
Ο Απόστολος Θωμάς πωλήθηκε, κατά παραχώρηση Κυρίου, στον έμπορο Αμβάνη ως δούλος και πολύ ικανός και έμπειρος οικοδόμος. Ο Αμβάνης έφερε τον δούλο στις Ινδίες και τον παρουσίασε στον βασιλέα ως μέγα αρχιτέκτονα και οικοδόμο. Εκείνος τον δέχθηκε και του πρόσφερε πολλά χρήματα για να του οικοδομήσει καινούργια παλάτια. Ο Απόστολος του Χριστού μόλις πήρε τα χρήματα τα μοίρασε στους πτωχούς και στους έχοντας ανάγκη.
Μετά από λίγο χρόνο έστειλε ο βασιλεύς τους αυλικούς του για να δουν πώς πηγαίνουν οι νέες οικοδομές. Όταν είδαν κατάπληκτοι ότι ούτε τα θεμέλια δεν έχει τοποθετήσει ο οικοδόμος και μαθαίνοντας ότι τα χρήματα τα μοίρασε στους πτωχούς, έτρεξαν στον βασιλέα και του ανήγγειλαν το γεγονός. Εκείνος διέταξε να δέσουν τον Απόστολο οπισθάγκωνα και να τον φέρουν μπροστά του. Αφού ήλθε, του είπε με οργή:
-Μου έκτισες το παλάτι;
-Ναι, απάντησε με ηρεμία ο Απόστολος, και μάλιστα είναι πολύ ωραίο.
-Εμπρός, λοιπόν, είπε ο βασιλιάς, πάμε να το δω και εγώ.
-Δεν είναι δυνατόν, βασιλιά να δεις αυτό το ανάκτορο σ’ αυτή τη ζωή. Μετά την αναχώρησή σου από τον κόσμο αυτό θα το απολαύσεις και θα αγαλλιασθεί η ψυχή σου.
Τα λόγια αυτά του αληθινού δούλου του Θεού, θεώρησε ο βασιλιάς Γουνδαφόρος, διότι αυτό ήταν το όνομά του, ως εμπαιγμό και χλεύη. Και επειδή έμαθε ότι αυτός ο άνθρωπος είναι πτωχός και δεν έχει τις οικονομικές δυνατότητες να του επιστρέψει τα σπαταληθέντα χρήματα, σκέφθηκε ότι μόνο ο θάνατος του θα ικανοποιήσει κάπως τον θυμό του. Γι’ αυτό διέταξε να τον γδάρουν ζωντανό και ύστερα να τον ρίξουν στην φωτιά να καεί.
Τι κάνει, όμως, ο Παντοδύναμος Θεός; Ο αδελφός του βασιλιά οργίστηκε περισσότερο κατά του Αποστόλου και πίεζε τον βασιλιά να τον τιμωρήσει. Ξαφνικά, όμως, πέθανε και ο θάνατος του αγίου Θωμά ματαιώθηκε. Έτσι όλοι πλέον ασχολούνταν με την εκφορά του νεκρού.
Ο Θεός, όμως, που δεν επιθυμεί τον θάνατο του αμαρτωλού, επιτέλεσε εδώ καταπληκτικό θαύμα. Μόλις πέθανε ο Γαδ, αυτό ήταν το όνομά του, παρέλαβαν την ψυχή του άγγελοι και της έδειχναν τις αιώνιες κατοικίες των ανθρώπων που σώθηκαν από την αμαρτία ή μετανόησαν. Η ψυχή του Γάδ κυριεύθηκε από θαυμασμό για το έξοχο κάλλος εκείνης της ουράνιας έπαυλης που ξεχώριζε από τις άλλες και παρακαλούσε τους συνοδούς αγγέλους της να την αφήσουν να κατοικήσει σ’ ένα απ’ αυτά τα μικρά δωμάτια που έβλεπε. Οι άγγελοι, όμως, δεν δέχονταν την παράκλησή του λέγοντας ότι αυτό το παλάτι ανήκει στον αδελφό του Γουνδαφόρο και το έκτισε ένας ξενόφερτος άνθρωπος ονόματι Θωμάς.
Μόλις πληροφορήθηκε αυτό ο Γαδ παρακαλούσε επίμονα τους αγγέλους να του επιτρέψουν να γυρίσει στον κόσμο για ν’ αγοράσει αυτό το λαμπρό παλάτι από τον αδελφό του. Με το θέλημα, λοιπόν, του Θεού επανήλθε η ψυχή του Γαδ στο σώμα της για να λυτρωθεί έτσι ο Απόστολος από τον θάνατο και πολλοί άνθρωπο να σωθούν από το θαύμα της αναστάσεως του Γαδ.
Ενώ οι συγγενείς του, ετοίμαζαν το νεκρό σώμα του Γαδ για τον ενταφιασμό, ξαφνικά άρχισε να αναπνέει. Όλοι εξεπλάγησαν και φώναξαν τον βασιλιά, στον οποίο είπε ο αναστημένος αδελφός του:
-Αν με αγαπάς, αδελφέ μου, έχω την αξίωση να μου πουλήσεις αυτό το ωραίο παλάτι που σου έκτισε στον ουρανό ο χριστιανός Θωμάς.
Ακούγοντας τα λόγια αυτά ο βασιλιάς φωτίστηκε εκ Πνεύματος Αγίου ότι ο Θωμάς είναι αληθινός Απόστολος του Θεού και φωτισμένος στην ψυχή είπε στον αδελφό του:
-Αδελφέ μου, δεν μπορώ να σου πουλήσω αυτό το παλάτι γιατί η απόκτηση του δεν επιτυγχάνεται εύκολα. Θεωρώ προτιμότερο να συστήσω σε εσένα τον τεχνίτη του, ο οποίος ζει ακόμη, και εκείνος προς χάριν σου θα οικοδομήσει παρόμοιο ανάκτορο.
Αμέσως διέταξε να αποφυλακίσουν και φέρουν ενώπιόν του τον Θωμά. Όταν παρουσιάστηκε μπροστά τους, εκείνοι έπεσαν και οι δύο γονατιστοί στα πόδια του ζητώντας συγχώρεση διότι από άγνοια, διέπραξαν το κακό σε βάρος του και τον παρακάλεσαν να κηρύξει στη χώρα τους τον αληθινό Θεό που λατρεύει και τη διδασκαλία του, ώστε όλοι οι άνθρωποι να απολαύσουν τα αιώνια και άφθαρτα αγαθά, τα οποία αξιώθηκε να γνωρίσει ο Γαδ.
Με κατάπληξη άκουσε όλα αυτά ο Απόστολος Θωμάς και ευχαρίστησε εκ βάθους καρδίας τον Θεό για τα θαυμάσιά Του και τη Θεία Πρόνοιά Του. Αμέσως τους κατήχησε και τους βάπτισε όλους και άλλα αναρίθμητα πλήθη Ινδών, στο όνομα του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος.
Απόσπασμα από το βιβλίο, Ψυχωφελείς Οπτασίες και Διηγήσεις, εκδ. «Ορθόδοξος Κυψέλη».