Ὁ Λυτρωτὴς δίνει τὴν εἰρήνη του στούς µαθητὲς του τή στιγµή πού πρόκειται νά µπῆ στήν περιοχή τοῦ Πάθους του. Ἔχοντας µπροστὰ του τὴν τροµακτικὴ ὀδύνη τοῦ Σταυροῦ καὶ τὸν ἄµεσο θάνατο µιλάει γιά τὴν εἰρήνη του καὶ µεταγγίζει τὴν εἰρήνη του. Ἀφοῦ ὁ Ἰησοῦς, σ’ αὐτὴν ἀκριβῶς τή στιγµή παραµένει ὁ κύριος τῆς εἰρήνης, ἡ δύναµή της δέν θὰ ἐγκαταλείψη τὸν µαθητή στίς µικρότερες θύελλες πού θ’ ἀντιµετώπιση. «Ἐγὼ δὲ λέγω µὴ ἀντιστῆναι τῷ πονηρῷ» (Ματθ. 5, 39). Λόγος σκανδαλώδης καὶ πολὺ παράξενος στά µάτια τῶν ἀνθρώπων -τῶν ἀνθρώπων γενικὰ κι ὄχι µόνο τῶν ἀπίστων. Τὸ ἀριστερὸ µάγουλο πού πρέπει νά στρέψωµε σ’ αὐτόν πού µᾶς ἐρράπισε τὸ δεξιό. Τὸ ἱµάτιο πού πρέπει ν’ ἀφήσουµε σ’ αὐτόν πού µᾶς πῆρε καὶ τὸ χιτώνα. Τὰ δύο µίλια πού πρέπει νά περιπατήσουµε µ’ ἐκεῖνον πού µᾶς ἀγγάρεψε ἕνα µίλι. Ἡ εὐλογία πού πρέπει νά δώσουµε στόν ἄλλο πού µᾶς καταράσθηκε.
Τὶ ὑποδοχὴ βρίσκουν οἱ ἐντολὲς αὐτὲς µεταξὺ ἐκείνων πού θὰ ἔπρεπε πρῶτοι νά τὶς δεχθοῦν καί νά τὶς καταλάβουν; Ἡ ὁδὸς τῆς ἀγάπης τοῦ ἐχθροῦ, τόσο στό πεδίο τῆς διεθνοῦς, ὅσο καὶ στό ἐπίπεδο τῆς προσωπικῆς ζωῆς, ἔχει ἄραγε ἐπαρκῶς ἐξερευνηθῆ; «Οὐκ οἴδατε ποίου πνεύµατος ἐστε» (Λουκ. 9, 55).
Εὐαγγελικὴ «µή-ἀντιστάση». Ἡ ἐκλογὴ δέν ἔγκειται στό νά διαλέξουµε µεταξὺ τοῦ νά πολεµήσουµε καὶ νά µὴν πολεµήσουµε. Ἀλλὰ µεταξὺ τοῦ νά πολεµήσουµε καὶ τοῦ νά ὑποφέρουµε καὶ διὰ τοῦ πόνου νά νικήσουµε. Οἱ µάχες δηµιουργοῦν τὶς φαινοµενικὲς νίκες, ποὺ δέν εἶναι παρὰ αὐταπάτη καὶ µαταιότης, ἐφόσον ὑψίστη πραγµατικότης εἶναι ὁ Ἰησοῦς. Ὁ πόνος τοῦ µὴ ἀντισταµένου ἀναγγέλλει καὶ τονίζει αὐτὴν τὴν ὑπέρτατη πραγµατικότητα τοῦ Ἰησοῦ. Τέτοια εἶναι ἡ πραγµατικὴ νίκη. «Ἱκανόν ἐστι» (Λουκ. 22, 38), λέει ὁ Ἰησοῦς, ὅταν οἱ µαθηταὶ του τοῦ παρουσιάζουν δύο µάχαιρες.
Οἱ µαθηταὶ δέν εἶχαν καταλάβει τὸ νόηµα ἐκείνης τῆς ἄλλης φράσεως∙ «ὁ µὴ ἔχων (βαλάντιον) πωλησάτω τὸ ἱµάτιον αὐτοῦ καὶ ἀγορασάτω µάχαιραν» (Λουκ. 22, 36). Ὁ Ἰησοῦς εἶχε θελήσει νά πῆ: Ὑπάρχουν ἐποχές πού πρέπει νά θυσιάσουµε ἀκόµη κι αὐτό πού φαίνεται τελείως ἀναγκαῖο. Γιά νά µπορέσουµε ἔτσι νά συγκεντρώσουµε τὴν ἐπαγρύπνησή µας στίς ἐφόδους τοῦ κακοῦ. Μὰ τόσο ἡ ἐπίθεση, ὅσο καὶ ἡ ὑπεράσπιση ἀνήκουν στόν κόσµο τοῦ πνεύµατος.
Ὁ Ἰησοῦς προχωρεῖ µπροστὰ πρὸς συνάντηση τῆς σπείρας πού ἐρχόταν νά τὸν συλλάβη «µετὰ φανῶν καὶ λαµπάδων καὶ ὅπλων» (Ἰω. 18, 3). Προχωρεῖ ἐλεύθερα, αὐθόρµητα πρὸς τὸ Πάθος του.
Ὁ Ἰησοῦς θεραπεύει τὸν δοῦλο τοῦ ὁποίου ὁ Πέτρος εἶχε ἀποκόψει τὸ ἕνα αὐτί. Ὄχι µόνο δέν θέλει νά τὸν ὑπερασπισθοῦν οἱ µαθηταὶ του χρησιµοποιώντας βία -«ἐᾶτε ἕως τούτου» (Λουκ. 22, 51) λέει- ἀλλά καὶ θεραπεύει τὸ κακό πού εἶχε προκαλέσει ἡ µάχαιρα τοῦ Πέτρου. Εἶναι τὸ µόνο θαῦµα πού ἐνήργησε ὁ Ἰησοῦς κατὰ τή διάρκεια τοῦ Πάθους του.
Ἡ µή ἀντιστάση, τῆς ὁποίας ὁ Ἰησοῦς δίνει τὸ παράδειγµα, δέν εἶναι ἀποδοχὴ τοῦ κακοῦ ἤ καθαρή παθητικότης. Εἶναι θετικὴ ἀντίδραση. Ἀπάντηση τὴν ὁποία ἡ ἀγάπη, αὐτὴ ἡ ἀγάπη πού ἐνσαρκώνει ὁ Ἰησοῦς, ἀντιθέτει τίς ἐπιθέσεις τῶν κακῶν. Ὡς ἄµεσο ἀποτέλεσµα φαίνεται ἡ νίκη τοῦ κακοῦ. Μὰ στή µακρὰ συνέχεια ἡ δύναµη τῆς ἀγάπης εἶναι ἡ πιὸ ἰσχυρή. Ἡ ἀνάσταση ἀκολούθησε τὸ Πάθος. Ἡ µή-ἀντιστάση τῶν µαρτύρων ἔκαµψε καὶ σαγήνευσε τοὺς διῶκτες. Τὸ αἷµα πού χύθηκε ἐξασφάλισε τή διάδοση τοῦ Εὐαγγελίου. Εἰρηνιστικὴ κινήση ἀδύναµη καὶ γεµάτη ἀοριστία; Ὄχι! Φλόγα πού καίει καὶ νικᾶ. Ἐὰν ὁ Ἰησοῦς στή Γεθσηµανῆ εἶχε ζητήσει ἀπὸ τὸν Πατέρα τή βοήθεια δώδεκα λεγεώνων ἀγγέλων, δέν θὰ ὑπῆρχε οὔτε Πάσχα οὔτε Πεντηκοστή.
† Lev Gillet