Κάθε ἁμαρτία, ὡς παραβίαση τῶν ἐντολῶν τοῦ Θεοῦ, μᾶς χωρίζει βιωματικά ἀπό τόν Θεό. Καί τοῦτο, ἐπειδή ἡ ἁμαρτία ἐμποδίζει τή διαβίβαση τῆς θείας ζωῆς στή δική μας βιολογική καί ψυχική ζωή.
Μεταξύ τῶν ἁμαρτιῶν ὑπάρχει διαβάθμιση, ὡς πρός τόν βαθμό ἀπομακρύνσεώς μας ἀπό τή ζωτική – ἀγαπητική μας σχέση μέ τόν Θεό. Εἰδικότερα, οἱ προγαμιαῖες σχέσεις, ὁ πολιτικός γάμος καί ἡ σαρκική συμβίωση ἀποτελοῦν θανάσιμα ἁμαρτήματα, ἐπειδή ταυτίζονται οὐσιαστικά μέ τήν πορνεία.
Ἡ πορνεία δέν ἀποτελεῖ μία ἰδιωτική ὑπόθεση τοῦ πιστοῦ, ἀλλά ἔχει εἰδικό κοινωνικό χαρακτῆρα. Ὁ κοινωνικός αὐτός χαρακτήρας τῆς πορνείας δέν περιορίζεται στό πρόσωπο, πού ἐμπλέκεται μέ τόν πορνεύοντα ἄνθρωπο, ἀλλά στό πλαίσιο τῆς Ἐκκλησίας, ἀναφέρεται στόν ἴδιο τόν Χριστό, ἐπειδή ὁ Χριστός εἶναι κεφαλή τῆς Ἐκκλησίας.
Ὁ πιστός, ὡς μέλος τοῦ μυστηριακοῦ σώματος τοῦ Χριστοῦ, ὀφείλει νά ἔχει πιστότητα στόν πνευματικό γάμο, πού ἔχει συνάψει μέ τόν Χριστό, διά τοῦ Βαπτίσματος. Καί ἡ πιστότητα αὐτή διασφαλίζεται μέ τήν τήρηση τῶν ἐντολῶν τοῦ Χριστοῦ, ὡς θείας κεφαλῆς καί νυμφίου τῆς Ἐκκλησίας.
Ἄλλωστε, καί οἰ σαρκικές σχέσεις μέσα στόν χριστιανικό γάμο δέν νομιμοποιοῦνται ἁπλῶς κάι μόνον μέ τήν κάλυψη τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ μυστηρίου. Μέσα στήν Ἐκκλησία, μέ τήν ἱερολογία τοῦ γάμου, οἰ σαρκικές σχέσεις δέν αὐτονομοῦνται καί δέν ἐξαντλοῦνται στή βιολογικότητά τους, ἀλλά ἀνάγονται, μαζί μέ τίς ψυχικές, στήν πνευματική σχέση τοῦ Χριστοῦ καί τῆς Ἐκκλησίας.
Μέ τή δύναμη τοῦ μυστηρίου, ἐμπλουτίζονται μέ τήν ἀνιδιοτελῆ καί θυσιαστική ἀγάπη, διαφεύγοντας ἔτσι τήν κάθε μορφή φίλαυτης σωματικῆς καί ψυχικῆς σχέσεως.
Δημήτριος Τσελεγγίδης (Ὁμότιμος Καθηγητής Θεολογικῆς Σχολῆς Α.Π.Θ.)