Η Συρία μπαίνει σε μια νέα φάση αβεβαιότητας ύστερα από την επικράτηση της ένοπλης σουνιτικής αντιπολίτευσης. Μετά την Αραβική Άνοιξη του 2011, η χώρα βίωσε έναν σκληρό εμφύλιο που οδήγησε στον κατακερματισμό της εθνικής ταυτότητας. Για διάφορους λόγους, ένα σημαντικό κομμάτι της πλειοψηφούσας σουνιτικής κοινότητας ενστερνίστηκε μια σκληροπυρηνική εκδοχή του Ισλάμ. Από την άλλη, ο Μπασάρ αλ Ασαντ κατόρθωσε να συσπειρώσει γύρω του πολλούς Αλαουίτες, Χριστιανούς και Δρούζους επειδή ήθελαν τη διατήρηση του κοσμικού κράτους. Παρά τα φρικτά εγκλήματα που διέπραξε το καθεστώς, η ιδεολογία και η εν γένει πολιτική του σοσιαλιστικού κόμματος Μπάαθ ήταν ένα είδος εγγύησης για τις μειοψηφούσες εθνο-θρησκευτικές ομάδες.
Η κοινότητα των Αλαουιτών, από την οποία προέρχεται η οικογένεια Aσαντ, κατοικεί κυρίως στα παράλια της χώρας και είναι πιθανόν να επιδιώξει την αυτονόμηση της περιοχής. Στο νότιο τμήμα της επικράτειας, οι Δρούζοι βρίσκονται σε συνεννόηση με τους Ισραηλινούς για να διατηρήσουν τον έλεγχο των εδαφών τους. Οι Κούρδοι θα αγωνιστούν για την επιβίωση της ντε φάκτο αυτόνομης περιοχής της Ροτζάβα στη βορειοανατολική Συρία. Αυτές οι τρεις μειονότητες έχουν τα μέσα για να αντιταχθούν στο νέο ισλαμιστικό καθεστώς που μόλις εγκαταστάθηκε στη Δαμασκό.
Στη χειρότερη θέση από όλους βρίσκεται η χριστιανική κοινότητα που υπολογίζεται περίπου σε 300.000 ανθρώπους. Κατοικούν κυρίως σε μεγάλες πόλεις, όπως είναι η Δαμασκός, το Χαλέπι, η Χομς, η Λαττάκεια, η Ταρτούς, αλλά και σε κωμοπόλεις (π.χ. Μααλούλα, Σαϊντανάγια) και στην περίφημη Κοιλάδα των Χριστιανών στη δυτική Συρία. Αξίζει να σημειωθεί ότι οι περισσότεροι Χριστιανοί έχουν ήδη μεταναστεύσει προς τη Βόρεια Αμερική, τη Γερμανία και τη Σουηδία μετά την έναρξη του εμφυλίου το 2011. Όσοι έχουν απομείνει στη χώρα ατενίζουν το μέλλον με μεγάλη απαισιοδοξία. Ο βασικός λόγος είναι ότι υπάρχουν ελάχιστα παραδείγματα τζιχαντιστικών οργανώσεων που εγκατέλειψαν τα όπλα και εξελίχθηκαν σε φιλειρηνικά κόμματα. Δεν υπάρχει καλό σενάριο πλέον για τους Χριστιανούς. Παρά τις φρούδες ελπίδες ορισμένων δυτικών κυβερνήσεων, η Συρία πιθανότατα θα εξελιχθεί σε ένα νέο Αφγανιστάν ή μια νέα Λιβύη.
Τις τελευταίες μέρες έχουν πληθύνει οι φωνές που ζητούν από την ελληνική κυβέρνηση να βοηθήσει τη δοκιμαζόμενη χριστιανική κοινότητα. Η σχέση του Ελληνισμού με τη Συρία είναι όντως βαθιά και ιστορική. Η χώρα είναι αρχέγονη κοιτίδα του χριστιανισμού από την οποία προέρχονται πολλοί άγιοι και όσιοι της Ορθοδοξίας. Εκεί ο απόστολος Παύλος κήρυξε για πρώτη φορά τον Λόγο του Θεού και εκεί βρίσκεται ένα από τα τέσσερα Πρεσβυγενή Πατριαρχεία μας.
Παρά την επικρατούσα νεοφιλελεύθερη αντίληψη, η Ελλάδα παραμένει ένα Κulturnation (πολιτισμικό έθνος) με τις δικές του αξίες και παραδόσεις. Η Ορθοδοξία παραμένει δομικό στοιχείο της εθνικής μας ιδιοπροσωπίας. Για αυτόν τον λόγο, η χώρα μας αντιμετωπίζεται από πολλούς Χριστιανούς της Μέσης Ανατολής ως φάρος και καταφύγιο ελπίδας, πίστης και ελευθερίας. Η ομαλή ένταξη αραβόφωνων Χριστιανών σε ελληνικά σχολεία στην Κωνσταντινούπολη, αλλά και στην ίδια την Ελλάδα, δείχνει τον κρίσιμο ρόλο που εξακολουθεί να παίζει η θρησκεία στο κοινωνικό μας γίγνεσθαι.
Η πρόσφατη επικοινωνία του πρωθυπουργού με τον Πατριάρχη Αντιοχείας ήταν μια συμβολική κίνηση που πρέπει άμεσα να συνοδευτεί από μια ουσιαστική βοήθεια. Δεν χρειάζονται ανούσιες επισκέψεις εντυπωσιασμού στη Μέση Ανατολή, αλλά στοχευμένες δράσεις και κινήσεις. Μια ιδέα είναι η δημιουργία ενός ειδικού προγράμματος υποστήριξης και αλληλεγγύης προς τους Χριστιανούς, με ευρωπαϊκούς, κρατικούς και ιδιωτικούς πόρους. Αυτό το πρόγραμμα μπορεί να περιλαμβάνει υποτροφίες για φοίτηση σε ελληνικά ΑΕΙ, φιλοξενία παιδιών και εφήβων σε κατασκηνώσεις, νοσηλεία τραυματιών σε νοσοκομεία, αλλά και άδειες μακράς διαμονής στη χώρα μας. Η ελληνική κυβέρνηση πρέπει να σταθεί στο ύψος των περιστάσεων και να δει την ευκαιρία που έχει μπροστά της για μια νέα εξωτερική πολιτική με πραγματικό όραμα. Οι εν Χριστώ αδελφοί μας στην πολύπαθη Συρία μάς χρειάζονται τώρα περισσότερο από ποτέ.
Του Μάνου Καραγιάννη (Καθηγητού Διεθνών Σχέσεων στο Πανεπιστήμιο Μακεδονίας και Reader in International Security στο King’s College London)
Πηγή: kathimerini.gr (15-12-24)