Ἡ ζωή ἐν τάφῳ

ΜΕΓΑΛΗ ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ 2020

 

Πρός

τόν Ἱ­ε­ρό Κλῆ­ρο

καί τούς εὐ­σε­βεῖς Χρι­στια­νούς

τῆς Ἱ­ε­ρᾶς Μη­τρο­πό­λε­ώς μας

Ἀ­γα­πη­τοί μου ἀ­δελ­φοί,

           

Με­γά­λη Πα­ρα­σκευ­ή! Τό Πά­θος τοῦ Κυ­ρί­ου Ἰ­η­σοῦ στήν κο­ρύ­φω­σή του.  «Σή­με­ρον κρε­μᾶ­ται ἐ­πί ξύ­λου…­». Ὁ Χρι­στός κα­θη­μαγ­μέ­νος πά­νω στό Σταυ­ρό. Καί σέ λί­γο, τό ἄ­χραν­το σῶ­μα Του κα­τα­τε­θει­μέ­νο «ἐν και­νῷ μνη­μεί­ῳ». Σταύ­ρω­ση, ἀ­πο­κα­θή­λω­ση, ἐν­τα­φια­σμός, τρία γεγονότα τοῦ θείου Πάθους πού μᾶς ὑπενθυμίζει ἡ Με­γά­λη Πα­ρα­σκευ­ή.

            Μιά Με­γά­λη Πα­ρα­σκευ­ή πού φέ­τος εἶναι πο­λύ δι­α­φο­ρε­τι­κή. Καί τοῦ­το ἐ­ξαι­τί­ας ἑ­νός ἰ­οῦ. Ἑ­νός ἰ­οῦ ἀ­ό­ρα­του και φο­νι­κοῦ, πού σκόρ­πι­σε τόν φό­βο σ᾽ ὁ­λό­κλη­ρο τόν πλα­νή­τη μας. Πού ἀ­φά­νι­σε τή ζω­ή χι­λιά­δων συ­ναν­θρώ­πων μας. Πού ἐ­ξα­κο­λου­θεῖ ν᾽ ἀ­πο­τε­λεῖ κα­θη­με­ρι­νά μιά φο­βε­ρή ἀ­πει­λή γιά ὅ­λους μας.

            Ὁ φό­βος τῆς ἐ­ξά­πλω­σης τῆς ἐ­πι­δη­μί­ας μᾶς ἔ­κλει­σε στά σπί­τια μας. Μᾶς ἐμ­πό­δι­σε νά προ­σέλ­θου­με στίς ἐκ­κλη­σι­ές μας. Νά λα­τρεύ­σου­με ὅ­λοι μα­ζί τόν Λυ­τρω­τή Κύ­ριό μας. Νά πα­ρα­κα­θή­σου­με στό θε­ϊ­κό Τρα­πέ­ζι τῆς Εὐ­χα­ρι­στί­ας γιά νά κοι­νω­νή­σου­με τό Σῶ­μα καί τό Αἷ­μα Του.

            Ὡ­στό­σο, δέν ἀ­γα­να­κτοῦ­με. Δέν ἀ­πο­θαρ­ρυ­νό­μα­στε. Δέν ἀ­πι­στοῦ­με. Δέν χά­νου­με τήν ἐλ­πί­δα μας. Ἐμ­πι­στευ­ό­μα­στε τήν ὕ­παρ­ξή μας στήν πρό­νοι­α καί τήν ἀ­γά­πη Του. Κι ὅ­που κι ἄν εἴ­μα­στε —οἱ ἐ­λά­χι­στοι λειτουργώντας κε­κλει­σμέ­νων τῶν θυ­ρῶν στίς ἐκ­κλη­σιές μας, οἱ πολ­λοί κλεισμένοι στά σπί­τια μας‒, ὅ­λοι μα­ζί ψάλ­λου­με τά Ἐγ­κώ­μια τῆς θε­ό­σω­μης τα­φῆς Του:

«Ἡ ζω­ή ἐν τά­φῳ κα­τε­τέ­θης Χρι­στέ,

καί θα­νά­τῳ σου τόν θά­να­τον ὤ­λε­σας

καί ἐ­πή­γα­σας τῷ κό­σμῳ τήν ζω­ήν».

            Ὁ Χρι­στός, ἀ­δελ­φοί μου, εἷ­ναι ἡ ζω­ή μας. Ἐ­κεῖ­νος μᾶς εἶ­πε: «Ἐ­γώ εἶ­μαι ἡ ζω­ή» (Ἰ­ω. 11, 25˙ 14, 6). Ἐ­κεῖ­νος ἦρ­θε στόν κό­σμο γιά νά μᾶς δώ­σει τό πλή­ρω­μα τῆς ἀ­λη­θι­νῆς ζω­ῆς. Ἐ­κεῖ­νος μᾶς βε­βαί­ω­σε πώς αὐτός πού τρώ­ει τό σῶ­μα Του καί πί­νει τό αἷμα Του «ἔ­χει ζω­ήν αἰ­ώ­νιον» (Ἰ­ω. 6,54).

            Γιά μᾶς καί τή δι­κή μας σω­τη­ρί­α ἀ­νέ­βη­κε πά­νω στό Σταυ­ρό. Καί γιά μᾶς πά­λι Ἐ­κεῖ­νος πού εἶναι ἡ ζω­ή μας, κα­τα­τέ­θη­κε σ᾽ ἕ­να τά­φο.

            Ἕ­τσι, μέ τόν σταυ­ρι­κό Του θά­να­το καί τήν ἑ­κού­σια τα­φή Του νί­κη­σε τόν θά­να­το. Ὁ τά­φος, πού δέ­χθη­κε τό ἀ­κή­ρα­το σῶ­μα Του, ἔ­γι­νε ἡ πη­γή ἀ­πό τήν ὁ­ποί­α ἀ­νέ­βλυ­σε γιά τόν κό­σμο ὁ­λό­κλη­ρο ἡ ζω­ή˙ ἡ ἀ­λη­θι­νή καί αἰ­ώ­νια ζω­ή.

            Βρι­σκό­μα­στε, ἀ­δελ­φοί, μπρο­στά σέ μιά με­γά­λη δο­κι­μα­σί­α πού ἐ­πέ­τρε­ψε ὁ Κύ­ριος νά μᾶς βρεῖ. Ἡ θλί­ψη πού μᾶς πο­λι­ορ­κεῖ εἶ­ναι με­γά­λη. Καί σήμε­ρα, Με­γά­λη Παρασκευή καί με­θαύ­ριο Πά­σχα, γίνεται ἀ­κό­μη με­γα­λύ­τε­ρη καί πιό πι­κρή.

            Ἔ­χε­τε θάρ­ρος! Μή πτο­εῖ­σθε. Ἡ παν­δη­μί­α θά πε­ρά­σει μέ τή χά­ρη τοῦ Κυ­ρί­ου.

Ἄς προ­σευ­χό­μα­στε θερ­μά γι᾽ αὐ­τό. Με συν­τρι­βή καί κα­τά­νυ­ξη ἄς ἐκ­ζη­τοῦ­με τό ἔ­λε­ος τοῦ Θε­οῦ.

            Νά προ­σεύ­χε­σθε, πα­ρα­κα­λῶ, γιά ὅ­λο τόν κό­σμο. Γιά τούς συ­ναν­θρώ­πους μας πού δί­νουν πά­νω στό κρε­βά­τι τή μά­χη γιά νά νι­κή­σουν τή νό­σο.

            Γι᾽ αὐ­τούς -για­τρούς, νο­ση­λευ­τές, ὑ­γι­ει­ο­νο­μι­κό προ­σω­πι­κό- πού ἀ­γω­νί­ζον­ται στήν πρώ­τη γραμ­μή γιά νά θε­ρα­πεύ­σουν τους συ­ναν­θρώ­πους μας πού ἔχουν νοσήσει.

            Γιά τούς ἐ­ρευ­νη­τές πού κλει­σμέ­νοι στά ἐρ­γα­στή­ριά τους πα­λεύ­ουν νά ἀ­να­κα­λύ­ψουν τά ἀ­ναγ­καῖ­α φάρ­μα­κα γιά τή θε­ρα­πεί­α καί τό σω­τή­ριο ἐμ­βό­λιο γιά τήν πρό­λη­ψη.           

Νά προ­σεύ­χε­σθε ἀ­κό­μη καί γιά ὅ­λους ἐ­κεί­νους πού ἔ­χα­σαν τήν ἄ­νι­ση μά­χη μέ τόν φο­νι­κό ἰ­ό καί κα­τέ­λη­ξαν. Ὁ Κύ­ριος, ὁ νι­κη­τής τοῦ θα­νά­του καί ἡ πη­γή τῆς αἰ­ώ­νι­ας ζω­ῆς, νά τούς  δε­χτεῖ καί νά τούς ἀ­να­παύ­σει στή Βα­σι­λεί­α Του.

Ἀγαπητοί μου ἀδελφοί,

Βεβαιωθεῖτε ὅλοι σας ὅτι νοερά εἶμαι κοντά σας. Μέ τή σκέψη, τήν ἀγάπη καί τήν προσευχή μου.

Εὔχομαι νά ἔχετε ὅλοι σας πλούσια τήν εὐλογία τοῦ δι᾽ ἡμᾶς παθόντος καί ἀναστάντος Κυρίου.

Καλή Ἀνάσταση!

Ὁ Ἐπίσκοπός σας

†  Ο  ΝΕ­ΑΣ ΣΜΥΡ­ΝΗΣ ΣΥ­ΜΕ­ΩΝ