Δεν υπάρχουν σχόλια

Η κακόδοξη «προσευχή» στον άγιο Ιούδα τον Θαδδαίο

Η εμφάνιση και η ραγδαία εξάπλωση, με τη βοήθεια και των σύγχρονων μέσων της τεχνολογίας, της λεγόμενης «προσευχής προς τον άγιο Ιούδα τον Θαδδαίο» είχε ως αποτέλεσμα:

– Να κατασκευάζονται στο όνομα του αγίου Ιούδα πολλά παρεκκλήσια και προσκυνητάρια (ας ευχηθούμε όχι και Ναοί).

– Να αγιογραφούνται ιερές εικόνες του.

– Να τελούνται σε πολλούς ιερούς Ναούς πανηγυρικοί εσπερινοί και θείες Λειτουργίες.

– Να τοποθετούνται προς προσκύνηση «λείψανα» του αγίου (πρόκειται ξεκάθαρα για απάτη).

– Να γίνεται λόγος για χιλιάδες «θαύματα» του αγίου.

– Να κυκλοφορούν συνταγές ακόμα και για «θαδδαιόπιτες».

Μία πρόχειρη αναζήτηση στο διαδίκτυο, μπορεί να επιβεβαιώσει τα ανωτέρω.

***

Ποιος ήταν, όμως, ο άγιος Ιούδας ο Θαδδαίος; Για τον άγιο Ιούδα τον Θαδδαίο, τα βιογραφικά στοιχεία που έχουμε είναι λίγα και συγκεχυμένα. Και το πρόβλημα περιπλέκεται ακόμα περισσότερο, από τη στιγμή που το πρόσωπο του αποστόλου Ιούδα του Θαδδαίου ταυτίζεται με το πρόσωπο του Ιούδα του αδελφοθέου.

Στην κατανόηση του ζητήματος που μας απασχολεί, μας βοηθούν αρκετά τα όσα γράφει ο αείμνηστος καθηγητής της Θεολογικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών κ. Γεώργιος Πατρώνος, στο βιβλίο του Μαθητεία και αποστολικότητα. Στο κεφάλαιο «Ποιοι ήσαν οι Δώδεκα» (Πατρώνου Γ., Μαθητεία και αποστολικότητα, τ. Α΄, σσ. 88-109, εκδ. Δόμος, Αθήνα 1999), γίνεται αναφορά στους καταλόγους των ονομάτων των Δώδεκα μαθητών του Χριστού, όπως αυτοί απαντώνται στην Καινή Διαθήκη (Βλ. Ματθ. 10, 2-4· Μαρκ. 3, 16-19· Λουκ. 6, 14-16, Πράξ. 1, 13).

Διαβάζουμε: «Οι κατάλογοι των δύο πρώτων Ευαγγελιστών, του Ματθαίου και του Μάρκου, συμφωνούν απόλυτα στην καταγραφή των ονομάτων, με ελάχιστες μόνο διαφορές κυρίως ως προς τη σειρά κατάταξής τους. Και αυτή εκφράζει βασικά την παράδοση του κατά Μάρκον Ευαγγελίου. Η παράδοση του Λουκά προβάλλεται στα δύο ιερά κείμενα του Γ΄ Ευαγγελίου και των Πράξεων των Αποστόλων. Οι κατάλογοι των δύο αυτών κειμένων συμφωνούν και πάλι απόλυτα ως προς τα ονόματα, με τις ανάλογες διαφορές επίσης μόνο ως προς τη σειρά κατάταξής τους.

Το κύριο πρόβλημα στις δύο αυτές παραδόσεις βρίσκεται στην καταγραφή του ονόματός του μαθητή Θαδδαίου από τους Ευαγγελιστές Ματθαίο και Μάρκο, και αντ’ αυτού του ονόματός του Ιούδα του Ιακώβου που αναφέρει η παράδοση του Λουκά. Αλλά επειδή δεν γνωρίζουμε τίποτε περισσότερο για τα δύο (;) αυτά πρόσωπα παρά μόνο τα ονόματά τους, δεν έχει μεγάλη σημασία να αναζητήσει κανείς ποιος από τους δύο τελικά ανήκει στην ομάδα των δώδεκα μαθητών του Ιησού. Είναι εντυπωσιακή η σιωπή και των τεσσάρων Ευαγγελιστών σχετικά με τα δύο αυτά πρόσωπα, και το επισημαίνουμε εδώ για ανάλογο προβληματισμό.

Από την άλλη πλευρά η ιωάννεια παράδοση, όπως εκτίθεται στο Δ΄ Ευαγγέλιο φαίνεται μάλλον να κλίνει προς την πλευρά του Ιούδα, του υιού Ιακώβου, τον οποίο αναφέρει και η παράδοση του Λουκά. Και ο Λουκάς, όπως γνωρίζουμε, είναι περισσότερο προσεκτικός στη χρήση των πηγών του. Ο Ιωάννης μεταξύ των μαθητών του Ιησού αναφέρει πράγματι το όνομα κάποιου Ιούδα, χωρίς όμως τη διευκρίνιση ότι ήταν υιός του Ιακώβου, όπως έκαναν οι προηγούμενοί του Ευαγγελιστές. Αυτόν τον Ιούδα τον διακρίνει παράλληλα από τον άλλο Ιούδα, τον Ισκαριώτη, για να μη γίνει σύγχυση με την ενδιαφέρουσα υπογράμμιση: ‘’Ἰούδας οὐχ ὁ Ἰσκαριώτης’’ (Ιω. 14, 22). Ενδιαφέρον έχει επίσης ότι ο Ευαγγελιστής Ιωάννης δεν αναφέρει καθόλου τον Θαδδαίο, τον οποίο μνημονεύουν ο Ματθαίος και ο Μάρκος, και αυτό είναι ένα ισχυρό στοιχείο υπέρ της συμπερίληψης του Ιούδα Ιακώβου στον κατάλογο των μαθητών του Κυρίου» (στο ίδιο, σσ. 89-90)

Για το ίδιο θέμα, είναι κατατοπιστικός και ο καθηγητής Ιωάννης Παναγόπουλος. Στο βιβλίο του Εισαγωγή στην Καινή Διαθήκη, αναλύοντας την Καθολική Επιστολή του Ιούδα μας λέει τα εξής: «Ως συγγραφέας της Επιστολής μας φέρεται ο αδελφός του Ιακώβου Ιούδας. Πρόκειται για τον αδελφόθεο Ιούδα, τον οποίον γνωρίζουμε μόνο από τους καταλόγους των αδελφών του Κυρίου (Ματθ. 13, 55 και Μάρ. 6, 3), χωρίς να υπάρχει στην Καινή Διαθήκη κάποια ιδιαίτερη πληροφορία γι’ αυτόν. Ο ίδιος διαχωρίζεται σαφώς από τον κύκλο των αποστολών (στίχος 17 της Επιστολής), αποφεύγει να ονομάσει τον εαυτό του αδελφό του Κυρίου και προτιμά να εμφανισθεί ως αδελφός του γνωστού Ιακώβου. Στον αποστολικό κατάλογο του Λουκά (Λουκ. 6, 16 και Πράξ. 1, 13) συναριθμείται στους αποστόλους και ο ‘’Ἰούδας Ἰακώβου’’. Ωστόσο η γενική εδώ δηλώνει σαφώς τον υιό του Ιακώβου, τον οποίο η μεταγενέστερη παράδοση γνωρίζει ως Ιούδα Θαδδαίο. Κατά τη γενική πληροφορία του Παύλου (Α΄ Κορ. 9, 5), ίσως έδρασε ως περιοδεύουν ιεραπόστολος (στην Παλαιστίνη, Συρία και Αραβία, όπως βεβαιώνει μεταγενέστερα ο Νικηφόρος Κάλλιστος, MPG 145, 864) (Παναγοπούλου Ιω., Εισαγωγή στην Καινή Διαθήκη, σσ. 392-393, εκδ. Δέσποινα Μαυρομμάτη, Αθήνα 1994)».

Τέλος, ο αείμνηστος καθηγητής Παναγιώτης Τρεμπέλας αναφερόμενος στον συγγραφέα της Καθολικής Επιστολής του Ιούδα παραθέτει τα ακόλουθα: «Ο συγγραφέας ονομάζει τον εαυτό του αδελφό του Ιακώβου αλλά όχι και απόστολο. Δεν είναι λοιπόν ο Ιούδας αυτός από τους δώδεκα αποστόλους, εκείνος που είναι γνωστός και με το επώνυμο Θαδδαίος ή Λεββαίος· αλλά είναι ένας από τους νομιζόμενους αδελφούς του Κυρίου, από τους γιους δηλαδή που είχε αποκτήσει ο Ιωσήφ από γυναίκα με την οποία είχε συζευχθεί προτού μνηστευθεί τη Θεοτόκο» (Τρεμπέλα Παν., Η Καινή Διαθήκη με σύντομη ερμηνεία, σ. 1043, εκδ. Σωτήρ, Αθήνα 2011).

Κατόπιν όλων αυτών, συμπεραίνουμε πως στην Καινή Διαθήκη έχουμε τρία πρόσωπα που μας ενδιαφέρουν με το όνομα «Ιούδας». Ο ένας είναι ο Ισκαριώτης, που πρόδωσε τον Χριστό, ο δεύτερος είναι ο γιος του Ιακώβου, που ανήκε στον κύκλο των Δώδεκα και ονομαζόταν επίσης Θαδδαίος ή Λεββαίος, και ο τρίτος είναι ο Ιούδας ο αδελφόθεος, ο αδελφός του Ιακώβου του αδελφοθέου, νομιζόμενος αδελφός, και αυτός, του Χριστού, ο οποίος έγραψε την Καθολική Επιστολή που υπάρχει στην Καινή Διαθήκη. Οι ορθόδοξοι θεολόγοι διαχωρίζουν σαφώς τα δύο πρόσωπα. Άλλος, δηλαδή, είναι ο Ιούδας ο Θαδδαίος και άλλος ο Ιούδας ο αδελφόθεος. Αντιθέτως, οι ρωμαιοκαθολικοί θεολόγοι, και αυτό έχει ιδιαίτερη σημασία όπως θα δούμε πιο κάτω, ταυτίζουν τα δύο πρόσωπα.

Στην ορθόδοξη Εκκλησία και οι δύο «Ιούδες» τιμώνται ως άγιοι. Πότε, λοιπόν, εορτάζει ο ένας και πότε ο άλλος; Ο άγιος Ιούδας ο αδελφόθεος, τιμάται κάθε χρόνο στις 19 Ιουνίου. Ο άγιος Ιούδας ο Θαδδαίος τιμάται στις 21 Αυγούστου.

Αφού, λοιπόν, ο άγιος Ιούδας ο Θαδδαίος εορτάζει στις 21 Αυγούστου, τότε γιατί πολλοί χριστιανοί σπεύδουν στους ιερούς Ναούς στις 19 Ιουνίου, την ημέρα δηλαδή που εορτάζει ο άγιος Ιούδας ο αδελφόθεος; Ασφαλώς επειδή δεν γνωρίζουν ούτε και οι ίδιοι ποιον ακριβώς εορτάζουν. Είναι αλήθεια πως στα ημερολόγια – εορτολόγια της Εκκλησίας, δεν είναι ξεκάθαρο το πότε είναι η εορτή του ενός και πότε του άλλου. Ακόμα και στο Ιερατικόν (λειτουργικό βιβλίο που χρησιμοποιούν οι κληρικοί για την τέλεση των ιερών ακολουθιών) στο παράρτημα του «Εορτολογίου», στις 19 Ιουνίου αναγράφεται πως εορτάζει ο «Ιούδας ο απόστολος», χωρίς κάποιον άλλο προσδιορισμό, και στις 21 Αυγούστου ο «απόστολος Θαδδαίος», επίσης χωρίς άλλη διευκρίνιση (Ἱερατικόν, σ. 332 και σ. 334, ἐκδ. Ἀποστολικῆς Διακονίας, Ἀθήνα 2004).

Προβληματικό είναι, επίσης, και το περιεχόμενο των ιερών ακολουθιών του Εσπερινού και του Όρθρου των δύο αγίων, όσον αφορά στο ποιος ήταν ο ένας και ποιος ο άλλος, στα λειτουργικά βιβλία Μηναία (19 Ιουνίου και 21 Αυγούστου). Ας ελπίσουμε πως η διοικούσα Εκκλησία, λόγω και των διαστάσεων που έχει λάβει το ζήτημα της τιμής του αγίου Ιούδα του Θαδδαίου, θα διορθώσει τα λειτουργικά της βιβλία και θα προσδιορίσει με σαφήνεια το πότε τιμώνται οι εν λόγω άγιοι.

***

Το μεγάλο, όμως, πρόβλημα, δεν είναι το θέμα της τιμής του αγίου Ιούδα. Το πότε, δηλαδή, εορτάζει ο Ιούδας ο Θαδδαίος και πότε ο Ιούδας ο αδελφόθεος. Το βασικό πρόβλημα είναι η προέλευση και το περιεχόμενο της δήθεν «θαυματουργικής προσευχής» προς τον άγιο Ιούδα τον Θαδδαίο, από την οποία, όπως είπαμε και στην αρχή, ξεκίνησαν όλες οι στρεβλώσεις.

Τι λέει, λοιπόν, η «προσευχή» αυτή, η οποία κυκλοφορεί κυρίως μέσω του διαδικτύου, αλλά και φυλλαδίων;

«Αγιώτατε Απόστολε, Άγιε Ιούδα Θαδδαίε, πιστέ υπηρέτη και φίλε του Ιησού, η Ορθοδοξία, σ’ όλον τον κόσμο σε τιμά και σε επικαλείται ως Προστάτη των απελπισμένων υποθέσεων, αυτών για τις οποίες έχει χαθεί κάθε ελπίδα. Προσευχήσου για μένα. Είμαι τόσο απελπισμένος/η και μόνος/η. Σε ικετεύω κάνε χρήση αυτής της ιδιαίτερης Χάρης που σου έχει δοθεί, να φέρνεις ορατή και γρήγορη βοήθεια όπου δεν υπάρχει καμμία σχεδόν ελπίδα βοηθείας. Βοήθησέ με τούτη την ώρα της ανάγκης, για να μπορέσω να λάβω την παρηγοριά και την βοήθεια της Αγίας Τριάδος, σ’ όλες μου τις ανάγκες, δοκιμασίες, και βάσανα – (εδώ εκφράζετε το αίτημά σας) – και να μπορώ να υμνώ τον Χριστό μαζί με σένα και με όλους τους Ορθόδοξους Χριστιανούς.

Υπόσχομαι, ω ευλογημένε Άγιε Ιούδα Θαδδαίε, να ενθυμούμαι πάντοτε αυτή τη μεγάλη Χάρη. Να σε τιμώ πάντοτε, ιδιαίτερα ως τον πιο δυνατό προστάτη μου, και μ’ ευγνωμοσύνη να ενθαρρύνω την ευλάβεια προς εσένα. Αμήν.

Είθε το όνομα της Αγίας Τριάδος να λατρεύεται και να υμνείται απ’ όλους τους Ορθόδοξους Χριστιανούς, στους αιώνες των αιώνων, Αμήν.

Είθε το όνομα του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού, να υμνείται και να δοξάζεται τώρα και παντοτινά, Αμήν.

Άγιε Ιούδα Θαδδαίε δεήσου για μας και άκουσε τις προσευχές μας, Αμήν.

Ας είναι ευλογημένο το όνομα του Ιησού Χριστού.

Ας είναι ευλογημένο το όνομα της Υπεραγίας και Αειπαρθένου Μαρίας.

Ας είναι ευλογημένος ο Άγιος Ιούδας ο Θαδδαίος. Σ’ όλο τον κόσμο και σ’ όλους τους αιώνες, Αμήν.

Πάτερ ημών…

Χαίρε Μαρία Κεχαριτωμένη, ο Κύριος μετά Σου. Ευλογημένη συ εν γυναιξί και ευλογημένος ο καρπός της κοιλίας σου, ο Ιησούς.

Υπεραγία Θεοτόκε πρέσβευε υπέρ ημών των αμαρτωλών νυν και αεί και την ώρα του θανάτου ημών, Αμήν».

** Π Ρ Ο Σ Ε Υ Χ Η  Ε Ν Ν Ε Α Η Μ Ε Ρ Ο Υ **

Αυτή η προσευχή λέγεται όταν συναντάμε προβλήματα ή όταν δεν φαίνεται να υπάρχει βοήθεια και έχουμε σχεδόν απελπιστεί.

Οι προσευχές του εννεαημέρου πρέπει να απαγγέλονται εξ (6) φορές την ημέρα, επί εννέα (9) συνεχείς ημέρες. Οι προσευχές εισακούγονται την εννάτη και πριν και ποτέ μέχρι τώρα δεν απέτυχαν. Θα λάβετε τη Χάρη που ζητάτε, όσο απραγματοποίητη κι αν φαίνεται.

Διαδώστε την ευλάβεια στον Άγιο Ιούδα τον Θαδδαίο. Ο Άγιος Απόστολος Ιούδας έχει γράψει μία Επιστολή η οποία ευρίσκεται στην Καινή Διαθήκη, πριν από την Αποκάλυψη του Ιωάννου. Την διαδίδετε και αυτή με την παρούσα Ευλογία».

***

Το περιεχόμενο και ο τρόπος της συγκεκριμένης προσευχής, έρχεται σε πλήρη αντίθεση με την ορθόδοξη διδασκαλία. Οι λόγοι είναι οι εξής:

α) ο «μαγικός» χαρακτήρας της προσευχής: Η υπόσχεση εγγυημένης εκπλήρωσης αιτήματος με την επανάληψη συγκεκριμένων λέξεων ή την τήρηση συγκεκριμένων «οδηγιών» (όπως η διάδοση της προσευχής και σε άλλους) προσδίδει στην προσευχή έναν μαγικό ή δεισιδαιμονικό χαρακτήρα. Η Ορθόδοξη Εκκλησία απορρίπτει κάθε μορφή μαγείας και δεισιδαιμονίας, τονίζοντας ότι η προσευχή είναι διάλογος με τον Θεό, που βασίζεται στην πίστη, την ταπείνωση και την ελεύθερη βούληση του ανθρώπου, όχι σε «τεχνικές» ή «συνταγές».

β) ο περιορισμός της Θείας βούλησης: Η ιδέα ότι η επανάληψη μιας προσευχής μπορεί να «αναγκάσει» τον Θεό ή τον Άγιο να εκπληρώσει ένα αίτημα, παραβλέπει την κυριαρχία της Θείας βούλησης. Ο Θεός απαντά στις προσευχές μας σύμφωνα με το θείο του σχέδιο και αυτό που είναι ωφέλιμο για την ψυχή μας, όχι απαραίτητα σύμφωνα με τις δικές μας επιθυμίες ή τους όρους που θέτουμε.

γ) η μη ορθόδοξη προέλευση της προσευχής: Η προσευχή στον άγιο Ιούδα δεν απαντάται σε κανένα επίσημο Ορθόδοξο λειτουργικό βιβλίο. Προέρχεται από δυτικές παραδόσεις, οι οποίες έχουν διαφορετική θεολογική προσέγγιση στην τιμή των Αγίων και στην πρακτική της προσευχής (βλ. www.catholic-saints.info/catholic-prayers/prayer-to-saint-jude-thaddeus.htm).

δ) η επικέντρωση στο αποτέλεσμα: Η έμφαση στην άμεση επίλυση «απελπιστικών καταστάσεων» και η «εγγύηση» της εκπλήρωσης, απομακρύνει την προσοχή από τον πνευματικό σκοπό της προσευχής, που είναι η ενδυνάμωση της πίστης, η μετάνοια, η προσέγγιση στον Θεό και η αποδοχή του θείου θελήματος.

***

Αντιθέτως, στην ορθόδοξη Παράδοση οι πιστοί καλούνται σε αδιάλειπτη προσευχή, η οποία χαρακτηρίζεται από:

α) την εμπιστοσύνη στον Θεό: Ο πιστός «παραδίνεται» στην αγάπη, τη σοφία και την πρόνοια του Θεού, ανεξάρτητα από την έκβαση των αιτημάτων.

β) την ταπείνωση: Ο προσευχόμενος αναγνωρίζει την αμαρτωλότητά του και την εξάρτησή του από τον Θεό.

γ) την υπομονή: Ο χριστιανός γνωρίζει πως η απάντηση στην προσευχή μπορεί να μην είναι άμεση ή να μην είναι αυτή που αναμένουμε.

δ) την προσαρμογή στο θέλημα του Θεού: Το ύψιστο ζητούμενο είναι να γίνει το θέλημα του Θεού και όχι το δικό μας.

Η προσευχή, στην Ορθόδοξη παράδοση, δεν είναι μέσο για την επίτευξη υλικών ή προσωπικών επιθυμιών με όρους. Είναι αναπνοή της ψυχής, διάλογος αγάπης με τον Δημιουργό, μέσο πνευματικής ανάπτυξης και κοινωνίας με τον Θεό και τους Αγίους Του. Η τιμή προς τους Αγίους, συμπεριλαμβανομένου του αγίου Ιούδα του Θαδδαίου, εντάσσεται σε αυτό το πλαίσιο, ως μεσιτεία και όχι ως αυτόνομη δύναμη.

***

Τα όσα αναφέραμε έως εδώ, δεν σημαίνουν πως απορρίπτουμε την τιμή προς το πρόσωπο του αγίου Ιούδα του Θαδδαίου. Κάθε άλλο. Αποτελεί χρέος όλων των χριστιανών η τιμή προς κάθε έναν από τους αγίους Αποστόλους. Αναμφίβολα, χάρις στο δικό τους έργο διαδόθηκε το Ευαγγέλιο του Κυρίου μας Ιησού Χριστό στον κόσμο.

Είναι όμως άλλο να τιμούμε και να εορτάζουμε τους Αγίους της Εκκλησίας μας, ως πρόσωπα τα οποία αγάπησαν ολοκληρωτικά τον Χριστό και έφτασαν στη θέωση με τον χριστιανικό τους βίο, τον πνευματικό τους αγώνα, και σε πολλές περιπτώσεις ακόμα και με τον μαρτυρικό τους θάνατο, και άλλο να τους μπλέκουμε σε μεθόδους τελείως ξένες προς την ορθόδοξη Πίστη μας, οι οποίες ξεπερνούν τα όρια της κακοδοξίας και φθάνουν στα όρια της μαγείας.

Μακάρι ο Άγιος Θεός μας, με τις πρεσβείες των αγίων Αποστόλων, τους οποίους θα εορτάσουμε σε λίγες ημέρες, να μας φωτίζει όλους!

Εκ του Ιερού Ναού Αγίου Νικολάου (Αλίμου)

 

 

 

Προσθήκη σχολίου