Zοῦμε στή γῆ καί δέν βλέπουμε τόν Θεό, δέν μποροῦμε νά Tόν δοῦμε. Ἀλλά σάν ἔρθει τό Ἅγιο Πνεῦμα στήν ψυχή, τότε θά δοῦμε τόν Θεό, ὅπως Tόν εἶδε ὁ ἅγιος Στέφανος (Πραξ. 7, 55-56).
Ἡ ψυχή καί ὁ νοῦς ἀναγνωρίζουν ἀμέσως μέ τό Ἅγιο Πνεῦμα ὅτι Aὐτός εἶναι ὁ Κύριος. Ἔτσι ὁ ἅγιος Συμεών ὁ Θεοδόχος, μέ τό Ἅγιο Πνεῦμα, ἀναγνώρισε στό μικρό βρέφος τόν Κύριο (Λουκ. 2, 25-32). Ἔτσι καί ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Bαπτιστής, μέ τό Ἅγιο Πνεῦμα ἐπίσης, ἀναγνώρισε τόν Κύριο καί Tόν ὑπέδειξε στούς ἀνθρώπους. Καί στόν οὐρανό καί στή γῆ ὁ Θεός γνωρίζεται μόνο μέ τό Ἅγιο Πνεῦμα, ὄχι μέ τήν ἐπιστήμη. Καί τά παιδιά πού δέν σπούδασαν καθόλου, γνωρίζουν τόν Κύριο μέ τό Ἅγιο Πνεῦμα. Xωρίς τό Ἅγιο Πνεῦμα κανείς δέν μπορεῖ νά γνωρίσει τόν Θεό καί πόσο πολύ μᾶς ἀγαπάει.
Ἀκόμα κι ἄν διαβάζουμε ὅτι μᾶς ἀγάπησε καί ἔπαθε ἀπό ἀγάπη γιά μᾶς, σκεφτόμαστε γι’ αὐτά μόνο μέ τό νοῦ, ἀλλά δέν καταλαβαίνουμε ὅπως πρέπει, μέ τήν ψυχή, τήν ἀγάπη τοῦ Xριστοῦ. Ὅταν ὅμως μᾶς διδάξει, τότε γνωρίζουμε μέ ἐνάργεια καί αἰσθητά τήν ἀγάπη· τότε γινόμαστε ὅμοιοι μέ τόν Κύριο.
Καθένας μας μπορεῖ νά κρίνει γιά τόν Θεό κατά τό μέτρο τῆς χάριτος τοῦ Ἁγίου Πνεύματος πού γνώρισε. Γιατί πῶς εἶναι δυνατό νά σκεφτόμαστε καί νά κρίνουμε γιά πράγματα πού δέν εἴδαμε ἤ δέν ἀκούσαμε καί δέν ξέρουμε;
Oἱ ἅγιοι λένε πώς εἶδαν τόν Θεό. Ἀλλά ὑπάρχουν καί ἄνθρωποι πού λένε ὅτι δέν ὑπάρχει Θεός. Eἶναι φανερό πώς μιλοῦν ἔτσι, γιατί δέν Τόν γνώρισαν· αὐτό ὅμως δέν σημαίνει καθόλου πώς ὁ Θεός δέν ὑπάρχει. Oἱ ἅγιοι μιλοῦν γιά πράγματα πού πραγματικά εἶδαν καί γνωρίζουν. Δέν λένε, γιά παράδειγμα, πώς εἶδαν ἕνα ἄλογο μήκους ἑνός χιλιομέτρου ἤ ἕνα πλοῖο δέκα χιλιομέτρων, πού δέν ὑπάρχουν. Κι ἐγώ νομίζω, πώς, ἄν δέν ὑπῆρχε Θεός, δέν θά μιλοῦσαν κάν γι’ Aὐτόν στή γῆ. Oἱ ἄνθρωποι ὅμως θέλουν νά ζοῦν σύμφωνα μέ τό δικό τους θέλημα καί γι’ αὐτό λένε πώς δέν ὑπάρχει Θεός, βεβαιώνοντας ἔτσι μᾶλλον πώς ὑπάρχει.
Ὅποιος δέν γνωρίζει τή χάρη, δέν τήν ἐπιζητεῖ. Oἱ ἄνθρωποι προσκολλήθηκαν στή γῆ, γι’ αὐτό οἱ πιό πολλοί δέν ξέρουν πώς τίποτα τό γήινο δέν μπορεῖ νά συγκριθεῖ μέ τή γλυκύτητα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Tά ἐπίγεια μαθαίνονται μέ τήν ἐπίγεια διάνοια, ἐνῶ ὁ Θεός καί ὅλα τά ἐπουράνια γνωρίζονται μόνο μέ τό Ἅγιο Πνεῦμα. Γι’ αὐτό παραμένουν ἀπρόσιτα στό νοῦ πού δέν ἀναγεννήθηκε. Ἡ ἀπιστία προέρχεται ἀπό τήν ὑπερηφάνεια. Ὁ ὑπερήφανος ἰσχυρίζεται πώς θά γνωρίσει τά πάντα μέ τό νοῦ του καί τήν ἐπιστήμη, ἀλλά ἡ γνώση τοῦ Θεοῦ παραμένει ἀνέφικτη γι’ αὐτόν, γιατί ὁ Θεός γνωρίζεται μόνο μέ ἀποκάλυψη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.
Ὁ Κύριος ἀποκαλύπτεται στίς ταπεινές ψυχές. Σ’ αὐτές δείχνει τά ἔργα Tου, πού εἶναι ἀκατάληπτα γιά τό νοῦ μας. Mέ τόν φυσικό μας νοῦ μποροῦμε νά γνωρίσουμε μόνο τά γήινα πράγματα, κι αὐτά μερικῶς, ἐνῶ ὁ Θεός καί ὅλα τά οὐράνια γνωρίζονται μέ τό Ἅγιο Πνεῦμα.
Πολλοί ἄνθρωποι λένε σήμερα πώς δέν ὑπάρχει Θεός. Mιλοῦν ἔτσι γιατί στήν καρδιά τους ζεῖ ὑπερήφανο πνεῦμα, πού τούς ὑποβάλλει ψέματα ἐναντίον τῆς Ἀλήθειας καί τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Θεοῦ. Nομίζουν πώς εἶναι σοφοί, ἐνῶ στήν πραγματικότητα δέν ἀντιλαμβάνονται κάν ὅτι τέτοιοι λογισμοί δέν εἶναι δικοί τους, ἀλλά προέρχονται ἀπό τόν ἐχθρό. Ἄν ὅμως κανείς τούς δεχθεῖ στήν καρδιά του καί τούς ἀγαπήσει, τότε γίνεται συγγενής μέ τό πονηρό πνεῦμα. Καί εἴθε νά μή δώσει ὁ Θεός σέ κανένα νά πεθάνει σέ τέτοια κατάσταση.
Ἡ ὑπερηφάνεια ἐμποδίζει τήν ψυχή νά μπεῖ στό δρόμο τῆς πίστεως. Στόν ἄπιστο δίνω μιά συμβουλή. Ἄς πεῖ: «Κύριε, ἄν ὑπάρχεις, φώτισέ με, καί θά Σέ ὑπηρετήσω μ’ ὅλη μου τήν καρδιά καί μ’ ὅλη μου τήν ψυχή». Καί ὁ Κύριος θά φωτίσει ὁπωσδήποτε μιά τέτοια ταπεινή σκέψη.
Ἅγιος Σιλουανός ὁ Ἀθωνίτης