
Ζούμε μέσα στον χρόνο, αλλά σπάνια τον προσλαμβάνουμε ως δώρο. Τον φοβόμαστε, τον σπαταλούμε, ή τον διαχειριζόμαστε όπως ένας υπάλληλος τη βάρδιά του. Όμως ο χρόνος -αυτό το αδιάκοπο ρεύμα που κυλά ανάμεσα στη γέννηση και τον θάνατο- είναι ακριβώς ο τόπος όπου ο Θεός έρχεται να μας συναντήσει.
Δεν είναι τυχαίο ότι η Εκκλησία, μέσα από τη Λατρεία της, μας καλεί να σταθούμε ενώπιον του Θεού και τη νύχτα. Το μεσονύκτιο -εκείνη η σκοτεινή, αθόρυβη ώρα που όλα γίνονται σκιές- δεν είναι μόνο ένα κομμάτι του ρολογιού. Είναι ένα πνευματικό σύμβολο. Είναι ο χρόνος της αγρυπνίας, της επαγρύπνησης, της εσχατολογικής αναμονής. Είναι η στιγμή που η ψυχή, απογυμνωμένη από τις φωνές και τους περισπασμούς της ημέρας, μπορεί επιτέλους να πει: «Ἰδοὺ ὁ Νυμφίος ἔρχεται».
Ο Θεός δεν κρύβεται. Δεν παύει ποτέ να καλεί τον άνθρωπο. Αλλά η φωνή Του δεν κραυγάζει μέσα στον θόρυβο του ημερήσιου πολιτισμού μας. Μιλά σιγανά, σχεδόν αδιόρατα, μέσα στο σκοτάδι, εκεί όπου η καρδιά δεν έχει πια τίποτα για να κρατηθεί, παρά μόνο Εκείνον. Και αυτό δεν είναι «ιδιοτροπία» του Θεού. Είναι το μυστήριο της θείας αγάπης που σέβεται την ελευθερία μας, που περιμένει τη συναίνεσή μας, την προσευχή μας, την προσοχή μας.
Η νύχτα, λοιπόν, γίνεται λειτουργική στιγμή. Γίνεται τόπος και χρόνος Θεοφανείας. Όχι επειδή ο Θεός είναι πιο κοντά, αλλά επειδή εμείς, μέσα στο σκοτάδι, γινόμαστε επιτέλους ικανοί να Τον δούμε.
Γι’ αυτό η Εκκλησία όρισε το Μεσονυκτικό. Όχι ως μια ακόμη τυπική ακολουθία, αλλά ως μια πρόσκληση να κάνουμε τον χρόνο Λειτουργία. Να αφήσουμε πίσω μας τον θόρυβο του «εγώ» και να εισέλθουμε στο μυστήριο του Θεού που έρχεται πάντα, αλλά δεν εισβάλλει ποτέ.
Είναι αυτός ο Θεός που, όταν Τον αναζητήσεις μέσα στη σιωπή και την ταπείνωση, γίνεται η ανάπαυση της ψυχής σου. Όχι επειδή λύνει τα προβλήματά σου, αλλά επειδή σου αποκαλύπτει ότι η ζωή έχει νόημα, όχι όταν την εξουσιάζεις, αλλά όταν τη μεταμορφώνεις σε Ευχαριστία.
(†) Γέροντας Αιμιλιανός Σιμωνοπετρίτης