
Η Κυριακή του Τυφλού είναι μία από τις πιο συγκινητικές και βαθυστόχαστες ευαγγελικές περικοπές που διαβάζεται στους Ναούς μας, την έκτη Κυριακή από το Πάσχα και προετοιμάζει το έδαφος για την εορτή της Αναλήψεως.
Το γεγονός που περιγράφει ο Ευαγγελιστής Ιωάννης (κεφ. 9) είναι η θαυματουργή θεραπεία ενός εκ γενετής τυφλού από τον Ιησού Χριστό. Πέρα από την ίδια την ίαση, η περικοπή ξεδιπλώνει μια σειρά από σημαντικά θεολογικά και πνευματικά νοήματα που αγγίζουν την καρδιά της χριστιανικής πίστης.
Ο Χριστός, περνώντας, βλέπει τον τυφλό και οι μαθητές Του Τον ρωτούν αν η τύφλωσή του οφείλεται σε αμαρτίες δικές του ή των γονέων του. Ο Ιησούς απαντά κατηγορηματικά ότι η κατάσταση του ανθρώπου δεν είναι αποτέλεσμα αμαρτίας, αλλά δόθηκε «για να φανερωθεί η δύναμη του Θεού». Αυτή η απάντηση αποτελεί μια θεμελιώδη αρχή της χριστιανικής διδασκαλίας, ανατρέποντας την τότε διαδεδομένη αντίληψη ότι κάθε πάθημα είναι τιμωρία.
Ο Χριστός στη συνέχεια φτύνει στο χώμα, φτιάχνει πηλό και αλείφει τα μάτια του τυφλού, δίνοντάς του την εντολή να πλυθεί στην κολυμβήθρα του Σιλωάμ. Ο τυφλός υπακούει αμέσως και, πλένοντας τα μάτια του, ανακτά την όρασή του. Αυτή η πράξη του Χριστού, με τον πηλό και το νερό, παραπέμπει στη Δημιουργία, υπενθυμίζοντας ότι ο ίδιος ο Θεός που έπλασε τον άνθρωπο από χώμα, τώρα τον αναδημιουργεί, δίνοντάς του το φως. Το νερό του Σιλωάμ, με τη σειρά του, συμβολίζει το Βάπτισμα, την πνευματική αναγέννηση που μας χαρίζει το φως του Χριστού.
Η αντίδραση της κοινωνίας και των θρησκευτικών αρχών στο θαύμα είναι ενδεικτική. Οι Φαρισαίοι δυσπιστούν, αμφισβητούν την αλήθεια του γεγονότος, ανακρίνουν τον θεραπευθέντα και τους γονείς του. Η πνευματική τους τύφλωση είναι πιο βαθιά από τη σωματική τύφλωση του ανθρώπου. Αντί να δοξάσουν τον Θεό για το θαύμα, εγκλωβίζονται σε νομικίστικες ερμηνείες (το θαύμα έγινε Σάββατο) και σε προκαταλήψεις εναντίον του Ιησού. Ο θεραπευθείς, παρά τις πιέσεις, παραμένει σταθερός στην αλήθεια του, μαρτυρώντας για τον Χριστό, με αποτέλεσμα να εκδιωχθεί από τη συναγωγή.
Το αποκορύφωμα της περικοπής έρχεται όταν ο Χριστός βρίσκει ξανά τον θεραπευθέντα και του αποκαλύπτεται ως ο Υιός του Θεού. Ο τυφλός, έχοντας λάβει το σωματικό φως, τώρα δέχεται και το πνευματικό φως, ομολογώντας την πίστη του στον Ιησού. «Πιστεύω, Κύριε!», αναφωνεί και Τον προσκυνά. Αυτή η στιγμή υπογραμμίζει ότι η αληθινή όραση δεν είναι μόνο η σωματική, αλλά κυρίως η πνευματική, η ικανότητα να βλέπουμε τον Θεό και να Τον αναγνωρίζουμε ως τον Σωτήρα.
Η Κυριακή του Τυφλού μας καλεί να αναρωτηθούμε για τη δική μας πνευματική όραση. Βλέπουμε τον Χριστό στη ζωή μας; Αναγνωρίζουμε τα σημάδια της παρουσίας Του; Ή μήπως είμαστε και εμείς τυφλοί, όχι σωματικά, αλλά πνευματικά, εγκλωβισμένοι σε προκαταλήψεις, αμφιβολίες ή άρνηση; Είναι μια ημέρα για να ζητήσουμε από τον Κύριο να μας ανοίξει τα μάτια της ψυχής μας, ώστε να Τον δούμε, να Τον πιστέψουμε και να Τον ακολουθήσουμε.