
Μια φορά και έναν καιρό, πατέρας και γιος ήθελαν να κινήσουν για την πόλη για να ψωνίσουν τα απαραίτητα. Πήραν, λοιπόν, μαζί τους και τον γαϊδαράκο τους για να τους βοηθήσει στο κουβάλημα και κίνησαν για την πόλη.
Πάνω στον γαϊδαράκο καθόταν ο μικρός ενώ ο πατέρας προπορευόταν πεζός κρατώντας τον χαλινό του ζώου. Εκεί που περπατούσαν λοιπόν, συνάντησαν έναν διαβάτη ο οποίος σχολίασε: «Κοίτα το παλιόπαιδο! Κάθεται πάνω στο γαϊδουράκι και αφήνει τον γερο-πατέρα του να περπατάει και να κουράζεται». Ο πατέρας, που έδινε πάντα πολύ μεγάλη σημασία στο «τι θα πει ο κόσμος», έδωσε αμέσως εντολή στον γιο του να ξεπεζέψει για να ανέβει αυτός. «Έτσι δεν θα ξαναεκτεθούμε στον κόσμο», είπε.
Δρόμο παίρνουν δρόμο αφήνουν και παρακάτω συναντούν έναν άλλο διαβάτη, που βλέποντάς τους τούς ξίνισε τα μούτρα του και σχολίασε: «Καλά δεν ντρέπεται ο άσπλαχνος πατέρας που αφήνει τον γιο του να περπατά και να κουράζεται ενώ αυτός στρογγυλοκάθεται πάνω στο γαϊδουράκι;». Κρύος ιδρώτας έλουσε τον δυστυχή πατέρα για το δηκτικό σχόλιο, έτσι αμέσως ανέβασε και τον γιο του στο υποζύγιο. «Έτσι δεν θα ξαναεκτεθούμε στον κόσμο», είπε.
Δρόμο παίρνουν δρόμο αφήνουν, καβαλημένοι και οι δύο πάνω στο γαϊδουράκι και λίγα χιλιόμετρα πριν την πόλη συναντούν έναν άλλο διαβάτη, που βλέποντάς τους έμεινε με ανοιχτό το στόμα του και σχολίασε: «Καλά δεν ντρέπονται οι αναίσθητοι που έχουν στρογγυλοκαθίσει και οι δύο τους πάνω στο κακόμοιρο το γαϊδουράκι;». Μια και δύο ο πατέρας λέει στον γιο του: «Αυτό είναι άνω ποταμών! Δεν πρέπει σε καμιά περίπτωση τώρα που θα πάμε στην πόλη να εκτεθούμε! Πρέπει να ξεκουράσουμε το γαϊδουράκι!». Φτιάχνουν, λοιπόν, ένα αυτοσχέδιο φορείο, έβαλαν το γαϊδουράκι απάνω και κίνησαν καμαρωτοί – καμαρωτοί για την πόλη.
Με το που φτάνουν στην αγορά επεκράτησε μεγάλη αναστάτωση, αφού όλοι σκασμένοι στα γέλια σχολίαζαν: «Κοίτα τους ανόητους! Έχουν ένα μια χαρά γαϊδούρι και αντί να τους κουβαλάει, το κουβαλάνε αυτοί!». Και όλα αυτά προς μεγάλη απογοήτευση του αξιοπρεπούς πατέρα, που τελικά είδε τον χειρότερο εφιάλτη του να γίνεται πραγματικότητα.
Το ηθικό δίδαγμα της ιστορίας:
1. Ποτέ μα ποτέ δεν μπορείς να έχεις τους πάντες ικανοποιημένους.
2. Αν άγεσαι και φέρεσαι από τη γνώμη των άλλων, τότε ποτέ δεν θα μπορέσεις να κάνεις αυτό που εσύ πραγματικά θέλεις και χρειάζεσαι.