Δεν υπάρχουν σχόλια

Ἡ δυσπιστία τοῦ Θωμᾶ καί οἱ ἀναλλοίωτοι μαθητές

Κυριακή τοῦ Ἀποστόλου Θωμᾶ. Πολύ συχνά τόν θεωροῦμε δύσπιστο καί ὄντως εἶναι ἐκεῖνος ὁ ὁποῖος ἀμφισβήτησε τό μήνυμα τῶν Ἀποστόλων, ὅταν τοῦ εἶπαν: «Ἑωράκαμεν τόν Κύριον». Τόν εἴδαμε ζωντανό! Ὁ Θωμᾶς, ὅμως, δέν παρέμεινε δύσπιστος σέ ὅλη του τή ζωή οὔτε ἄπιστος πρός τό πλήρωμα τῆς θείας ἀποκαλύψεως τοῦ Χριστοῦ.


Μήν ξεχνᾶμε ὅτι ὅταν οἱ Ἀπόστολοι καί ὁ Κύριος ἔμαθαν γιά τήν ἀνάσταση τοῦ Λαζάρου, ὁ Χριστός εἶπε: «῎Ας ἐπιστρέψουμε στήν ῾Ιερουσαλήμ». Οἱ ἄλλοι εἶπαν: «Μά οἱ ᾿Ιουδαῖοι σέ ἀναζητοῦν γιά νά σοῦ κάνουν κακό. Γιατί πρέπει νά ἐπιστρέψουμε;». Καί μόνον ὁ Ἀπόστολος Θωμᾶς ἀπάντησε: «Ἄς πᾶμε μαζί Του καί ἄς πεθάνουμε μαζί μ’ Αὐτόν» (᾿Ιω. 11, 1-44). ῏Ηταν προετοιμασμένος ὄχι μόνο νά εἶναι μαθητής Του στά λόγια, ὄχι μόνο νά Τόν ἀκολουθεῖ, ὅπως ἀκολουθεῖ κανείς ἕνα δάσκαλο, ἀλλά καί νά πεθάνει μαζί Του, ὅπως πεθαίνει κανείς μέ ἕνα φίλο ἤ καί γιά χάρη ἑνός φίλου, ἄν χρειαστεῖ.


Ἄς θυμόμαστε, λοιπόν, τό μεγαλεῖο του, τήν πιστότητα καί τήν ἀκεραιότητά του. Τί συνέβη ὅμως ὅταν, μετά τήν Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ, οἱ Ἀπόστολοι εἶπαν στόν Θωμᾶ, πού ἦταν ἀπών ἀπό τή συντροφιά τους, ὅτι εἶχαν δεῖ τόν Ἀναστημένο Χριστό; Γιατί δέν δέχθηκε τή μαρτυρία τους; Γιατί τήν ἀμφισβήτησε; Γιατί εἶπε ὅτι ἤθελε χειροπιαστές, ἁπτές ἀποδείξεις; Ἐπειδή κοιτάζοντάς τους, τούς εἶδε μέν χαρούμενους γι’ αὐτό πού εἶχε συμβεῖ, χαρούμενους πού ὁ Χριστός δέν ἦταν νεκρός, πού ὁ Χριστός ἦταν ζωντανός, χαρούμενους πού ἡ νίκη εἶχε κερδηθεῖ, ἀλλά δέν εἶδε καμία διαφορά σ’ αὐτούς, καμία ἀλλοίωση… ῏Ηταν οἱ ἴδιοι ἄνθρωποι, μόνο πού ἦταν χαρούμενοι καί ὄχι φοβισμένοι.


Καί ὁ Θωμᾶς εἶπε: «Ἄν δέν τό δῶ, ἄν δέν πιστοποιήσω τήν Ἀνάσταση, δέν μπορῶ νά σᾶς πιστέψω». Μά τό ἴδιο δέν θά ἔλεγε καί σέ μᾶς καθένας πού θά μᾶς συναντοῦσε; Πρίν ἀπό λίγες μέρες διακηρύξαμε τήν Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ μέ πάθος, μέ εἰλικρίνεια, μέ βεβαιότητα. Πιστεύουμε σ’ Αὐτήν μέ ὅλο μας τό εἶναι. Ὅταν, ὅμως, συναντοῦμε τούς ἀνθρώπους στό σπίτι μας, στόν δρόμο, στή δουλειά, ὁπουδήποτε, ἄραγε λένε ὅταν μᾶς βλέπουν· «Ποιοί εἶναι αὐτοί οἱ ἄνθρωποι; Τί τούς ἔχει συμβεῖ;». Οἱ Ἀπόστολοι εἶχαν δεῖ τόν Ἀναστημένο, ἀλλά ἡ Ἀνάσταση δέν εἶχε γίνει μέρος τῆς δικῆς τους ἐμπειρίας. Δέν εἶχαν περάσει ἀπό τόν θάνατο στήν αἰώνια ζωή.


Τό ἴδιο κι ἐμεῖς. Ἐκτός ἀπό τούς ἁγίους, τούς ὁποίους ὅταν τούς βλέπουμε, ξέρουμε ὅτι τό μήνυμά τους εἶναι ἀληθινό. Τί ὑπάρχει στό μήνυμά μας πού δέν ἀκούγεται; Εἶναι ὅτι μιλᾶμε, ἀλλά δέν εἴμαστε. Θά ἔπρεπε νά εἴμαστε τόσο διαφορετικοί ἀπό τούς ἀνθρώπους πού δέν ἔχουν γευθεῖ τήν ἐμπειρία τοῦ ζωντανοῦ Χριστοῦ, τοῦ ἀναστημένου, πού μοιράστηκε τή ζωή Του μαζί μας, πού μᾶς ἔστειλε τό ῞Αγιο Πνεῦμα! ῞Οπως κάποιος λόγιος ἔλεγε, ἕνας ζωντανός ἄνθρωπος διαφέρει ἀπό ἕνα ἄγαλμα. Τό ἄγαλμα μπορεῖ νά εἶναι ὄμορφο, μεγαλόπρεπο, λαμπρό, ἀλλά εἶναι πέτρα. ῞Ενας ἄνθρωπος μπορεῖ νά εἶναι λιγότερο ἐντυπωσιακός ἐξωτερικά, ἀλλά εἶναι ζωντανός, ἀποτελεῖ μαρτυρία ζωῆς.

Ἄς ἐξετάσουμε, λοιπόν, τόν ἑαυτό μας καί ἄς τόν ρωτήσουμε ποῦ βρίσκεται. Πῶς γίνεται καί οἱ ἄνθρωποι πού μᾶς συναντοῦν δέν αἰσθάνονται ποτέ ὅτι εἴμαστε μέλη τοῦ Ἀναστημένου Χριστοῦ, ναοί τοῦ Ἁγίου Του Πνεύματος; Γιατί ἄραγε; Ὁ καθένας μας πρέπει νά δώσει τή δική του ἀπάντηση στό ἐρώτημα.


Ἄς ἀναρωτηθοῦμε, ὅμως, καί ἄς εἴμαστε ἕτοιμοι νά ἀπαντήσουμε ἐνώπιον τῆς συνειδήσεώς μας καί ἄς κάνουμε αὐτό πού χρειάζεται, ὥστε ἡ ζωή μας νά ἀλλάξει μέ τέτοιο τρόπο, ὥστε ὅποιος μᾶς συναντᾶ, νά μπορεῖ νά μᾶς βλέπει καί νά λέει: «Τέτοιους ἀνθρώπους δέν ἔχουμε ξαναδεῖ. ῾Υπάρχει κάτι σ’ αὐτούς πού δέν τό ἔχουμε δεῖ σέ κανέναν. Τί εἶναι αὐτό;». Καί νά μποροῦμε νά ἀπαντήσουμε: «Εἶναι ἡ ζωή τοῦ Χριστοῦ, πού τήν ἀπολαμβάνουμε ἄφθονη. Εἴμαστε μέλη Του. Εἶναι ἡ ζωή τοῦ Πνεύματος μέσα μας. Εἴμαστε ναός Του!».

† Μητροπολίτης Αντώνιος του Σουρόζ

Προσθήκη σχολίου