Α) Η διαφορά
Ένας ιεροκήρυκας, αφού ολοκλήρωσε το υπαίθριο κήρυγμά του, και το ακροατήριο ετοιμαζόταν να φύγει, τους φωνάζει: «Μια στιγμή, κοιτάξτε εκεί στον δρόμο!».
Περνούσαν δύο, με δεμένα τα χέρια με αλυσίδα, και δύο αστυφύλακες τους είχαν στη μέση. Όλοι γύρισαν να τους δουν.
«Λοιπόν, λέει ο ιεροκήρυκας, μεταξύ εμού και αυτών δεν υπάρχει καμιά διαφορά. Εάν εγώ είμαι εδώ και σας κηρύττω και αυτοί εκεί αλυσοδεμένοι, τη διαφορά την κάνει η χάρις του Θεού, που δέχθηκα εγώ στην καρδιά μου, ενώ εκείνοι βρέθηκαν σε άλλο περιβάλλον, δεν άκουσαν περί Θεού, ή αδιαφόρησαν και περιφρόνησαν την αγάπη του Θεού, και βρίσκονται σήμερα στη λυπηρή αυτή θέση. Η φύση μας είναι η ίδια, αμαρτωλή. Σ’ αυτούς εξελίχθηκε χωρίς το χαλινάρι του Θεού, από μια κακή σκέψη, σε ένα κακό λόγο, και τέλος σε μια κακή πράξη, που τους έφερε στο λυπηρό αυτό κατάντημα». Η σωτήρια χάρη του Θεού, προσφέρεται σήμερα και στον καθένα από σας, δωρεάν, διά του Χριστού».
Β) Τα μηδενικά
Σε κάποιο μουσείο βρίσκεται ένας ωραίος ζωγραφικός πίνακας, που παριστάνει ένα μικρό παιδί να γράφει σε ένα πίνακα στη σειρά μηδενικά. Πλάι στο παιδί στέκεται ένας άγγελος, που θέτει τον αριθμό 1 μπροστά στα μηδενικά.
Ο πίνακας αυτός έχει τον τίτλο «Ανθρώπινη θέληση και Θεία Χάρις».
Το νόημά του είναι απλούστατο. Ό,τι κάνουμε εμείς οι άνθρωποι δεν έχει αυτό καθαυτό αξία. Είναι σαν τα μηδενικά. Η Θεία Χάρις είναι ο αριθμός που μπαίνει μπροστά στα μηδενικά και τους δίνει μεγάλη αξία.
Τότε, όσο περισσότερα… μηδενικά υπάρχουν, δηλαδή καλά έργα μας, τόσο περισσότερο αξίζουμε.
Απόσπασμα από το βιβλίο του Κωνσταντίνου Κούρκουλα, Ψιχία από της τραπέζης.