Ένα περιστατικό που φανερώνει την αγιότητα αυτού του ανθρώπου (του Αρχιεπισκόπου Αθανασίου του Καζάν) είναι και το ακόλουθο.
Γνώρισμα των αγίων ψυχών είναι και η ιλαρότητα της καρδιάς, που φυσικά αντανακλάται και στο πρόσωπο. Ο αξιομακάριστος αυτός αρχιεπίσκοπος, ο Αθανάσιος, είχε τη συνήθεια, τους επισκέπτες του να τους περιποιείται ο ίδιος. Αυτό του έδινε ιδιαίτερη χαρά.
Σε κάποια εορτή, μετά τη θεία Λειτουργία, είχε καλέσει στο σπίτι του μερικούς ανθρώπους για πρωινό. Ο Αθανάσιος, που ήταν πολύ φιλόξενος άνθρωπος, κράτησε τους επισκέπτες του και για φαγητό.
Όταν ο διακονητής παρέθεσε στο τραπέζι το φαγητό -ένα τεράστιο ψάρι- ο αρχιεπίσκοπος αφού το καλοκοίταξε φώναξε: «Μην το ακουμπήσει κανείς. Είναι μαγαρισμένο».
Όλοι οι συνδαιτυμόνες έμειναν αποσβολωμένοι. Στη συνέχεια ο Αθανάσιος έδωσε εντολή στον διακονητή, να το απομακρύνει. Εκείνου δεν του έκαμε καρδιά να το πετάξει.
Μετά φώναξε τον μάγειρα. Όταν παρουσιάστηκε πρόσεξε πως τα δάχτυλά του ήταν τυλιγμένα με επίδεσμο και τον ρώτησε:
– Τι έπαθες;
– Να, Δεσπότη μου, εκεί που καθάριζα το ψάρι, κόπηκα.
– Και τι είπες τη στιγμή εκείνη;
– Συγχώρεσέ με, βλασφήμησα! Άει στον…
– Ακούσατε; Ε, μετά από τέτοια λόγια, δεν επιτρέπεται να φαγωθεί. Πέταξέ το και φτιάξε άλλο.
Και είπε συμπερασματικά ο Αθανάσιος: «Να, πώς ακόμη και η κατάρα απλού ανθρώπου πιάνει!».
-Γέροντα, ρώτησα, δεν μπορώ να καταλάβω, πώς ο αρχιεπίσκοπος Αθανάσιος ήξερε, ότι το φαγητό ήταν μαγαρισμένο.
-Να σου πω. Η κατάρα του μαγείρου έφερε κάποια αλλοίωση στο ψάρι, που ο Αθανάσιος την κατάλαβε με τα πνευματικά του μάτια. Γι’ αυτό και στα μεγάλα δείπνα των κοσμικών, δεν θα τη βρεις τη νοστιμιά που έχει ακόμη και η απλή σούπα των καλογήρων. Γιατί, όχι μόνο δεν τα φτιάχνουν με προσευχή, (αντίθετα μάλιστα, τα φτιάχνουν με βλασφημίες, αισχρολογίες και κατάρες), μα ούτε καν κάνουν προσευχή, όταν κάθονται να φάνε. Στο μοναστήρι όλα είναι ευλογημένα και νόστιμα, γιατί όλα γίνονται με προσευχή και δοξολογία προς τον Θεό, «τόν διδόντα τροφήν πάσῃ σαρκί».
Διήγηση του οσίου στάρετς Βαρσανουφίου