Εἶναι αὐτονόητο ὅτι ἡ θεία Λειτουργία τελεῖται πρωτίστως γιά νά κοινωνήσουμε τῶν Ἀχράντων Μυστηρίων. Αὐτό, ὅμως, δέν σημαίνει ὅτι ὅταν δέν ἔχουμε κάποιον πού σίγουρα θά κοινωνήσει δέν θά τελεσθεῖ θεία Λειτουργία, ἤ ὅτι θά κοινωνήσουμε ἀπροετοίμαστοι δῆθεν γιά νά «μή μπεῖ ὁ Χριστός μέσα, μετά τό ‘’Μετά φόβου’’ παραμελημένος», ὅπως συνηθίζουν νά κηρύττουν μερικοί. Ὁ Χριστός δέν προσβάλλεται ἄν δέν κοινωνήσει κανείς, ἀλλά ἄν κανείς κοινωνήσει ἀπροετοίμαστος γιατί τότε αὐτός εἶναι ἔνοχος τοῦ Αἵματός Του, ὅπως διδάσκει ἡ Ἐκκλησία. Μάλιστα, κατά τόν Ἀπόστολο Παῦλο πολλοί πέθαναν κοινωνώντας ἀναξίως. Τό συγκεκριμένο χωρίο τό διαβάζει ἡ Ἐκκλησία τή Μεγάλη Πέμπτη ὅταν ὅλοι, τρέχουν νά κοινωνήσουν «γιά τό καλό» ἐντελῶς ἀπροετοίμαστοι καί χωρίς συναίσθηση γιά τό τί κάνουν.
Ἡ τέλεση τῆς θείας Λειτουργία, λοιπόν, γίνεται καί «ὑπέρ τοῦ σύμπαντος κόσμου». Μεγάλη ὠφέλεια ἀπολαμβάνουν ὅσοι μνημονεύονται στήν Προσκομιδή τῆς θείας Λειτουργίας καί γιά τόν λόγο αὐτό εἴθισται γιά τούς κεκοιμημένους νά γίνονται Σαρανταλείτουργα.
Πολλά θαύματα ἔχουμε πού ἀποδεικνύουν τήν ἀξία τῆς μνημονεύσεως τῶν ὀνομάτων στήν Ἁγία Πρόθεση, ὅπως ἐμφάνιση τῶν ἀνθρώπων πού μνημονεύτηκαν, ζώντων καί κεκοιμημένων, καί συμμετοχή τους στή θεία Λειτουργία, ἀπελευθέρωση αἰχμαλώτου πού πιστευόταν γιά νεκρός ἐπειδή τό ὄνομά του μνημονεύοταν, γνήσια ὁράματα ἀνθρώπων πού ἀναπαύτηκαν μετά ἀπό Σαρανταλείτουργο κ.α.
Ἐξάλλου ἡ θεία Λειτουργία γίνεται καί προς τιμήν τῶν ἁγίων οἱ ὁποίοι «…ὡς συνηγωνισμένοι μέ τόν Χριστόν, ἀπολαμβάνουσι μέ τοῦτο τό φρικτόν μυστήριον, μέ τήν κοινωνία δῆλα δή τῆς σωτηριώδους θυσίας, μεγαλυτέραν δόξαν καί ἀνάβασιν, καί μᾶς εἰρηνεύουσι μέ αὐτόν, καί μᾶς ἑνώνουσι καί μάλιστα ὅσον πλέον ἡμεῖς τους μνημονεύομεν», ὅπως τονίζει ὁ ἅγιος Συμεών Θεσσαλονίκης.
Τέλος ὁ ἱερεύς, ὡς μεσίτης, μετά τόν καθαγιασμό τῶν Τιμίων Δώρων, μπροστά στόν σωματικῶς παρόντα Χριστόν, καί πλήρης ἁγίου Πνεύματος ὁ ἴδιος («κατάπεμψον τό Πνεῦμα σου τό Ἅγιον ἐφ’ ἡμᾶς, καί ἐπί τά προκείμενα Δῶρα ταῦτα καί ποίησον τόν μέν Ἄρτον τοῦτον τίμιον Σῶμα τοῦ Χριστοῦ σου, τό δέ ἐν τῷ Ποτηρίω τούτῳ, τίμιον Αἷμα τοῦ Χριστοῦ σου») εὔχεται μυστικῶς πρός τόν Θεόν Πατέρα γιά ὅλους καί γιά ὅλα σύντομα μέν καί περιληπτικά στή θεία Λειτουργία τοῦ ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου, ἀναλυτικά δε στή θεία Λειτουργία τοῦ Μεγάλου Βασιλείου, ἐνῶ καί ἐκφώνως προσκαλεῖ τόν λαό νά ζητήσει, τή φοβερή αὐτή ὥρα, ὅλα ὅσα χρειάζονται γιά τή σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου μέσα ἀπό τίς προτροπές τῶν «Πληρωτικῶν». Ὑπάρχει ἡ παραμικρή πιθανότητα μέσα σέ αὐτήν τήν κατάσταση Χάριτος, πού εἶναι ἡ ἴδια ἡ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ, νά μή δοθοῦν ὅλα αὐτά τά αἰτήματα; Ἀσφαλῶς ὄχι.
Να, λοιπόν, ὁ λόγος τελέσεως τῆς θείας Λειτουργίας, ὅπως ὑπάρχει στις εὐχές τῆς Λειτουργίας τοῦ Μεγάλου Βασιλείου: Ἡ ὠφέλεια καί εἰρήνη τῆς Ἐκκλησίας, τῶν μοναστῶν καί ὁσίων, τῶν προσφερόντων τά δῶρα, αὐτῶν πού ἐλεοῦν καί τρέφουν τους πτωχούς («χάρισαι αὐτοῖς ἀντί τῶν ἐπιγείων τά ἐπουράνια»), τῶν ἀρχόντων («ἵνα ἐν τη γαλήνῃ αὐτῶν ἥρεμον καί ἡσύχιον βίον διάγωμεν ἐν πάσῃ εὐσεβείᾳ καί σεμνότητι»), τῶν ἀγαθῶν ἀνθρώπων ὥστε νά διατηρηθοῦν, τῶν πονηρῶν ὥστε νά ἀλλάξουν, ἡ αὐτάρκεια τῶν ὑλικῶν ἀγαθῶν, ἡ ἑνότητα τῶν συζύγων, ἡ ὠφέλεια τῶν νηπίων («ἔκθρεψον»), τῶν νέων («παιδαγώγησον»), τῶν γερόντων («περικράτησον»), ἡ παραμυθία τῶν ὀλιγοψύχων, ἡ ἐπιστροφή τῶν πεπλανημένων, ἡ ἀπαλλαγή τῶν δαιμονισμένων, ἡ προστασία τῶν ταξιδευόντων μέ κάθε μέσο, τῶν χηρῶν, τῶν ὀρφανῶν, τοῦ κάθε ἀνθρώπου πού βρίσκεται σέ ὁποιαδήποτε ἀνάγκη καθώς, ὅπως εἴπαμε, καί ἡ περαιτέρω «ἀνάβασις» τῶν ἁγίων ἀπό «δόξαν εἰς δόξαν».
Ἡ θεία Λειτουργία συγκρατεῖ τά σύμπαντα καί παρέχει τρομερή ὠφέλεια σέ ὅλον τόν κόσμο.