Στο δυτικό τμήμα της Ιερουσαλήμ, έξω από τα τείχη και μέσα σε δασώδη όμορφη κοιλάδα, βρίσκεται η ονομαστή Μονή του Τιμίου Σταυρού. Στο σημείο αυτό, κατά την παράδοση, είχε φυτευτεί το ξύλο του Σταυρού, της καταδίκης του Ιησού.
Ο ανιψιός του Αβραάμ, ο Λωτ, μετά την καταστροφή των Σοδόμων, κατέφυγε σε κάποιο σπήλαιο, αυτός και οι δύο του κόρες. Εκεί τον μέθυσαν. Στη συνέχεια κοιμήθηκαν μαζί του και συνέλαβαν, η μία τον Μωάβ και η άλλη τον Αμμάν (Γεν. κεφ. 19).
Μετά από αυτή την αμαρτία, κάποια μέρα, παρουσιάστηκε στον Λωτ ένας άγγελος και του έδωσε τρία ραβδιά το καθένα από ένα είδος δέντρου (κέδρος, πεύκο και κυπαρίσσι), με την εντολή να τα φυτέψει και να φέρνει καθημερινά νερό από τον Ιορδάνη να τα ποτίζει. «Εάν βλαστήσουν του είπε, τότε αυτό θα σημαίνει πως ο Θεός δέχτηκε τη μετάνοιά σου, διαφορετικά θα είσαι κολασμένος για πάντα». Γεμάτος χαρά ο Λωτ, έκανε όπως του υπέδειξε ο άγγελος.
Καθώς, όμως, επέστρεφε από τον Ιορδάνη με το νερό, συνάντησε τον μισόκαλο διάβολο, που φθόνησε τη μετάνοιά του Λωτ, μεταμφιεσμένο σε φτωχό άνθρωπο. Ο διάβολος του ζήτησε να πιεί. Λίγο πιο πέρα συνάντησε και δεύτερο και τρίτο, μέχρι που εξαντλήθηκε το νερό. Αυτό έγινε αρκετές φορές και ο Λωτ άρχισε να απελπίζεται, γιατί θα ξεραινόντουσαν τα τρία ραβδιά.
Τότε φάνηκε για δεύτερη φορά άγγελος Κυρίου και τον πληροφόρησε πως, παρόλα αυτά, τα ραβδιά βλάστησαν και μεγαλώνουν χωρίς νερό. Έτσι βεβαιώθηκε πως ο Θεός δέχτηκε τη μετάνοιά του.
Σήμερα στη μονή του Τιμίου Σταυρού κάτω από μία Αγία Τράπεζα, βρίσκεται το σημείο όπου ο Λωτ φύτεψε το τρισύνθετο ξύλο από κέδρο, πεύκο και κυπαρίσσι.
Όταν ο βασιλιάς Σολομών είδε το παράξενο αυτό δέντρο διέταξε να το κόψουν, για να το χρησιμοποιήσει στην ανοικοδόμηση του Ναού. Όμως, σύμφωνα με την παράδοση, σε καμία χρήση δεν ταίριαζε, γιατί άλλοτε μίκραινε και άλλοτε μεγάλωνε. Έτσι το ονόμασαν ξύλο κατάρας και έμενε για χρόνια αχρησιμοποίητο.
Αυτό το ξύλο αργότερα, κατ’ εντολή του αρχιερέα Καϊάφα, χρησιμοποίησαν οι άνομοι Εβραίοι για την κατασκευή του Σταυρού του Ιησού. Και αυτό γιατί λόγω των αυξομειώσεών του, θα έκαμε το μαρτύριο του Ναζωραίου φρικτότερο. Τελικά, όμως, από ξύλο της κατάρας, έγινε το ξύλο της ευλογίας.
Από τότε το Ξύλο του Σταυρού όχι απλώς το προσκυνάμε και το τιμούμε, αλλά το λατρεύουμε, το λιτανεύουμε, το ασπαζόμαστε. Έγινε για όλους μας το «ξύλο της ζωής», το «τρισμακάριστο και πανσεβάσμιο ξύλο», το «τρόπαιο» και το «όπλο» κατά των δαιμόνων. Τον πανάγιο του Χριστού Σταυρό, «αοράτως» περικυκλώνουν οι Ασώματες Δυνάμεις και όλοι εμείς οι πιστοί σε Αυτόν καταφεύγουμε, γιατί αποτελεί «της οικουμένης φύλακα» και «της Εκκλησίας δόξα».