Νεοφανής άγιος της Ορθόδοξης χριστιανικής Εκκλησίας, γνωστότερος στο χριστεπώνυμο πλήρωμα ως Πορφύριος ο Καυσοκαλυβίτης.
Ο κατά κόσμον Ευάγγελος Μπαϊρακτάρης γεννήθηκε στις 7 Φεβρουαρίου 1906 στον Άγιο Ιωάννη Καρυστίας. Παιδί φτωχής οικογένειας βοηθούσε από μικρός τους γονείς του στις αγροτικές εργασίες. Εξ αυτού του λόγου πήγε μόνο στην Α΄ Δημοτικού. Από μικρός, όμως, διάβαζε βίους Αγίων και ιδιαίτερα του αγίου Ιωάννου του Καλυβίτου. Πριν από την εφηβεία του, εργάστηκε ως βοηθός σε παντοπωλεία της Χαλκίδας και του Πειραιά. Προσπάθησε να μεταβεί στο Άγιο Όρος, την πρώτη φορά ανεπιτυχώς, τη δεύτερη με επιτυχία, ενώ ακόμη ήταν 12 ετών.
Ο Γέροντας Παντελεήμων, παρουσιάζοντάς τον ως εγγονό, τον κράτησε κοντά του από το 1918 έως το 1925, στη Σκήτη στα Καυσοκαλύβια, που βρίσκεται τρεις ώρες από τη Μονή της Μεγίστης Λαύρας. Εκεί έμαθε τα της μοναχικής ζωής, να διαβάζει το Ψαλτήριο, την Καινή Διαθήκη και τις ιερές Ακολουθίες. Επιδιδόταν σε προσευχή και νηστεία, έδειχνε υπακοή και ταπείνωση, έχοντας πάντοτε ως πρότυπό του τον άγιο Ιωάννη τον Καλυβίτη.
Στα 14 του φόρεσε το ράσο και σε δύο με τρία χρόνια εκάρη μοναχός με το όνομα Νικήτας. Ένα κρυολόγημα που εξελίχθηκε σε υγρή πλευρίτιδα, ανάγκασε τον Γέροντά του να τον στείλει πίσω στην Εύβοια, για να θεραπευτεί. Αργότερα επέστρεψε στο Άγιο Όρος, όχι τελείως θεραπευμένος, οπότε τον ανάγκασαν να γυρίσει στη Μονή Αγίου Χαραλάμπους στην Εύβοια. Εκεί, το 1926, ο αρχιεπίσκοπος Σινά Πορφύριος Γ΄ τον χειροτόνησε διάκονο και ιερέα, του έδωσε το όνομά του και του ανέθεσε και το έργο του πνευματικού εξομολόγου.
Το 1940 πήγε στην Αθήνα, επιθυμώντας διακαώς να διακονήσει ως κληρικός σε κάποιο Ίδρυμα. Ανέλαβε εφημέριος στο παρεκκλήσι του Αγίου Γερασίμου της Πολυκλινικής Αθηνών, κοντά στην πλατεία Ομονοίας. Εκεί, για 33 χρόνια (1940-1973), έδωσε κυριολεκτικά τον εαυτό του στη δύσκολη ιερατική διακονία του, με συνεχείς θείες Λειτουργίες και ιερές Ακολουθίες, για το προσωπικό και τους ασθενείς, με τη στήριξη που πρόσφερε σε όλους, με την εξομολόγηση και με την επίσκεψη των αρρώστων στο κρεβάτι του πόνου. Παράλληλα μελετούσε και ιατρικά βιβλία, κατατοπιζόταν, ρωτούσε γιατρούς και νοσηλευτές, για να μπορεί να παρηγορεί τους ασθενείς.
Ποικίλα περιστατικά στη διάρκεια της πολύχρονης διακονίας του στην Πολυκλινική μαρτυρούν όχι μόνο το χάρισμα της διορατικότητας, αλλά και την πνευματική του εμπειρία και σοφία, χάρη στις οποίες πολλές ψυχές έφερε στον δρόμο του Χριστού.
Μετά τη συνταξιοδότησή του και αφού για ένα διάστημα έζησε με την αδελφή του και μια αφοσιωμένη ανιψιά τους σ’ ένα σπιτάκι στα Τουρκοβούνια, βρήκε μια κατάλληλη τοποθεσία στο Μήλεσι Αττικής. Εκεί, με τη βοήθεια αναρίθμητων πιστών, που προσέρχονταν σε αυτόν για ψυχική ανάπαυση και για να ζητήσουν τη μεσιτεία του προς αντιμετώπιση σοβαρών ασθενειών ή προβλημάτων τους, ξεκίνησε το 1979 την ανέγερση του ιερού Ησυχαστηρίου Μεταμορφώσεως του Σωτήρος, στο οποίο έκτοτε προσέρχονται πολλοί προσκυνητές.
Αισθανόμενος ότι πλησιάζει το επίγειο τέλος του, ο ιερομόναχος Πορφύριος αποσύρθηκε στο ‘Άγιο Όρος, όπου στις 2 Δεκεμβρίου 1991, σε ηλικία 85 ετών, απεδήμησε εις Κύριον.Στις 27 Απριλίου 2013, ο Πορφύριος ο Καυσοκαλυβίτης αγιοκατατάχθηκε με απόφαση του Οικουμενικού Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως.