγμα ανεξάλειπτο στην ιστορική εκπόρευση του ελληνισμού, η γενοκτονία των Ποντίων αποτελεί μια από τις οδυνηρότερες στιγμές μας, υπενθυμίζοντας με εγκαυστικό τρόπο, το προαιώνιο μίσος των Τούρκων για τους Έλληνες, αλλά και τη βίαια και αιμοσταγή ιστορική τους παρουσία.
Η γενοκτονία των Ποντίων έλαβε χώρα κατά την περίοδο (1916-1923) και είχε ως τραγικό επακόλουθο τη φρικιαστική δολοφονία 353.000 ανθρώπων, στη δεύτερη μεγαλύτερη γενοκτονία του αιώνα μας. Το κίνητρο για τη γενοκτονία μιας ομάδας δεν είναι η εμπλοκή της σε πολεμικές ενέργειες, αλλά τα εθνικά, φυλετικά ή θρησκευτικά χαρακτηριστικά που φέρει. Και στην προκείμενη περίπτωση των Ελλήνων του Πόντου, η ιδιότητα που επέσυρε τη δολοφονία τους ήταν ότι ήταν Έλληνες και χριστιανοί. Ας δούμε, όμως, εξελικτικά την πορεία του ποντιακού ελληνισμού, μέχρι την διάπραξη της γεντοκτονικής εξόντωσής του.
Απαρχή της εξόντωσης των Ελλήνων του Πόντου, είναι η άλωση της Κωνσταντινούπολης. Επτά χρόνια αργότερα από την άλωση της πόλης, θα ακολουθήσει η άλωση της Τραπεζούντας το 1461. Από αυτό το ιστορικό ορόσημο θα ξεκινήσουν οι βιαιότητες, οι διωγμοί, η θρησκευτική τρομοκρατία, η εθνολογική αλλοίωση με τις αλλεπάλληλες προσπάθειες εξισλαμισμού, οι σφαγές, μέχρι να φτάσουμε στην κορύφωση της δραματικής εξόντωσης του ελληνισμού των Ποντίων, με τη φρικιαστική γενοκτονία του. Η υποδούλωση του Πόντου μπορεί ιστορικά να χωριστεί σε τρείς περιόδους. Η πρώτη περίοδος ξεκινά με την άλωση της Τραπεζούντας το 1461 και αποπερατώνεται στα μέσα του 17ου αιώνα. Σε αυτά τα ιστορικά όρια οι Τούρκοι υιοθετούν μια σχετικά παθητική στάση έναντι των Ελλήνων του Πόντου.
Η δεύτερη περίοδος ξεκινά στα μέσα του 17ου αιώνα και εκτείνεται μέχρι το τέλος του πρώτου ρωσοτουρκικού πολέμου. Χαρακτηριστικό γνώρισμα αυτής της περιόδου σε ότι αφορά τη συμπεριφορά των Τούρκων, είναι η θρησκευτική βία που ασκούν στους χριστιανικούς πληθυσμούς του Πόντου και κατατείνει στον εξισλαμισμό των Ελλήνων. Και πράγματι σε σημαντικό βαθμό, οι Τούρκοι κατορθώνουν να εξισλαμίσουν ένα μεγάλο κομμάτι του ελληνισμού, προσβλέποντας στην πολιτική ποδηγέτηση των Ελλήνων του Πόντου.
Η τρίτη και τελευταία περίοδος αποπερατώνεται το 1922 όπου και κλιμακώνεται η γενοκτονία και επιμερίζεται σε δυο υποπεριόδους. Η πρώτη υποπερίοδος ξεκινά με τη συνθήκη του Κιουτσούκ Καϊναρτζή το 1774. Κύριο χαρακτηριστικό της είναι η μεθοδευμένη προσπάθεια των διοικητικών αρχών της Τουρκίας να εφαρμόζουν αντιδημοκρατικούς νόμους σε βάρος των Ελλήνων, με στόχο την παρεμπόδιση της ελεύθερης ανάπτυξης και δημιουργικής παρουσίας τους στον Πόντο. Η δεύτερη υποπερίοδος ξεκινά το 1908. Κύριο γνώρισμά της έχει τη ραγδαία ανάπτυξη του τουρκικού πληθυσμού με γεωμετρική πρόοδο, στην περιοχή του Πόντου. Πάραυτα όλα τα χρόνια που έχουν μεσολαβήσει από την άλωση της Σαμψούντας, δεν έχουν επιφέρει το προσδοκώμενο αποτέλεσμα, που είναι η εκδίωξη και η εθνολογική αλλοίωση του ελληνισμού του Πόντου. Έτσι το κίνημα των Νεοτούρκων με αρχηγό τον χαρισματικό Μουσταφά Κεμάλ Ατατούρκ, που εν τω μεταξύ έχει ανελιχθεί στην πολιτική σκηνή της Τουρκίας, προβληματίζεται στην εφαρμογή της τελικής λύσης, που θα φέρει το επιθυμητό αποτέλεσμα και δεν είναι άλλη από τη συστηματική ομαδική δολοφονία των Ποντίων.
Το σχέδιο, ωστόσο, για τη γενοκτονία των Ποντίων καταστρώνεται από τους Νεότουρκους το 1911. Θα πραγματοποιηθεί την περίοδο του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου και θα ολοκληρωθεί από τον ηγέτη των Νεοτούρκων Κεμάλ πασά, την περίοδο (1919-1923). Η απόφαση του σχεδίου της δολοφονίας των Ποντίων θα ληφθεί το 1911 στη Θεσσαλονίκη στο διεξαχθέν Συνέδριο του Νεοτουρκικού Κομιτάτου «Ένωση και Πρόοδος», το οποίο είχε ιδρυθεί το 1889. Κεντρικό μέλημα της απόφασης του συνεδρίου τότε, ήταν η κάθαρση της Μικράς Ασίας από τις διάφορες εθνότητες και ο πλήρης έλεγχός της από τους Νεότουρκους, που κατ’ επίφασιν ευαγγελίζονταν τον εκδημοκρατισμό και τις μεταρρυθμίσεις, στην υστερούσα Τουρκία του Σουλτάνου.
Την αποφασισθείσα εθνοκάθαρση των Ποντίων, οι Νεότουρκοι θα την ξεκινήσουν με την αναγκαστική επιστράτευση όλου του ενεργού πληθυσμού των Ποντίων από 15 έως 45 ετών, στα περίφημα «Τάγματα Εργασίας» (amele taburu). Με τη μεθόδευση αυτή οι Τούρκοι έστελναν όσους δεν κατατάσσονταν στον στρατό, σε κατασκευαστικά έργα, οδοποιίας, γεφυριών, σε λατομεία, ορυχεία, εξορύξεις κ.λπ. στα βάθη της Ανατολής και εκεί τεχνηέντως τους εξόντωναν με την πείνα, τα βασανιστήρια, τις κακουχίες και την εξαντλητική και αδιάκοπη εργασία. Χιλιάδες Έλληνες κακοποιημένοι και εγκαταλελειμμένοι ζώντας και δουλεύοντας σε απάνθρωπες συνθήκες, άφησαν την τελευταία τους πνοή και τα κόκαλά τους, στα περιβόητα «τάγματα εργασίας». Τα «amele taburu» θεωρήθηκαν διεθνώς σαν η πιο μεθοδευμένη μαζική εξόντωση πληθυσμού τότε στην ανθρωπότητα και ονομάστηκαν χαρακτηριστικά «Λευκή Σφαγή» (Massacre Blanc).
Στο ίδιο μήκος κύματος τρομοκρατίας οι Τούρκοι με έντεχνο τρόπο έθεταν δεσμευτικούς φραγμούς στους Έλληνες να ασκήσουν τα επαγγέλματά τους, ενώ απαγόρευαν συνάμα στους μουσουλμάνους να συνεργάζονται επαγγελματικά με τους Έλληνες και προβλεπόταν ποινή από τις στρατιωτικές αρχές για τους παραβάτες του νόμου. Την ηθική τρομοκρατία των Ελλήνων, συνόδευαν συγκροτημένες επιθέσεις στα ελληνικά χωριά, φόνοι, βιασμοί, ληστείες, απαγχονισμοί, και κάθε είδους βιαιοπραγία. Παρεπόμενο αυτών των εξοντωτικών μεθοδεύσεων, που προμήνυαν και τις επερχόμενες μαζικές δολοφονίες, ήταν να εξαναγκαστούν πολλοί Έλληνες να εγκαταλείψουν τις πατρογονικές εστίες του Πόντου και των Μικρασιατικών παραλίων.
Αλλά και σε αυτή τη φυγή τους προς την ελευθερία, οι Τούρκοι φρόντιζαν με καλοσχεδιασμένες μεθοδεύσεις να τους οδηγήσουν στον θάνατο. Τους απαγόρευαν κατά τη φυγή τους, να πάρουν μαζί τους έστω και στοιχειώδη χρειαζούμενα για το ταξίδι από τα υπάρχοντά τους. Το αποτέλεσμα άφευκτο. Πείνα, σωματική και ηθική εξάντληση, θάνατος.
Εμφανής πρόθεση των Τούρκων ήταν με τις λεηλασίες, τους βιασμούς, τους πυρπολισμούς και την τρομοκρατία, να επιτύχουν την εθνολογική κάθαρση των ελληνικών περιοχών και να επιτευχθεί έτσι ο πλήρης εκτουρικισμός τους. Έχει σημάνει ήδη η ώρα του αφανισμού των Ελλήνων. Τραγικό ιστορικό ορόσημο το 1919, οπότε και ξεκινά ο μεθοδευμένος πολυεπίπεδος και περισσότερο βίαιος από ποτέ, διωγμός των Ελλήνων.
Στις 19 Μαΐου ο Μουσταφά Κεμάλ αποβιβάζεται στην Σαμψούντα και ξεκινά η δεύτερη βιαιότερη περίοδος της γενοκτονίας του ποντιακού ελληνισμού. Ο Κεμάλ, που διψά για αίμα και διάστικτος από μίσος εναντίων των Ελλήνων καθώς είναι, με την αρωγή του νεοτουρκικού κομιτάτου, ιδρύει τη μυστική οργάνωση «Mutafai Milliye» και ενσπείρει το μίσος εναντίων των Ελλήνων. Ρίχνονται τα σχέδια του ολοκληρωτικού αφανισμού του Ποντιακού ελληνισμού. Είχε παρέλθει το διάβα ολόκληρων αιώνων, μετά την ιστορικά οδυνηρή κατάληψη της Σαμψούντας και ωστόσο είχαν μείνει άσβεστες οι εστίες του ελληνισμού στον Πόντο και την Ιωνία. Και τώρα μόλις σε λίγα χρόνια, ο Κεμάλ κατόρθωνε να αφανίσει τον ελληνισμό του Πόντου και της Ιωνίας και μαζί τους έναν πολιτισμό που είχε αποτυπώσει αδρά τον ίσκιο του στην οικουμένη.
Απέλπιδα οδός σωτηρίας για τους τραγικούς Έλληνες του Πόντου απέναντι στις φρικαλέες βιαιότητες των Τούρκων εναντίον τους, ήταν η οργάνωση αντάρτικου και η καταφυγή στα βουνά για να τους πολεμήσουν. Να προστατεύσουν έτσι, στον βαθμό που ήταν εφικτό, τους αμάχους και τα γυναικόπαιδα. Είναι βέβαιο ότι τα αθώα θύματα της τουρκικής γενοκτονικής θηριωδίας θα ήταν κατά πολύ περισσότερα, αν το γενναίο αντάρτικο που οργανώθηκε στα βουνά από ήρωες του Πόντου, δεν έθετε στοιχειωδώς φραγμό στις αιμοσταγείς επελάσεις των Τούρκων στα ελληνικά χωριά.
Αφότου ο Κεμάλ ανήλθε στη εξουσία οι θηριωδίες των Τούρκων και οι διωγμοί προσέλαβαν πολύ μεγαλύτερη έκταση. Προκειμένου μάλιστα να διευκολυνθεί στο εθνοκτόνο κατά των Ελλήνων έργο του, συστήνει στα χωριά του Πόντου τα περίφημα «έκτακτα δικαστήρια ανεξαρτησίας», παρωδία δικαστηρίων προφανώς, που με συνοπτικές διαδικασίες καταδίκαζαν τους τοπικούς ηγέτες των Ποντίων, ως «εχθρούς της Τουρκίας» και εν συνεχεία με τον μανδύα της νομιμοφάνειας τους οδηγούσαν στην εκτέλεση. Και δυστυχώς με τη θανάτωση και των τελευταίων εναπομεινάντων εστιών αντίστασης, ο ποντιακός ελληνισμός όδευε στο τέλος του.
Η φοβερή γενοκτονία στον Πόντο, ήταν απόρροια του σχεδίου του τουρκικού εθνικισμού για κάθαρση της οθωμανικής αυτοκρατορίας, από τις γηγενείς εθνότητες. Και το τρομερό αυτό σχέδιο ευοδώθηκε με τη γενοκτονία των χριστιανικών λαών, των Ελλήνων και των Αρμενίων που για αιώνες ζούσαν σε αυτές τις περιοχές. Όσοι γλίτωσαν από το φονικό λεπίδι των αιμοσταγών τσετών του Κεμάλ, εξωθήθηκαν σε βίαιη εγκατάλειψη των πατρογονικών τους εστιών στον Πόντο και στην Ιωνία. Ενώ για τους Κούρδους που συνέχισαν να μένουν στα εδάφη της οθωμανικής αυτοκρατορίας ως μουσουλμανικές εθνότητες, τους επιβλήθηκε ο αναγκαστικός εκτουρκισμός τους. Οι αριθμοί, σε ότι αφορά τους ελληνικούς πληθυσμούς στον Πόντο, είναι πολύ χαρακτηριστικοί των μαζικών φόνων που έλαβαν χώρα. Λίγο πριν τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο ο Πόντος αριθμούσε 700.000 Έλληνες. Και με το πέρας του 1923 είχαν δολοφονηθεί 353.000 άτομα.
Μια σημαντική παράμετρος που θα πρέπει να λάβουμε υπόψη μας στην τραγική γενοκτονία του ποντιακού ελληνισμού είναι ότι οι Ρώσοι συνέδραμαν πολιτικά το κίνημα των Νεοτούρκων και τον Κεμάλ, ιδίως κατά τα πρώτα στάδια της προσπάθειας εδραίωσής τους. Η πολιτική αυτή στήριξη ίσως να ήταν στα πλαίσια της αμοιβαιότητας, καθώς το παντουρκικό κίνημα που υπήρξε πολύ ανθηρό στη Σοβιετική Ένωση την περίοδο που ξέσπασε η Οκτωβριανή επανάσταση, στήριξε ηθικά και πολιτικά την επανάσταση των Μπολσεβίκων. Παρείχαν, λοιπόν, πολιτική στήριξη και οι Ρώσοι στους Νεοτούρκους, ενώ τους προμήθευαν, με όπλα, χρήματα, αλλά και στρατιωτική τεχνογνωσία με υψηλού επιπέδου στρατιωτικούς συμβούλους. Ο ιθύνων, μάλιστα, στρατιωτικά νους της αντεπίθεσης των τουρκικών στρατευμάτων εναντίον των ελληνικών το 1921, ήταν ο Μ. Φρούνζε στρατιωτικός εντεταλμένος των Ρώσων. Με αυτή την έννοια οι μαρτυρίες του για τις σφαγές που έλαβαν χώρα έχουν ξεχωριστή βαρύτητα.
Με παραστατική ενάργεια, λοιπόν, ο Φρούνζε γράφει στην μαρτυρία του: «Συναντήσαμε μια μικρή ομάδα από 60 – 70 Έλληνες, οι οποίοι μόλις είχαν καταθέσει τα όπλα. Όλοι τους είχαν εξαντληθεί στο έπακρο… Άλλοι έμοιαζαν κυριολεκτικά με σκελετούς. Αντί για ρούχα κρέμονταν από τους ώμους τους κάτι απίθανα κουρέλια. Στο κέντρο της ομάδας βρίσκονταν ένας ψηλός και αδύνατος παπάς, φορώντας το καλυμμαύχι του. Φυσούσε κρύος αέρας και όλη η ομάδα κάτω από τα σπρωξίματα των συνοδών-στρατιωτών, κατευθυνόταν με πηδηματάκια προς τη Χάβζα. Μερικοί όταν μας αντίκρυσαν, άρχισαν να κλαίνε δυνατά ή μάλλον να ουρλιάζουν, μια και ο ήχος που ξέφευγε από τα στήθη τους, έμοιαζε περισσότερο με ουρλιαχτό κυνηγημένου ζώου».
Για τους απίστευτης έκτασης φόνους που έλαβαν χώρα στη Σαμψούντα είχε ενημερωθεί και ο Ρώσος πρέσβης στην Άγκυρα Αράλοβ από τον στρατηγό Φρούνζε. Ο τελευταίος του διεμήνυσε ότι είχε δει αμέτρητους Έλληνες που είχαν δολοφονηθεί «βάρβαρα σκοτωμένους Έλληνες – γέρους, παιδιά, γυναίκες». Ενημέρωσε ακόμα τον Αράλοβ ότι θα έρχονταν αντιμέτωπος με πλήθος δολοφονημένων Ποντίων, τους οποίους είχαν βίαια σύρει από τα σπίτια τους στου δρόμους και τους είχαν φονεύσει εκεί. Ο σοβιετικός πρέσβης Αράλοβ προφανώς θορυβημένος και αισθανόμενος ενοχές για την τροπή που είχαν πάρει τα πράγματα, είχε θίξει το θέμα σε συνομιλία του με τον ίδιο τον Κεμάλ. Σημειώνει ο Αράλοβ αποκαλυπτικά «Του είπα (του Κεμάλ) για τις φρικτές σφαγές των Ελλήνων που είχε δει ο Φρούνζε και αργότερα εγώ ο ίδιος. Έχοντας υπ’ όψη μου τη συμβουλή του Λένιν να μην θίξω την τουρκική εθνική φιλοτιμία, πρόσεχα πολύ τις λέξεις μου…». Ο Κεμάλ αντιπαρήλθε τις αρνητικές διαπιστώσεις του Φρούνζε: «Ξέρω αυτές τις βαρβαρότητες. Είμαι κατά της βαρβαρότητας. Έχω δώσει διαταγές να μεταχειρίζονται τους Έλληνες αιχμαλώτους με καλό τρόπο. Πρέπει να καταλάβετε τον λαό μας. Είναι εξαγριωμένοι. Ποιοι πρέπει να κατηγορηθούν για αυτό; Εκείνοι που θέλουν να ιδρύσουν ένα ‘’Ποντιακό κράτος’’ στην Τουρκία».
Αλλά πολύ παραστατικός για τους ανηλεείς φόνους των Τούρκων κατά των Ποντίων είναι ο Φρούνζε στο βιβλίο του «Αναμνήσεις από την Τουρκία». Σχολιάζει: «Από τους 200.000 Έλληνες που ζούσανε στη Σαμψούντα, τη Σινώπη και την Αμάσεια έμειναν λίγοι μόνο αντάρτες που τριγυρίζουν στα βουνά. Το σύνολο σχεδόν των ηλικιωμένων, των γυναικών και των παιδιών εξορίστηκαν σε άλλες περιοχές με πολύ άσχημες συνθήκες. Πληροφορήθηκα ότι οι Τσέτες του Τοπάλ Οσμάν Αγά έσπειραν τον πανικό στην πόλη Χάβζα. Έκαψαν, βασάνισαν και σκότωσαν όλους τους Έλληνες και Αρμένιους που βρήκαν μπροστά τους. Γκρέμισαν όλες τις γέφυρες. Η διαδρομή από την πόλη Καβάκ προς το πέρασμα Χατζηλάρ θα μείνει για πάντα στη μνήμη μου όσο θα ζω. Σε απόσταση 30 χιλιομέτρων συναντούσαμε μόνο πτώματα. Μόνο εγώ μέτρησα 58. Σε ένα σημείο συναντήσαμε το πτώμα μιας ωραίας κοπέλας. Της είχανε κόψει το κεφάλι και το τοποθέτησαν κοντά στο χέρι της. Σε κάποιο άλλο σημείο υπήρχε το πτώμα ενός άλλου ωραίου κοριτσιού, 7-8 χρονών, με ξανθά μαλλιά και γυμνά πόδια. Φορούσε μόνο ένα παλιό πουκάμισο. Απ’ ότι καταλάβαμε, το κοριτσάκι καθώς έκλαιγε, έχωσε το πρόσωπό του στο χώμα, δολοφονημένο από το κάρφωμα της λόγχης του φαντάρου».
Η ηθικά ειδεχθής δολοφονία του Ποντιακού ελληνισμού στίγμα ανεξάλειπτο για την πολιτισμένη ανθρωπότητα, ήταν αναπόσπαστο κομμάτι του μεθοδικά οργανωμένου σχεδίου, εξόντωσης όλων των μειονοτήτων, της πάλαι ποτέ παντοδύναμης οθωμανικής αυτοκρατορίας. Πολιτικό και στρατιωτικό σχέδιο που ξεκίνησε με τον πρώτο διωγμό του 1914 και αποπερατώθηκε με τη συντριβή του ελληνισμού το 1922. Το τουρκικό κράτος ακόμα και σήμερα, έναν αιώνα περίπου από το ασύλληπτο αυτό έγκλημα κατά των Ελλήνων, αρνείται με μανία να αναγνωρίσει τη Γενοκτονία των Ποντίων. Και ενώ τα ιστορικά στοιχεία είναι αδιάσειστα για τις θηριωδίες, το μακελειό και τις σφαγές που διέπραξε εναντίον των Ποντίων οι Τούρκοι, τα ερμηνεύει κυνικά ως παράπλευρες απώλειες του πολέμου. Η οδυνηρή ιστορική πραγματικότητα όμως είναι αδιάψευστη. Οι Τούρκοι κατά του Ποντιακού ελληνισμού διέπραξαν το δεύτερο μεγαλύτερο γενοκτονικό έγκλημα, που έλαβε ποτέ χώρα στην ανθρωπότητα.
Αλλά απελπιστικά καθυστερημένη έναντι του ιστορικού της χρέους προς την πατρίδα και τον Ποντιακό ελληνισμό, υπήρξε και η μακαρίως υπνώτουσσα ελληνική πολιτεία. Χρειάστηκε να περάσουν οκτώ δεκαετίες και να φθάσουμε στο 1994, για να ψηφίσει στις 24 Φεβρουαρίου του 1994, τη 19 Μαΐου ως ημέρα Μνήμης της Γενοκτονίας των Ελλήνων του Πόντου την περίοδο (1916-1923). Έστω, όμως, και καθυστερημένα αποκαταστάθηκε ιστορικά το αδικοχαμένο αίμα του Ποντιακού ελληνισμού, που στα βάθη της Ασίας για αιώνες πολιτισμικά προβάδιζε και διεκήρυττε έργω και όχι λόγω, την ηθική και πνευματική ευημερία των Ελλήνων.
Οι Έλληνες του Πόντου, με τον μαρτυρικό τους θάνατο-Γενοκτονία στις προαιώνιες πατρογονικές εστίες της ευλογημένης γης του Πόντου και της Ιωνίας, διατράνωσαν στην αχανή λεωφόρο του χρόνου, την πολιτισμική και πνευματική αλκή του ελληνισμού. Σήμερα, οφείλουμε να αντλήσουμε ηθικές δυνάμεις, από την ιστορικά μεγαλουργό παρουσία των Ελλήνων στα ιερά χώματα του Πόντου και να προβούμε σε μια δυναμική πολιτισμική και ηθικοπνευματική αντεπίθεση, στο ευρωπαϊκό και παγκόσμιο γίγνεσθαι. Το οφείλουμε πάνω από όλα στο ηρωικό αίμα των μαρτύρων του έθνους μας, των αλησμόνητων ακριτών της γλυκιάς πατρίδας του Πόντου.
Πάνος Ν. Αβραμόπουλος (M.Sc Δ/χος Μηχανικός Ε.Μ.Π.)
Πηγή: pemptousia.gr