Οἱ κοσμικοὶ ἄνθρωποι ἀγνοοῦν τὸν Θεὸ καὶ περιφρονοῦν τὴν Ἐκκλησία καὶ τοὺς κληρικούς της. Γνωρίζουν ὅμως μὲ λεπτομέρεια τοὺς βασιλεῖς, τοὺς πολιτικούς, τοὺς ἀνθρώπους τῆς τέχνης καὶ τοῦ πολιτισμοῦ, τοὺς ἀθλητές, ἀλλὰ καὶ τοὺς ἀνθρώπους τοῦ ὑποκόσμου. Τὸ γεγονὸς αὐτὸ ἀποκαλύπτει τὴν πνευματική τους πτωχεία. Ὅταν δὲ φεύγουν ἀπὸ τὴ ζωή τὰ ἰνδάλματά τους, ἀρχίζουν νὰ ἐξιστοροῦν τὸν βίο τους καὶ νὰ ὑπερτονίζουν γεγονότα καὶ περιστατικά, νοσταλγώντας τὰ «λαμπρὰ» ἔργα τους καὶ τὶς μεγάλες ἐπιτυχίες τους. Καὶ πάντα «ὁ κόσμος γίνεται φτωχότερος».
Προσπαθοῦν ρηχὰ καὶ ἐπιπόλαια νὰ τοὺς ἀποκαλοῦν μεγάλους, ποὺ πρέπει νὰ γίνουν τὰ πρότυπα τῶν νέων ἀνθρώπων, γιὰ νὰ βελτιωθεῖ ἡ κοινωνία τοῦ μέλλοντος. Ὅλα αὐτὰ εἶναι παραπλανητικὰ καὶ ἂς συνοδεύονται ἀπὸ δάκρυα καὶ ὑπερβολικοὺς χαρακτηρισμούς. Τελικὰ δὲν λένε στὸν λαὸ τὴν πραγματικότητα. Ἀποφεύγουν νὰ ποῦν κάτι ἀπὸ τὴν προσωπική τους ζωή, ἡ ὁποία συνήθως εἶναι ἄθλια. Ἀτέλειωτοι ἔρωτες, γάμοι καὶ διαζύγια, ἀποκρουστικοὶ ἐγωισμοί, εὔκολη κριτικὴ τῶν πάντων, ἀντιχριστιανικὸ μένος, ἀνυπαρξία ἠθικῶν ἀρχῶν, λαμπερὸς βοῦρκος, δυστυχισμένα πλάσματα ποὺ κυνηγοῦν τὴν εὐτυχία, ἀλλὰ δὲν τὴν φτάνουν καὶ γενικὰ ἄνθρωποι δίχως οὐρανὸ καὶ δίχως ἐλπίδα.
Εἶναι νὰ λυπᾶται κανεὶς γιὰ τὴν τακτικὴ αὐτή, ἡ ὁποία θολώνει τὴν εἰκόνα τοῦ προτύπου, γιατί τὰ πρόσωπα ποὺ προβάλλονται εἶναι παραδείγματα πρὸς ἀποφυγὴ καὶ ὄχι πρὸς μίμηση.
Γιὰ τὸν ἄνθρωπο τοῦ Θεοῦ ὅλος αὐτὸς ὁ κοσμικὸς θόρυβος γιὰ τοὺς «λαμπροὺς» ἀνθρώπους ποὺ φεύγουν, εἶναι ἀποκρουστικός. Ἀρνεῖται νὰ δεχθεῖ τὴν τεχνητὴ λάμψη, ποὺ ἐμφανίζουν οἱ ἄνθρωποι τῶν μέσων ἐνημέρωσης γιὰ τὰ πρόσωπα αὐτά.
Τί γίνεται ὅμως ὅταν ἕνας ἐνάρετος καὶ ἀνιδιοτελὴς ἄνθρωπος φεύγει ἀπὸ τὴ ζωή; Ἀπὸ τοὺς κοσμικοὺς δὲν γίνεται τίποτα. Παραβλέπουν τὸ γεγονὸς παντελῶς, καὶ ἂς εἶχε ἀφοσιωθεῖ στὸ ἔργο ποὺ ἐπιτελοῦσε, χωρὶς νὰ ἐπιδιώκει προβολή, χρῆμα καὶ δόξα. Αὐτὸ τὸ πρότυπο δὲν τὸ προβάλλουν οἱ κοσμικοί, γιατί ἔρχεται σὲ πλήρη ἀντίθεση μὲ τὶς δικές τους ἐπιλογὲς καὶ ἐπιδιώξεις. Εὐτυχῶς ὅμως ποὺ ὑπάρχουν ἀκόμα καλοπροαίρετοι καὶ ἀγαθοὶ ἄνθρωποι, ποὺ ἐμπνέονται ἀπὸ τοὺς ἐναρέτους καὶ τοὺς μιμοῦνται, ἔχοντας θετικὰ ἀποτελέσματα στὴ ζωή τους, ἀλλὰ καὶ στὴν κοινωνία γενικότερα.
Ἐνδεικτικὰ ἀναφέρουμε τί συμβαίνει μὲ τὴν κοίμηση κάποιου ἐνάρετου μητροπολίτη, ὁ ὁποῖος ἦταν τὸ πνευματικὸ φῶς στὴν περιοχή του καὶ ὑπῆρξε ὁ πατέρας ποὺ ἔδειχνε τὸν δρόμο τοῦ Θεοῦ στὸ ποίμνιό του, χωρὶς θόρυβο καὶ τυμπανοκρουσίες, χωρὶς ἱστοσελίδες στὸ σύγχρονο διαδίκτυο, γιὰ προβολὴ καὶ ἱκανοποίηση τοῦ ἁμαρτωλοῦ πάθους τῆς φιλοδοξίας, καὶ χωρὶς σκοπιμότητες καὶ ἰδιοτελεῖς ἐπιδιώξεις. Ὁ λαὸς θρηνεῖ γιὰ τὴν κοίμησή του καὶ ἐμπνέεται ἀπὸ τὸ παράδειγμά του.
Κάτι παρόμοιο συμβαίνει καὶ μὲ τὴν κοίμηση κάποιου ἐναρέτου γέροντα, ὁ ὁποῖος μὲ τὸ ἐμπειρικό του λόγο καὶ τὶς θεοφώτιστες διδαχὲς στήριζε χιλιάδες ἀνθρώπους ποὺ κατέκλυζαν τὸ ἀρχονταρίκι του. Μετὰ τὴν κοίμησή του κατακλύζουν τὸν τάφο του καὶ ζητοῦν τὶς πρὸς τὸν Κύριον πρεσβεῖες του.
Ὅλα αὐτὰ ὅμως τὰ ἀγνοοῦν οἱ κοσμικοὶ ἄνθρωποι, γι’ αὐτὸ καὶ μένουν ἀφώτιστοι καὶ συχνὰ βυθίζονται στὴ δυστυχία, χωρὶς τὴν ἐλπίδα τῆς βασιλείας τῶν Οὐρανῶν.
Tοῦ πρωτοπρεσβυτέρου π. Διονυσίου Τάτση
Πηγή: orthodoxostypos.gr