Δεν υπάρχουν σχόλια

Το «ΟΧΙ» της 28ης Οκτωβρίου και η χριστιανική πίστη

Ογδόντα τρία έτη συμπληρώνονται φέτος από το ιστορικό «ΟΧΙ» των Ελλήνων κατά των Ιταλών εισβολέων και την εμπλοκή της πατρίδος μας στον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο  με τις  θρυλικές μάχες,  αρχικά στα βουνά της Ηπείρου και εν συνεχεία στα Βορειοηπειρωτικά όρη.

Το ηρωικό «alors c’est la guerre», δηλαδή· «λοιπόν, έχουμε πόλεμο» του Ιωάννη Μεταξά στο τελεσίγραφο του ο Ιταλού Πρέσβη στην Αθήνα Εμμανουέλε Γκράτσι στις 28 Οκτωβρίου 1940, σηματοδοτούσε την άμεση συμμετοχή της Ελλάδος στη δίνη του πολέμου σε έναν «υπέρ πάντων αγώνα».

Μία σημαντική διάσταση της αντίστασης και της νίκης έναντι των ιταλικών στρατευμάτων το 1940, η οποία δεν πρέπει να περνάει απαρατήρητη, πέρα από τον εξοπλισμό, την προπολεμική εκπαίδευση των Ενόπλων Δυνάμεων και τη θωράκιση της χώρας με οχυρωματικά έργα από την τότε ηγεσία της Ελλάδος με Πρωθυπουργό τον Ιωάννη Μεταξά και ανώτατο άρχοντα της χώρας τον Βασιλέα Γεώργιο Β΄, ήταν και η χριστιανική πίστη των Ελλήνων και των Ελληνίδων. Όλος ο βίος εκείνης της γενιάς του Σαράντα διαπνεόταν από την εμπιστοσύνη στον Θεό και τα ιερά μυστήρια της ορθόδοξης Εκκλησίας.

Η πίστη και ο σεβασμός στην Εκκλησία ήταν μία αξία που υπήρχε πάντοτε στην παράδοση του ελληνικού έθνους. Ήταν η ταυτότητα της γενιάς του Σαράντα. Διότι από την τότε ηγεσία της Ελλάδος μέχρι τον τελευταίο χωρικό της υπαίθρου, άπαντες πίστευαν και επικαλούνταν τη βοήθεια του Τριαδικού Θεού και της Παναγίας, για την αίσια έκβαση στη δοκιμασία του πολέμου με την Ιταλία. Αυτή η εμπιστοσύνη στη θεία Πρόνοια φάνηκε ξεκάθαρα και στα ιστορικά Διαγγέλματα την 28η Οκτωβρίου 1940, με τα οποία οι ιθύνοντες της Ελλάδος·  Γεώργιος Β΄, Ιωάννης Μεταξάς,  Αλέξανδρος Παπάγος, συμπεριλαμβανομένου και του  Αρχιεπισκόπου  Αθηνών και πάσης Ελλάδος Χρύσανθου, ενημέρωναν τον ελληνικό λαό για την έναρξη του αγώνα.

«Με πίστην εις τον Θεόν και εις τα πεπρωμένα της φυλής, το Έθνος σύσσωμον και πειθαρχούν ως εις άνθρωπος, θα αγωνισθή υπέρ βωμών και εστιών μέχρι της τελικής Νίκης», ανέφερε μεταξύ άλλων ο Βασιλεύς Γεώργιος Β΄.

«Έλληνες, τώρα θα αποδείξωμεν εάν είμεθα άξιοι των προγόνων μας και της ελευθερίας, την οποίαν μας εξησφάλισαν οι προπάτορές μας. Όλον το Έθνος ας εγερθή σύσσωμον, αγωνισθήτε διά την Πατρίδα, τας γυναίκας, τα παιδιά σας, και τας ιεράς μας παραδόσεις», υπογράμμιζε ο Ιωάννης Μεταξάς.  Ενώ την 22α Νοεμβρίου 1940 όταν ο Ελληνικός Στρατός έμπαινε ελευθερωτής στην Κορυτσά ο Μεταξάς δήλωνε τα εξής: «Πρέπει να ευχαριστήσωμεν τον Θεόν, διότι η πρόνοια αυτού προώρισεν εκ νέου την Ελλάδα εις τοιούτους υψηλούς αγώνας».

Στην ημερησία Διαταγή της 28ης Οκτωβρίου 1940 ο Αρχιστράτηγος Αλέξανδρος Παπάγος τόνιζε στα στελέχη και τους στρατιώτες τα ακόλουθα: «Η Α.Μ. ο Βασιλεύς και η Εθνική Κυβέρνησις μου ενεπιστεύθησαν την αρχηγίαν του Στρατού. Αναλαμβάνων αυτήν, καλώ τους Αξιωματικούς και οπλίτας του Ελληνικού Στρατού εις την εκτέλεσιν του υψίστου προς την Πατρίδα καθήκοντος με την μεγαλυτέραν αυταπάρνησιν και σταθερότητα. Μήν αμφιβάλλετε ότι τελικώς θα επικρατήσωμεν με την βοήθειαν και την ευλογίαν του Θεού και τας ευχάς του Έθνους. Έλληνες Αξιωματικοί και οπλίται φανήτε ήρωες!».

Παράλληλα με την Πολιτειακή, Πολιτική και Στρατιωτική ηγεσία της χώρας, ο Αρχιεπίσκοπος Αθηνών Χρύσανθος ανέφερε:

«Τέκνα εν Κυρίω αγαπητά,

Η Α.Μ. ο Βασιλεύς και ο πρόεδρος της εθνικής ημών κυβερνήσεως καλούν ημάς πάντας ίνα αποδυθώμεν εις Άγιον υπέρ Πίστεως και Πατρίδος αμυντικόν αγώνα. Η Εκκλησία ευλογεί τα όπλα τα ιερά και πέποιθεν ότι τα τέκνα της Πατρίδος ευπειθή εις το κέλευσμα Αυτής και του Θεού θα σπεύσουν εν μιά ψυχή και καρδιά ν΄ αγωνισθούν υπέρ βωμών και εστιών και της Ελευθερίας και τιμής και θα συνεχίσουν ούτω την απ΄ αιώνων πολλών αδιάκοπον σειράν των τιμίων και ενδόξων αγώνων και θα προτιμήσουν τον ωραίον θάνατον από την άσχημον ζωήν της δουλείας.».

Αξίζει να αναφερθεί ότι η στρατευόμενη και ποιμαίνουσα Εκκλησία, εκτός από την ποιμαντική και λατρευτική της αποστολή, στήριξε τον Στρατό και τον ελληνικό λαό καθόλα τα έτη του πολέμου. Δίπλα στους στρατιώτες του μετώπου υπήρχε ένας Στρατιωτικός Ιερέας.

Μάλιστα ο Αρχιεπίσκοπος Χρύσανθος, την 27η  Απριλίου 1941 αρνήθηκε να συμμετάσχει στην επιτροπή που θα παρέδιδε συμβολικά το κλειδί της πόλεως των Αθηνών στους Γερμανούς κατακτητές και δεν όρκισε την κατοχική Κυβέρνηση Τσολάκογλου λέγοντας: «Δεν μπορώ να ορκίσω Κυβέρνησιν προβληθείσαν υπό του εχθρού. Ημείς γνωρίζωμεν ότι τας Κυβερνήσεις ορίζει ο λαός και ο Βασιλεύς. Εδώ τώρα, ούτε ο λαός εψήφισεν την Κυβέρνησιν ούτε ο Βασιλεύς την όρισεν», με συνέπεια να χάσει τον θρόνο του.

Πέρα από την παρηγοριά και ενίσχυσή στις θλίψεις του πολέμου, η ορθόδοξη Εκκλησία πρωτοστάτησε στα πικρά έτη της τριπλής Κατοχής και της φονικής πείνας για την περίθαλψη των αδυνάτων, των τραυματιών και των αναπήρων του πολέμου. Στις 4-11-1941 ο νέος Αρχιεπίσκοπος Δαμασκηνός ίδρυσε στην Αθήνα τον Ε.Ο.Χ.Α. (Εθνικό Οργανισμό Χριστιανικής Αλληλεγγύης), που οργάνωσε συσσίτια και προσέφερε φάρμακα στους πάσχοντες. Η Εκκλησία δια του Αρχιεπισκόπου Δαμασκηνού έσωσε Εβραίους από τις Γερμανικές Αρχές, ενώ Κληρικοί συμμετείχαν στον αντιστασιακό αγώνα, προσφέροντας για την ελευθερία της Πατρίδας ακόμα και την ίδια τους τη ζωή.

Αυτή, λοιπόν, η πίστη στον θεάνθρωπο Χριστό και στη Μητέρα Του, την Υπεραγία Θεοτόκο, ήταν η κινητήρια δύναμη που έδωσε «φτερά» σε Αξιωματικούς, Υπαξιωματικούς και Οπλίτες του Ελληνικού Στρατού, που μάχονταν στην πρώτη γραμμή όσο και στα μετόπισθεν, που έστελναν ενισχύσεις στο μέτωπο. Με πίστη στον Θεό και στο δίκαιο του αγώνα Αξιωματικοί και Οπλίτες ορμούσαν με εφ’ όπλου λόγχη κατά των εχθρών φωνάζοντας «ΑΕΡΑ!».

Στο πλευρό του μαχόμενου Ελληνικού Στρατού ήταν και η Υπέρμαχος Στρατηγός, η Παναγία. Μαρτυρίες από στρατιώτες που δεν ήταν κατά Χριστόν σαλοί, ανέφεραν ότι έβλεπαν μία μαυροφορεμένη γυναίκα να τους προστατεύει. Η γυναίκα αυτή αποκάλυψε ότι ήταν η ίδια η Θεοτόκος στον  Ανθυπασπιστή Νικόλαο Γκάτζαρο. Ο Ανθυπασπιστής έγραψε σε αναφορά του προς το 1/40 Τάγμα Ευζώνων τι είδε και τι άκουσε από τη Θεοτόκο: «Είμαι η Παναγία. Μη φοβάσαι, παιδί μου. Εγώ ενεφανίσθην να σου ειπώ τρεις λόγους, τους οποίους να μη λησμονήσης. Ο παρών πόλεμος εκηρύχθη απροκαλύπτως και αναιτίως υπό της Ιταλίας εναντίον της Ελλάδος, αλλά θελήματι μου η Ελλάς θα εξέλθει τούτου νικηφόρος».

Η ηρωική γενιά του 1940 αντιμετώπισε με γενναιότητα τον υπέρτερο ιταλικό εχθρό γράφοντας ένα ανεπανάληπτο Έπος στην νεότερη ελληνική Ιστορία. Οι Έλληνες έδειξαν το δρόμο της θυσίας και έδωσαν ελπίδα στους λαούς της Ευρώπης που είχαν υποταχθεί από τις δυνάμεις του Άξονα. Η εποποιία του 1940-41 ήταν ένα θαύμα το οποίο συντελέσθηκε χάρη στη θεοσέβεια, τη φιλοπατρία και τον ηρωισμό των Ελλήνων. Είθε οι νεότερες γενιές των Ελλήνων να είμαστε πάντοτε άξιοι συνεχιστές των ηρωικών μας προγόνων.

 

Του Κωνσταντίνου Χασόγια (Θεολόγου ΕΚΠΑ)

 

Πηγή: biblosistoria.wordpress.com

Προσθήκη σχολίου