Μὲ ὕμνους καὶ τιμές, μὲ δόξα καὶ χαρά, μὲ σκιρτήματα ἅγια καὶ ἱερὴ ἀγαλλίαση ἑορτάζει ἡ Ἐκκλησία μας τὴ μεγάλη ἑορτὴ τῆς Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου. Μυριάδες πιστοὶ τρέχουν στὴ χάρη της, προσκυνοῦν μὲ βαθύτατη εὐλάβεια τὶς ἅγιες εἰκόνες της, ζητοῦν τὶς πρεσβεῖες της, ἐναποθέτουν σ’ αὐτὴν τὶς ἐλπίδες τους, προσεύχονται, ὑμνοῦν καὶ χαίρουν καὶ ἀγάλλονται μὲ ὅλο τὸν οὐράνιο κόσμο στὴν ἔνδοξη Κοίμησή της.
Ἀγάλλονται καὶ χαίρουν. Διότι ἡ Κοίμησή της δὲν εἶναι θάνατος ἀλλὰ μετάσταση, εἶναι εἴσοδος θριαμβευτικὴ «πρὸς τὴν λίαν κρείττονα καὶ θειοτέραν σκηνήν… εἰς τὰ Ἅγια τῶν Ἁγίων», στὰ θεῖα σκηνώματα τοῦ οὐρανοῦ. Εἶναι πέρασμα ἀπὸ τὴν πρόσκαιρη καὶ γεμάτη ταλαιπωρίες ἐπίγεια ζωὴ στὴν αἰώνια καὶ πανευφρόσυνη ζωὴ τοῦ οὐρανοῦ.
Πράγματι! Πόσες θλίψεις καὶ δάκρυα σ’ αὐτὴ τὴ ζωή! Ποιὰ θλίψη πέρασε καὶ ἡ Ὑπεραγία Θεοτόκος, ποιὰ ρομφαία πλήγωσε τὴν παναγία ψυχή της, ὅταν εἶδε τὸν Υἱὸ καὶ Θεό της κρεμασμένο στὸ Σταυρό! Ἐκεῖνος ἦταν ὁ ἅγιος τῶν ἁγίων, ὁ ἀναμάρτητος καὶ πανάμωμος Υἱός της. Ὁ θάνατός του ἡ μεγαλύτερη ἀδικία ποὺ ἔγινε ποτὲ στὴ γῆ. Καὶ ἡ ψυχή της, ἡ παναγία ψυχή της, λεπτὴ καὶ εὐαίσθητη, πῶς ὑπέφερε τὴν ὀδύνη τοῦ φρικτοῦ ἐκείνου θανάτου!
Ἀλλὰ τώρα δὲν ὑπάρχει ὀδύνη, δὲν ὑπάρχει θλίψη καὶ πόνος καὶ θάνατος. Τώρα εἰσέρχεται ὡς βασίλισσα στοὺς οὐρανοὺς γιὰ νὰ στολισθεῖ μὲ τὴ δόξα τοῦ Υἱοῦ της καὶ νὰ ζήσει τὴν ἀνέκφραστη χαρὰ τοῦ οὐρανοῦ, τὴ ζωὴ τὴν ἀνώτερη καὶ αἰώνια, τὴ σταθερή, τὴ μόνιμη καὶ ἀμετάβλητη κατάσταση τοῦ οὐρανοῦ. «Ζωῆς ἀϊδίου καὶ κρείττονος ὁ θάνατός σου γέγονε διαβατήριον, Ἁγνή, ἐκ τῆς ἐπικήρου πρὸς θείαν ὄντως καὶ ἄρρευστον μεθιστῶν σε, ἄχραντε», ψάλλει ὁ ἱερὸς ὑμνογράφος.
«Μετέστη πρὸς τὴν ζωήν», πρὸς τὴν αἰώνια καὶ ἀληθινὴ ζωή. Μετέστη πρὸς Αὐτὸν ποὺ εἶναι ἡ ζωή, ποὺ εἶπε «ἐγώ εἰμι ἡ ζωή», ποὺ εἶναι ὁ ἴδιος ἡ πηγὴ τῆς ζωῆς καὶ χαρίζει τὴν πραγματικὴ ζωή (Ἰω. ιδ΄ 6). Πῶς ἀντίκρισε τὴ δόξα τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ Χριστοῦ στὴ βασιλεία Του! Τὸν εἶχε δεῖ στὴν ἄκρα ταπείνωση τοῦ Σταυροῦ, ὑβρισμένο, αἱμόφυρτο, ἐγκαταλελειμμένο ἀπ’ ὅλους. Καὶ τώρα τὸν βλέπει μέσα σὲ ἀπειράριθμο πλῆθος ἀγγέλων, νὰ λάμπει ἐκτυφλωτικὰ καὶ νὰ φωτίζει τὰ σύμπαντα. Καὶ αὐτὴ τὴ δόξα τὴν ἀντανακλᾶ καὶ ἡ ἴδια. Περίλαμπρα δοξασμένη κοντὰ στὸν πανένδοξο Υἱό της.
«Μετέστη πρὸς τὴν ζωήν, Μήτηρ ὑπάρχουσα τῆς ζωῆς». Πορεύθηκε πρὸς Αὐτὸν ποὺ εἶναι ἡ ζωή, αὐτὴ ποὺ Τὸν ἔφερε στὴ ζωή. «Τὴν ζωὴν ἡ κυήσασα πρὸς ζωὴν μεταβέβηκας τῇ σεπτῇ Κοιμήσει σου τὴν ἀθάνατον», ψάλλουμε στοὺς Αἴνους τῆς ἑορτῆς. Πορεύεσαι ἐνῶ σὲ δορυφοροῦν Ἄγγελοι, Ἀρχὲς καὶ Δυνάμεις, Ἀπόστολοι, Προφῆτες καὶ ὅλη ἡ κτίση καὶ δέχεται ὁ Υἱός σου «ἀκηράτοις παλάμαις τὴν ἀμώμητον ψυχήν σου, Παρθενομῆτορ Θεόνυμφε». Ὁ Χριστὸς δέχεται στὰ πανάχραντα χέρια Του τὴν πανάσπιλη ψυχή της.
Ἐκείνη Τὸν ἔφερε στὴν πρόσκαιρη ἐπίγεια ζωή. Αὐτὸς τὴν δέχεται στὴν αἰώνια οὐράνια ζωή. «…ὡς γὰρ ζωῆς Μητέρα πρὸς τὴν ζωὴν μετέστησεν…». Ἐκείνη τὸν ἀποχωρίσθηκε στὴν πιὸ τραγικὴ στιγμὴ τοῦ κόσμου, ὅταν σκοτείνιασε ὅλη ἡ γῆ. Καὶ τώρα Τὸν συναντᾶ στὸν πάμφωτο οὐρανό. Τότε ἡ καταισχύνη. Τώρα ἡ δόξα. Τότε ὁ θάνατος. Τώρα ἡ ζωή.
Συναντᾶ αὐτὸν ποὺ εἶναι ἡ ζωή. Τὸ δικαιοῦται. Εἶναι ὁ Υἱός της. Ἀπολαμβάνει τὴν αἰώνια ζωή. Τὸ δικαιοῦται. Αὐτὴ εἶναι «ἡ κλεὶς τῆς Χριστοῦ Βασιλείας». Εἶναι ἐκείνη «δι’ ἧς ἠνοίχθη παράδεισος». Αὐτὴ διὰ τοῦ Υἱοῦ της ἄνοιξε τοὺς οὐρανοὺς καὶ τώρα ἀπολαμβάνει τὴ δόξα τους.
«Μετέστη πρὸς τὴν ζωήν, Μήτηρ ὑπάρχουσα τῆς ζωῆς». Ἀλλὰ ἐνῶ εἶναι στοὺς οὐρανούς, δὲν ἔχει ἐγκαταλείψει τὴ γῆ μας. «Ἐν τῇ κοιμήσει τὸν κόσμον οὐ κατέλιπεν» ἡ Θεοτόκος Κόρη. Βρίσκεται πάντοτε κοντά μας, εἶναι ἡ ἀκαταίσχυντος προστασία μας, ἡ ἀμετάθετη μεσιτεία πρὸς τὸν Πλάστη καὶ Θεό μας, αὐτὴ ποὺ δὲν περιφρονεῖ τὶς δεητικὲς φωνὲς ἡμῶν τῶν ἁμαρτωλῶν ἀνθρώπων, ἀλλὰ πρεσβεύει καὶ σπεύδει στὶς ἱκεσίες μας καὶ πάντοτε μᾶς προστατεύει καὶ σώζει ἀπὸ τοὺς ὁρατοὺς καὶ ἀόρατους ἐχθρούς μας.
Σ’ αὐτὴν νὰ καταφεύγουμε μὲ πίστη καὶ ταπείνωση. Γιὰ τοὺς ἑαυτούς μας, γιὰ τὸ ἔθνος μας καὶ γιὰ ὅλο τὸν κόσμο, ποὺ κινεῖται, δυστυχῶς, σὲ τροχιὰ θανάτου τοὺς τελευταίους καιροὺς καὶ βυθίζεται στὸ σκοτάδι. Καὶ νὰ παρακαλοῦμε, Αὐτὴ ποὺ εἶναι ἡ μήτηρ τῆς ζωῆς καὶ «μετέστη πρὸς τὴν ζωήν», νὰ φωτίσει τὸν νοῦ μας, νὰ ἀλλάξει τὶς πορεῖες μας καὶ νὰ μᾶς ὁδηγήσει διὰ τῆς ὁδοῦ τῆς μετανοίας σ’ Αὐτὸν ποὺ εἶναι ἡ ζωὴ καὶ τὸ φῶς, ὁ μόνος ἀληθινὸς καὶ αἰώνιος, ὁ ζωοδότης Χριστός.
Πηγή: Περιοδικό Ὁ Σωτήρ, τ. 2160 (Αὔγουστος 2017)