Ὅση ὥρα εἷναι ἀναμμένα τὰ καντήλια, αὐτὰ φωνάζουν «ἐλέησον, ἐλέησον, ἐλέησον…», γιὰ τὸν ἄνθρωπο ποὺ ἄναψε τὸ καντήλι, πρὸς τὸν Θεό.
Αὐτὸ τὸ ξέρει ὁ διάβολος γι’ αὐτὸ καὶ βάζει λογισμούς, λέγοντας, ὅτι ὑπάρχει κίνδυνος πυρκαγιᾶς ἀπὸ τὸ καντήλι.
Στὸ καντήλι βάζουμε πάντοτε τὸ καλύτερο λάδι. Ἐγὼ, ὅμως, ταπεινὰ θὰ ἔλεγα· ἄς βάζει κάποιος ὅ,τι μπορεῖ, ἀρκεῖ νὰ βάζει τὸ καλύτερο λάδι τῆς καρδιᾶς του, μαζὶ μὲ τὸ ὅποιο λάδι δύναται τὸν κάθε καιρό, προκειμένου νὰ ἔχει ἔστω ἕνα καντήλι ἀναμμένο, πρέσβη ἐλέους γιὰ τὸν Οὐρανό.
Γέροντας Ἐφραὶμ (Σκήτης Ἁγίου Ἀνδρέου)
Πηγή: simeiakairwn.wordpress.com