
Είπε κάποιος από τους γέροντες πριν από όλα χρειαζόμαστε την ταπεινοφροσύνη και να είμαστε έτοιμοι σε κάθε λόγο που ακούμε να λέμε, συγγνώμη. Διότι με την ταπεινοφροσύνη καταστρέφονται όλες οι επιθέσεις του εχθρού και του ανταγωνιστού.
Ας ερευνήσουμε ποιο είναι το νόημα του λόγου του γέροντος. Γιατί λέει, πριν από όλα χρειαζόμαστε την ταπεινοφροσύνη, και όχι, πριν από όλα χρειαζόμαστε την εγκράτεια; Αφού μάλιστα ο Απόστολος λέει· «ο αγωνιζόμενος εγκρατεύεται τα πάντα». Ή γιατί δεν λέει, πριν από όλα χρειαζόμαστε τον φόβο του Θεού; Αφού μάλιστα η Γραφή λέει· «αρχή σοφίας φόβος Κυρίου». Και πάλι, «ο καθένας αποστρέφεται το κακό από τον φόβο του Κυρίου». Και γιατί δεν λέει, πριν από όλα χρειαζόμαστε την ελεημοσύνη ή την πίστη; Αφού μάλιστα λέει η Γραφή, «με ελεημοσύνες και πίστη καθαρίζονται οι αμαρτίες», και ο Απόστολος λέει, «χωρίς πίστη είναι αδύνατο να ευαρεστήσει κανείς τον Θεό». Εάν, λοιπόν, είναι αδύνατο να ευαρεστήσει κανείς τον Θεό χωρίς πίστη, και οι αμαρτίες καθαρίζονται με ελεημοσύνες και πίστη, και από τον φόβο του Κυρίου αποστρέφεται ο καθένας το κακό, και αρχή σοφίας είναι ο φόβος του Κυρίου, και ο αγωνιζόμενος εγκρατεύεται τα πάντα, πώς λέει το, πριν από όλα χρειαζόμαστε την ταπεινοφροσύνη και άφησε όλα αυτά, αν και είναι τόσο αναγκαία;
Θέλει να μας δείξει ο γέρων ότι ούτε ο ίδιος ο φόβος του Θεού ούτε η ελεημοσύνη ούτε η πίστη ούτε η εγκράτεια ούτε καμία άλλη από τις αρετές μπορεί να επιτευχθεί χωρίς την ταπεινοφροσύνη. Γι’ αυτό λέει πριν από όλα χρειαζόμαστε την ταπεινοφροσύνη και να είμαστε έτοιμοι σε κάθε λόγο που ακούμε να λέμε συγγνώμη. Διότι με την ταπεινοφροσύνη καταστρέφονται όλες οι επιθέσεις του εχθρού και του ανταγωνιστού.
Βλέπετε, λοιπόν, αδελφοί, πόση είναι η δύναμη της ταπεινοφροσύνης. Βλέπετε ποιο αποτέλεσμα έχει το να λέμε, συγγνώμη. Και γιατί καλείται ο διάβολος όχι μόνο εχθρός, αλλά και ανταγωνιστής. Εχθρός λέγεται, διότι είναι μισάνθρωπος, μισόκαλος, επίβουλος. Ανταγωνιστής λέγεται, επειδή επιχειρεί να εμποδίσει κάθε καλό έργο.
Θέλει κανείς να προσευχηθεί; Εκείνος ανταγωνίζεται εμποδίζοντας με τις κακές ενθυμήσεις, με αιχμαλωσία των λογισμών, με ακηδία. Θέλει κανείς να ελεήσει: Εκείνος εμποδίζει με φιλαργυρία, με φιλοχρηματία. Θέλει κανείς να αγρυπνήσει; Εκείνος εμποδίζει με οκνηρία, με ραθυμία. Και σε κάθε καλό πράγμα που επιχειρούμε εναντιώνεται σ’ εμάς με τον ίδιο τρόπο. Γι’ αυτό λέγεται όχι μόνο εχθρός, αλλά και ανταγωνιστής. Με την ταπεινοφροσύνη λοιπόν καταστρέφονται όλες οι επιθέσεις του εχθρού και του ανταγωνιστού.
Διότι πραγματικά είναι μεγάλη η ταπεινοφροσύνη και ο καθένας από τους αγίους βάδισε με αυτήν την ταπεινοφροσύνη και με τον κόπο συντόμευσε την οδοιπορία, καθώς λέει· «δες την ταπείνωσή μου και τον κόπο μου, και συγχώρεσε όλες τις αμαρτίες μου».
Διότι μπορεί μόνη της η ταπεινοφροσύνη να μας εισαγάγει, όπως έλεγε ο αββάς Ιωάννης, έστω και με αργοπορίας. Ας ταπεινωθούμε, λοιπόν, και εμείς λίγο, και θα σωθούμε. Πιστεύω στο έλεος του Θεού, ότι γι’ αυτό το μικρό που γίνεται με ταπείνωση θα βρεθούμε και εμείς στον τόπο των αγίων εκείνων, οι οποίοι πάρα πολύ κοπίασαν και δούλευσαν στον Θεό.
Μακάριος είναι, αδελφοί, όποιος έχει ταπείνωση. Μεγάλη είναι η ταπείνωση, καλώς δε επεσήμανε ο άγιος εκείνος αυτόν που έχει αληθινή ταπείνωση, λέγοντας ότι «η ταπείνωση δεν οργίζεται ούτε παροργίζει κανένα». Και το πράγμα φαίνεται παράξενο, διότι η ταπείνωση εναντιώνεται μόνο στην κενοδοξία και από αυτή μόνο φυλάττει τον άνθρωπο.
Οργίζεται όμως κανείς και για χρήματα και για φαγητά. Πώς λοιπόν λεει ότι «η ταπείνωση δεν οργίζεται ούτε παροργίζει κανένα»; Η ταπείνωση είναι μεγάλη, όπως είπαμε, και δυνατή ώστε να ελκύσει τη χάρη του Θεού στην ψυχή.
Λοιπόν αυτή η χάρις του Θεού, όταν έλθει, σκεπάζει την ψυχή από αυτά τα άλλα δύο βαριά πάθη διότι τι είναι βαρύτερο από το να οργίζεται κανείς και να παροργίζει τον συνάνθρωπο, όπως είπε ο Ευάγριος, ότι είναι τελείως ξένο προς τον μοναχό να οργίζεται;
Πραγματικά, εάν αυτός δεν καλυφθεί γρήγορα με ταπείνωση, λίγο – λίγο έρχεται σε κατάσταση δαίμονος, ταράσσοντας και ταρασσόμενος. Γι’ αυτό λοιπόν λέγει ότι «η ταπείνωση δεν οργίζεται ούτε παροργίζει κανένα».
Αββάς Δωρόθεος