Δεν υπάρχουν σχόλια

Η Παναγία Θεοτόκος θυμίαζε στη Μεγίστη Λαύρα του Αγίου Όρους

Ο γερο-Θεόφιλος, αδελφός της Μονής αυτής, σε μια πνευματική συζήτηση που είχαμε μου είπε τα εξής:

«Αδελφέ πάτερ Ανδρέα, επειδή και εσύ είσαι εξαρτηματικός αδελφός της Ιεράς Μονής Μεγίστης Λαύρας και εδώ έβαλες μετάνοια για να γίνεις μοναχός και επομένως σαν παράδελφος μου που είσαι, σου λέω πως πρέπει πάντοτε να είμαστε προσεκτικοί και νηφάλιοι. Η προσευχή με την υπακοή πρέπει αδελφές να είναι ενωμένες, όπως είναι οι φτερούγες στα πουλιά, για να μπορεί ο άνθρωπος να έχει πνευματική προκοπή και να πετάει με τον νου του από τα γήινα στα ουράνια.

Ο γερο-Ηλιόδωρος, που ήταν παραγουμενιάρης και υπηρετούσε τον ηγούμενο της Μονής, έλεγε πως σε μια ολονύκτια αγρυπνία βρισκότανε στο Ιερό και ετοίμαζε τα θυμιατά, για να θυμιάσουν οι ιερείς και διάκονοι, όταν αρχίναγε η εννάτη ωδή που ψάλλεται η «Τιμιωτέρα τῶν Χερουβείμ…». Από τη θέση εκείνη του ιερού, ο γερο-Ηλιόδωρος, κάθε μέρα όταν αρχίναγε ο ψάλτης το «Αἰνοῦμεν, εὐλογοῦμεν καὶ προσκυνοῦμεν τὸν Κύριον», έβλεπε με τα μάτια της ψυχής, σαν όραμα, μια μαυροφορεμένη, μεγαλόπρεπη γυναίκα, που τη συνόδευαν δύο Άγγελοι με ολόχρυσο θυμιατό στο χέρι και θυμίαζε τον Ναό. Περνούσε από τα στασίδια των μοναχών και θυμίαζε μέχρι που τελείωνε η «Τιμιωτέρα» και η εννάτη ωδή.

Μια μέρα ο ψάλτης πήρε πολύ ψηλά ίσια στις «Καταβασίες» και την ημέρα εκείνη, η γυναίκα αυτή, που δεν ήταν άλλη παρά, η έφορος και προστάτης των μοναχών και του Αγιώνυμου Όρους, Κυρία και Δέσποινα Θεοτόκος και Αειπάρθενος Μαρία, δεν φάνηκε να θυμιάσει, όπως έκανε κάθε μέρα, επειδή τα ψηλά ίσια διώχνουν την κατάνυξη και την ευλάβεια.

Άλλη μέρα πάλι, στην Αγρυπνία μετά το Απόδειπνο, ο ευλογημένος αυτός Ηλιόδωρος, βλέπει την Παναγία να θυμιάζει όλο τον Ναό. Πήγαινε στα στασίδια των μοναχών, μερικά από τα οποία δεν είχαν μοναχούς και η Παναγία τα θυμίαζε και πολλά στασίδια που είχανε μοναχούς δεν τα θυμίαζε. Τούτο κίνησε την περιέργεια του γέροντα Ηλιοδώρου και γεννήθηκε η απορία μέσα του, γιατί άραγε τα στασίδια που έχουν μοναχούς δεν τα θυμιάζει και θύμιαζε τα στασίδια που δεν είχαν μοναχούς; Με δάκρυα ο ενάρετος αυτός μοναχός, παρακάλεσε την Παναγία να πληροφορήσει την απορία του αυτή.

Οπότε μετά από τριήμερη προσευχή παρουσιάστηκε στον ύπνο του η Παναγία και του είπε: «Ηλιόδωρε, μάθε πως τα στασίδια που είναι άδεια τα θυμιάζω, γιατί οι μοναχοί που κάθονται σε αυτά βρίσκονται σε υπηρεσίες και διακονήματα της Μονής. Αλλά ενώ είναι εκεί και εργάζονται, έχουν συνέχεια τον νου τους, στην κοινή προσευχή, που γίνεται εδώ στον Ναό από τους άλλους αδερφούς και έτσι συμπροσεύχονται και εκείνοι από εκεί που βρίσκονται. Αυτοί είναι εκείνοι που και οι ιερείς μνημονεύουν και λένε στις δεήσεις τους: «Καὶ υπὲρ τῶν δι’ εὐλόγους αἰτίας ἀπολειφθέντων ἀδελφῶν ἡμῶν…», αυτούς και εγώ τους βλέπω παρόντες με τον νου και τους θυμιάζω σαν να βρίσκονται στα στασίδια τους. Αυτοί έχουν διπλό μισθό.

Ενώ πολλοί από τους μοναχούς, που κάθονται στα στασίδια τους και δεν προσεύχονται νοερά με τους άλλους αδελφούς, αλλά άλλοτε συζητούν μεταξύ τους, άλλοτε σκέπτονται άσχετα με την προσευχή πράγματα, άλλοτε κατακρίνουν, άλλοτε ζηλεύουν που οι άλλοι ψάλλουν και δοξολογούν τον Ύψιστο, και αντί να δοξολογούν και αυτοί μαζί τους  το πάντιμο και μεγαλοπρεπές όνομά Του, αυτοί κάνουν το αντίθετο, επιφέρουν κρίσεις εναντίον των αδελφών τους, αλλά και πολλές φορές σκέπτονται πονηρά και αμαρτωλά πράγματα. Οι μοναχοί αυτοί αν και βρίσκονται στις θέσεις τους και κάθονται στα στασίδια τους, δεν υπολογίζονται με τους παρόντες, αλλά θεωρούνται ως απόντες και επειδή δεν προσεύχονται καθαρά, δεν τους αξίζει να τους θυμιάσω, διότι το θυμίαμα σημαίνει τη χάρη του Παναγίου Πνεύματος, που δεν κατοικεί στους ανθρώπους αυτούς, αλλά τους αποστρέφεται.

Γι’ αυτό θα πρέπει αυτά που είδες και αυτά που σου είπα να τα κάνεις γνωστά σε όλους τους μοναχούς και σε όλους τους χριστιανούς και να τα γράψεις, για να μαθαίνουν όλοι πώς πρέπει όταν μπαίνουν στην εκκλησία. Αλλά και πάντοτε όταν προσεύχονται να έχουν τον νου τους και την καρδιά τους συγκεντρωμένα στον Θεό, τον Οποίο πρέπει να δοξολογούμε και να ευχαριστούμε, για τα καλά που μας χαρίζει αλλά και για τα κακά που κατά θεία παραχώρηση μας συμβαίνουν. Πρέπει για όλα αυτά να ευχαριστούμε τον Θεό μέσα στην εκκλησία Του.

Μεγάλη και ασυγχώρητη αμαρτία είναι, όταν κουβεντιάζουμε στην εκκλησία κατά την ώρα της προσευχής, διότι περιφρονούμε κατά πρόσωπο τον Θεό και λυπούμε το Πνεύμα το Άγιον, πράγμα το οποίον εγγίζει το κρίμα της βλασφημίας κατά του Αγίου Πνεύματος, αμαρτία η οποία δεν συγχωρείται «οὔτε ἐν τῷ νῦν αἰῶνι οὔτε ἐν τῷ μέλλοντι» (Ματ. 12, 32). Γι’  αυτό προτιμότερο θα ήταν οι άνθρωποι αυτοί να μην πηγαίνουν στην εκκλησία, παρά να πηγαίνουν και να καταφρονούν την εντολή του Θεού και να γίνονται αιτία σκανδάλων μέσα στην εκκλησία του Θεού».

Προσθήκη σχολίου